(αναδημοσίευση)
Η Παναγιά τα πέλαγα
κρατούσε στην ποδιά της,
το θιάκι την κεφαλονιά
το θιάκι την κεφαλονιά
και τ’ άλλα τα παιδιά της
Από την άκρη του καιρού
και πίσω απ’ τους χειμώνες
άκουγα σφύριζε η μπουρού
κι έβγαιναν οι Γοργόνες
κι έβγαιναν οι Γοργόνες
Κι εγώ μέσα στους αχινούς
στις γούβες στ’ αρμυρίκια,
στις γούβες στ’ αρμυρίκια,
σαν τους παλιούς θαλασσινούς
ρωτούσα τα τζιτζίκια:
ρωτούσα τα τζιτζίκια:
Ε, σεις τζιτζίκια μου άγγελοι,
γεια σας κι η ώρα η καλή!
γεια σας κι η ώρα η καλή!
Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;
Κι ‘ όλ’ αποκρίνονταν μαζί:
-Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει.
Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά
κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά.
Αύγουστε μήνα και Θεέ σε σένα ορκιζόμαστε
πάλι του χρόνου να μας βρεις στο βράχο να φιλιόμαστε.
Απ΄την Παρθένο στον Σκορπιό χρυσή κλωστή να ράψουμε
κι έναν θαλασσινό σταυρό στη χάρη σου ν΄ανάψουμε.
Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά
κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά.
επιμέλεια: καλάγεμου