του: διονύση διομήδη μανιά
διαβάζουμε φίλε, διαβάζουμε για να πιστοποιηθούμε, για να διαμορφώσουμε άποψη, να μάθουμε τι γίνεται γύρω μας, αν γυρίζει το σπίτι μας το τόπι, αν το αυτοκαταστροφικό μας θα επικρατήσει, αν η πνευματική μας ανεπάρκεια καταστρέψει το μέλλον των παιδιών.
γεράσαμε το μυαλό θέλει τροφή για να δουλέψει, ισχύει το ίδιο με το σώμα, ο μεταβολισμός μας γίνεται πιο επιλεκτικός αλλά καλύτερα η φύση δεν θα μπορούσε να τα είχε φτιάξει, μας ευνόησε πιο πολύ από κάθε άλλη γνωστή μορφή ζωής.
κι εκεί που διαβάζουμε εντοπίζουμε ανθρώπους που σκέφτουνται σαν κι εμάς ή περίπου σαν κι εμάς, ή συνήθως καλύτερα από μας, ανθρώπους με σύνεση που οι προθέσεις τους είναι ευδιάκριτες από μακρυά, που δεν επιτρέπουν παρερμηνείες.
κι αυτοί δεν είναι πολιτικοί, δεν είναι πλούσιοι, δεν ξεχωρίζουν, είναι απλοί συνηθισμένοι.
ο αγώνας τους είναι να γεράσουν με αξιοπρέπεια, να φυτέψουν και να μεγαλώσουν ένα δέντρο σωστά, να του δώσουν τροφή για να μεγαλώσει, να ψηλώσει, να κάνει πολλά και καλά φρούτα, να μεγαλώσουν έναν νέο άνθρωπο που να μπορεί να βλέπει πολύ μακρυά.
στο ταξίδι της ζωής όμως, συνάντησα, ήρτα αντιμέτωπος με δυο μεγάλους εχθρούς, την ματαιότητα και την καθημερινότητα.
η καθημερινότητα αντιμετωπίζεται πιο εύκολα, έχεις επιλογές, διαλέγεις το λούκι και προχωράς, (αν και τώρα με την κρίση δυσκολεύουνε τα πράματα), η ματαιότητα της ύπαρξης όμως δεν παλεύεται, είναι σα νάσαι ο διγενής και να παλεύεις μια ζωή στα μαρμαρένια αλώνια, χρειάζεσαι γερό κορμί κι όπλα ατσάλινα, όχι για να νικήσεις αλλά μόνο για να παλεύεις, γιατί η αλήθεια δεν νικιέται.