![]() |
στο τρένο του χρόνου δυο φίλοι |
του: διονύση διομήδη μανιά
δεν μ αρέσει να εξομολογούμαι, αν και δεν νομίζω πως είναι εξομολόγηση.
δεν θεωρώ τον εαυτόν μου έντιμο, έξυπνο, ηθικό.
δεν σας κρύβω όμως ότι θα ήθελα να είμαι και έντιμος και έξυπνος και ηθικός.
από μικρό με απασχόλησε το πως θα ήταν καλύτερα να διαχειριστώ την ζωή μου, τον χρόνο που μου πάει, το περπάτημα μου στη γη που με γέννησε.
έπαιρνα αποφάσεις, προσπαθούσα να είμαι συνεπής μ αυτές, αλλά δεν τα κατάφερνα καλά.
κατά καιρούς μου παρουσιάστηκαν ευκαιρίες να πλουτίσω, ποτέ όμως αυτές οι ευκαιρίες δεν ήταν έντιμες.
σε δυο – τρεις περιπτώσεις το σκέφτηκα και πολύ μάλιστα, έπρεπε να μπω σε μια διαδικασία, σ ένα τρόπο ζωής που μετά δεν θα μπορούσα ν αλλάξω.
δεν θα είχα επιλογές, δεν θα μπορούσα να διαλέγω τι πρέπει να κάνω γιατί θα ήταν καθορισμένο.
με λίγα λόγια θα έχανα την ελευθερία μου.
έβλεπα γύρω μου φίλους, γνωστούς μου, που το επιδίωκαν με πάθος από παιδάκια και μέχρι σήμερα στο ίδιο λούκι είναι.
τι πάθος είναι αυτό; βουτηγμένοι μέσα στα σκατά (έτσι τους βλέπω εγώ), κι όμως το κυνήγι για λεφτά δεν σταματάει κι ας είναι με το ένα ποδάρι στο τάφο, όλη τους η χαρά είναι όταν καταφέρνουν να τα οικονομάνε.
η μεγαλομανία, η ματαιοδοξία, η επίδειξη, η παραδοπιστία και τελικά η υστεροφημία τους διαφεντεύει την ζωή.
δεν χορταίνουν με τίποτα, καταβόθρες.
μην τους πεις ότι είναι αποτυχημένοι.
δυστυχία φίλοι μου, δυστυχία, έρμαια.
μια φορά, στις αρχές της δεκαετίας του 80, είχα ξεμπαρκάρει, κι είχα βγει μ ένα φίλο και ξάδερφό μου για φαΐ σε μια ταβέρνα στη καλλιθέα και μετά μπουρδελότσαρκα, όλη νύχτα κουβεντιάζαμε τα πιο πάνω.
μου έλεγε που βρίσκεται με τις δουλειές του, με τα όνειρά του, του έλεγα να προσέχει, να μην κάνει σάλτα, μου έλεγε να φυλάω τα λεφτά μου γιατί δεν θα μου πούνε ευχαριστώ και όχι μόνο.
όταν ξεμπαρκάριζα πάντα τον έβλεπα και τα λέγαμε, δεν αλλάξαμε ιδέες, αυτός στο κυνήγι για λεφτά, εγώ στο να ψάχνω το κεφάλι μου να βρω το κάτι.
περάσανε τα χρόνια, καμιά τριανταριά από τότε, είχα να τον ακούσω τουλάχιστον πέντε χρόνια, όταν κτύπησε το τηλέφωνο ένα βράδυ, πόσο χάρηκα δεν μπορείτε να φανταστείτε.
μου είπε ότι πέρασε μια μεγάλη περιπέτεια με την υγεία του αλλά συνήλθε, μ έπαιρνε μια φορά κάθε εβδομάδα για δυο μήνες και τα λέγαμε, μου έλεγε ότι είχα δίκιο για ότι έλεγα τότε και γω του έλεγα ότι είχε δίκιο για όσα μου έλεγε τότε.
μετά σταμάτησε δεν με ξαναπήρε κι μετά από λίγο έμαθα ότι πέθανε.
είχαμε μεγαλώσει μαζί, κ ήτανε σαν να πέθανε κάτι μέσα μου.
υ.γ. τώρα μη δίνεται πολύ σημασία, από ζήλια τα λέω ούλα.
One Comment
aris
Δε μπορώ να σε φανταστώ ρε φίλε μεγιστάνα του πλούτου με καμιά θαλαμηγό των 150 μέτρων στο κέντρο του Βαθιού, με υποβρύχια φώτα γύρω – γύρω, χαβιάρια, γκόμενες, ελικόφτερα, κλπ!
Και το βράδυ ορέ καμιά δεκαριά ηρεμιστικά για να σε πάρει ο ύπνος…χα χα χα χα.
Και που θα κοιμόσουνα αλήθεια στη πολυτελή καμπίνα σου, ή μέσα στο κριμένο υποβρυχιάκι καλού κακού?.
Ούτε μια ριξιά με τη τραίνα δε θα μπορούσες να ρίξεις μη σε φάει κανένας από απέναντι το σκέφτεσαι?
Έχεις δει κανένα από δαύτους να κυκλοφορεί ελεύτερος σα και σένα με τα χέρια τσι τσέπες?
Αλήθεια έχεις σκεφτεί ποτέ τι σημαίνει να κυκλοφορείς ξέγνοιαστος σφυρίζοντας με τα χέρια τσι τσέπες?
Από όλους αυτούς τους περισσότερο, ή λιγότερο κονομημένους μπορεί να το κάνει κανένας?
Και για δε μου λες, τι στιλ ευκαιρείες πλουτισμού είχες δε μας είπες, τίποτα «Σάμαινες»?
Ή τίποτα πειρατικά του κάπτεν Τζίμ?
Γιατί και στις δύο περιπτώσεις εφιάλτες θα είχες στο ύπνο σου.
Μη προσθέτεις σε όλα αυτά που έχεις το χρήμα, γιατί άμα αναλογιζόσουνα πόσα πράγματα θα χάσεις (και πόσο μάλλον όταν είναι βρώμικο), από αυτά που έχεις και πόσα θα δε θα είχες ζήσει άπό αυτά που σαν κοινός θνητός έτσι απλά ευχαριστήθηκες, θα φουντάριζες.
Το χρήμα είναι μια υπόθεση που άμα μπλέξεις στα γρανάζια της απλά δεν ζείς σαν άνθρωπος, ενώ οι άλλοι (οι πολλοί) σε θεωρούν ευτυχισμένο.
Ούτε την υγεία σου, ούτε την ελευθερία σου θα έχεις ποτέ.
Έρχεται ένας λοιπόν εκεί μέσα στο κόσμο Παρασκευή βράδυ και σού μετράει είκοσι δέσμες των 5000 ευρώ, τα βάνεις στο κόρφο σου και μετά τι κάνεις? Οι τράπεζες είναι κλειστές που τα πας?
Στο σπίτι αφού σου έχει πάει η πίεση 25 μέχρι να φτάσεις. Κοιμάσαι? Αποκλείεται το ξέρει τόσος κόσμος! Οπλίζεις τη καραμπίνα και το ξενυχτάς τη Παρασκευή το βράδυ, το Σαββάτο και τη Κυριακή μέχρι να ανοίξει καμιά τράπεζα να τα σιγουρέψεις και όλα αυτά για εκατό χιλιάδες ευρώπουλα.
Για σκέψου άμα είναι περισσότερα?
Χοντρά λεφτά άμα δε κλέψεις και αν δε σκοτώσεις είτε άμεσα, είτε έμμεσα δεν κάνεις με τίποτα φίλε.
Στα παλιά μου τα παπούτσια τους είχα γραμμένους όλους αυτούς και να σου κάμω και εγώ μια εξομολόγηση: Δε ζήλεψα σαν ενήλικας ποτέ μου τίποτα γιατί απλά μπορούσα να βάζω τα χέρια τσι τσέπες και να σφυρίζω ξέγνοιαστος.
Εδώ είπα και ένα ψέμα ζήλεψα, ναι το ξέχασα, ζήλεψα τον εαυτό μου όταν έβαζε τα χέρια τσι τσέπες και σφύριζε, κάποιες φορές που δε μπόραγα να το κάμω για άλλους λόγους όχι πάντως τση κονόμας.
Να είσαι καλά φίλε δουδουμανιά «ζηλιάρη»!
Χουά χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα.