του: διονύση διομήδη μανιά
ο άγιος αντώνιος άρχησε να δέχεται τους πρώτους πειρασμούς του πονηρού πνεύματος είτε σαρκικούς, λόγω της νεότητάς του, είτε σε πονηρούς λογισμούς και ιδέες που του επέβαλε προκειμένου να διακόψει την ασκητική του ζωή. Οι πειρασμοί αυτοί αφορούσαν άλλοτε τις βιολογικές σαρκικές ορμές και απολαύσεις με οπτασίες νεαρής κοπέλας, άλλοτε με εμβόλιμες ιδέες για τη φροντίδα της αδελφής του που κινδύνευε να γίνει πόρνη και άλλοτε την φιλαργυρία, φιλοδοξία κ.ά. που όμως σ΄όλες τις περιπτώσεις απέτυχαν. Την πάλη αυτή είχαν αντιληφθεί ακόμα και οι επισκέπτες του οι οποίοι και τον θαύμαζαν αποκαλύπτοντάς τους ότι “Εγώ δεν ενίκησα, αλλ΄ η χάρις του Θεού, ήτις με ενίσχυσε“.
ο άγιος αντώνιος άρχησε να δέχεται τους πρώτους πειρασμούς του πονηρού πνεύματος είτε σαρκικούς, λόγω της νεότητάς του, είτε σε πονηρούς λογισμούς και ιδέες που του επέβαλε προκειμένου να διακόψει την ασκητική του ζωή. Οι πειρασμοί αυτοί αφορούσαν άλλοτε τις βιολογικές σαρκικές ορμές και απολαύσεις με οπτασίες νεαρής κοπέλας, άλλοτε με εμβόλιμες ιδέες για τη φροντίδα της αδελφής του που κινδύνευε να γίνει πόρνη και άλλοτε την φιλαργυρία, φιλοδοξία κ.ά. που όμως σ΄όλες τις περιπτώσεις απέτυχαν. Την πάλη αυτή είχαν αντιληφθεί ακόμα και οι επισκέπτες του οι οποίοι και τον θαύμαζαν αποκαλύπτοντάς τους ότι “Εγώ δεν ενίκησα, αλλ΄ η χάρις του Θεού, ήτις με ενίσχυσε“.
τελικά, σύμφωνα πάντα με την βιογραφία, βλέποντας το πονηρό πνεύμα ότι αδυνατούσε με τους λογισμούς να πλανήσει τον Αντώνιο εμφανίσθηκε μπροστά του λέγοντάς του: “Πολλούς επλάνησα, και πολλούς κατέβαλον και ενίκησα, αλλά σε πολεμών ησθένησα“. Στην ερώτηση του Οσίου ποιος είσαι εσύ, εκείνο απάντησε: “Εγώ είμαι το πνεύμα της πορνείας και γαργαλίζω τους νέους εις ταύτην την πύρωσιν. Πολλούς σώφρονας ηπάτησα και πολλάκις ετάραξα και σε, αλλά συ με ενίκησες“. Ο Όσιος ευχαριστώντας στη συνέχεια τον Θεό εκδίωξε στη συνέχεια το πνεύμα λέγοντάς του “Δεν σε φοβούμαι πλέον ούτε σε υπολογίζω ποσώς επειδή είσαι μαύρος στον νουν και παιδίον αδύνατος και ευκαταφρόνητος.” Μετά απ΄ αυτά το πονηρό πνεύμα έφυγε και δεν τόλμησε πλέον να τον πλησιάσει. Ο δε Όσιος συνέχισε με προσευχές και αγρυπνία να ενισχύεται σε αρετή έτοιμος ν΄ αντιμετωπίσει νέους πειρασμούς.
τακτικά ο Όσιος Αντώνιος, προκειμένου να αποφύγει σκανδαλισμούς, κατέφευγε σε μνήματα λίγο μακράν της πόλης όπου εντός αυτών συνέχιζε την άθληση επί μέρες, εκεί γνωστός του υπηρέτης του έφερνε φαγητό. Κάποια νύκτα δέχθηκε άγρια επίθεση από πλήθος δαιμόνων αφήνοντάς τον ημιθανή. την επομένη “Θεία Πρόνοια” όταν τον επισκέφθηκε ο δούλος του τον εξέλαβε ως νεκρό και τον μετέφερε στην πόλη στο Κυριακό. Όταν όμως συνήλθε επέστρεψε στον πρότερο τάφο.
Εκεί επαναλήφθηκε νέα επίθεση των δαιμόνων υπό μορφή άγριων ζώων και ερπετών, λέων να βρυχάται, σκορπιός προσπαθώντας να τον κεντρίζει, ταύρος να τον κερατίζει κ.ά. παραμένοντας όμως ο Όσιος ατάραχος τους είπε: “Εάν είχατε δύναμη ένας και μόνο έφθανε”, “Εάν ελάβετε κατ΄ εμού εξουσίαν άνωθεν, μη αμελήτε, ει δε και δεν ελάβετε τι μάτην ταράσσεσθε;” Κατόπιν αυτών οι δαίμονες εμπαιζόμενοι εγκατέλειψαν τον Όσιο τρίζοντας τους οδόντες τους.
Εκεί επαναλήφθηκε νέα επίθεση των δαιμόνων υπό μορφή άγριων ζώων και ερπετών, λέων να βρυχάται, σκορπιός προσπαθώντας να τον κεντρίζει, ταύρος να τον κερατίζει κ.ά. παραμένοντας όμως ο Όσιος ατάραχος τους είπε: “Εάν είχατε δύναμη ένας και μόνο έφθανε”, “Εάν ελάβετε κατ΄ εμού εξουσίαν άνωθεν, μη αμελήτε, ει δε και δεν ελάβετε τι μάτην ταράσσεσθε;” Κατόπιν αυτών οι δαίμονες εμπαιζόμενοι εγκατέλειψαν τον Όσιο τρίζοντας τους οδόντες τους.
έπειτα από είκοσι ολόκληρα χρόνια σκληρής ασκήσεως πνευματικού αγώνα, ακατάπαυστης προσευχής και φοβερών πειρασμών, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε ανθρώπους. Η αποδοχή που είχε ήταν ευρύτατη και μάλιστα έρχονταν σε αυτόν για να τους θεραπεύσει ακόμα. Θεράπευε τους ασθενείς ου προστάζων, αλλά ευχόμενος και τον Χριστόν ονομάζων. Αργότερα πήγε κοντά στα ερείπια ενός φρουρίου και κατοίκησε σε σπήλαιο χωρίς να τον βλέπει κανένας και χωρίς να δέχεται κανέναν παρά μόνο έναν γνωστό του, ο οποίος του έφερνε κάθε έξι μήνες ψωμί για ολόκληρο το εξάμηνο.
Νυχθημερόν έκανε ασκητικούς αγώνες με τους οποίους νέκρωσε τα σκιρτήματα των παθών, έφτασε στο βαθμό της απάθειας, υπερβαίνοντας τα όρια της ανθρώπινης φύσης.
(Ἦχος δ’)
Τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν τοῖς τρόποις μιμούμενος,
τῷ Βαπτιστῇ εὐθείαις ταῖς τρίβοις ἑπόμενος,
Πάτερ Ἀντώνιε, τῆς ἐρήμου γέγονας οἰκιστής,
καὶ τὴν οἰκουμένην ἐστήριξας εὐχαῖς σου·
Διὸ πρέσβευε Χριστῷ τῶ Θεῷ,
σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
(Ἦχος β’)
Τους βιοτικούς θορύβους απωσάμενος
ησυχαστικώς τον βίον εξετέλεσας,
τον Βαπτιστήν μιμούμενος,
κατά πάντα τρόπον, Οσιώτατε.
Συν αυτώ, ουν σε γεραίρομεν,
Αντώνιε Πάτερ, των Πατέρων κρηπίς.
Μεγαλυνάρια
Τον των μοναζόντων υπογραμμόν
και τον της ερήμου πολιούχον και οικιστήν,
στήλην σωφροσύνης, Οσίων τε το κλέος,
Αντώνιον τον Μέγα, ανευφημήσωμεν.
Χαίροις των Οσίων ο αρχηγός
και της ισαγγέλλου, πολιτείας καθηγητής
Χαίροις της ερήμου, στυλοειδής νεφέλη,
Αντώνιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.
κείμενα από: wikipedia