Διαβάζω με θλίψη και αγωνία πως η ανεργία, βάσει νέων ποσοστών, έχει χτυπήσει ρεκόρ στη χωρά μας και ακόμα πως η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι τον Νοέμβριο σημειώθηκε και άλλη αύξηση στους εγγεγραμμένους ανέργους και σε όσους ψάχνουν εργασία. Είναι πλέον χιλιοειπωμένο και γνωστό σε όλους πως αν σε αυτά τα νούμερα προστεθούν και όλοι εκείνοι που δεν εμπεριέχονται στα στατιστικά στοιχεία τότε το ποσοστό ανεργίας είναι πολύ παραπάνω από αυτό που εμφανίζουν τα αποτελεσματα των ερευνών. Είναι επίσης γνωστό ότι η ανεργία «χτυπάει» περισσότερο τους νέους, τις γυναίκες, τους μετανάστες και μετά τα υπόλοιπα τμηματα του πληθυσμού. Και τέλος είναι σίγουρα γνωστό σε όλους ότι η ανεργία, που πάντα εμφανίζεται με νούμερα, μονάδες μέτρησης και στατιστικά στοιχεία ώστε να αντιμετωπίζεται συχνά σαν ένα ψυχρό και άψυχο γεγονός χωρίς σάρκα και οστά, αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της σύγχρονης πραγματικότητας που επιφέρει επιπρόσθετα μακροχρόνια και ενίοτε τραγικά κοινωνικά αποτελέσματα. Ας μην σκεφτούμε αριθμούς για λίγο. Ας σκεφτούμε τον νέο ή τη νέα εκείνη που απαρνήθηκε τα πολλά πάρτυ και τις εκδρομές ή τα μπαράκια με φίλους, για να διαβάσει και να περάσει στο Πανεπιστήμιο, με τους γονείς να δουλεύουν και να αγωνιούν όλη μέρα κι όλη νύχτα για να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα έξοδα της παρα-παιδείας των φροντιστηρίων, τον νέο ή την νέα εκείνη που κάτω από τις αντίξοες συνθήκες του εκπαιδευτικού συστήματος και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης καταφέρνει τελικά να πάρει το πολυπόθητο πτυχίο και να το κρεμάσει στον τοίχο, τον νέο ή την νέα που αφού έχει περάσει ο ίδιος και η οικογενεία του χρόνια αυτή τη διαδικασία που όλοι του υποσχόμασταν ότι θα του εξασφαλίζε ένα καλύτερο μέλλον, ψάχνει μάταια και απεγνωσμένα να βρει δουλειά. Να βρει δουλειά για να νιώσει ψυχικά και προσωπικά ολοκληρωμένος, για να μπορέσει να επιβιώσει και να «αποσβέσει» τους κόπους τόσων ετών, για να μπορέσει να βοηθήσει την οικογενεία του, για να ονειρευτεί το μέλλον του όπως εκείνος θέλει. Ας σκεφτούμε τον νέο ή την νέα αυτή που εκτός από ένα νούμερο της ΕΛΣΤΑΤ όσο περνάνε τα χρόνια και τα πράγματα όλο και χειροτερεύουν, αρχίζει να απελπίζεται, να ντρέπεται, να κατηγορεί τον εαυτό του για ανικανότητα και αχρηστία. Ας σκεφτούμε τους νέους που άρχισαν πάλι να ξενητεύονται όπως παλιά ψάχνοντας δουλειά σε τόπους όλο και πιο μακρυνούς γιατί οι κοντινοί εστέρεψαν κι εκείνοι από εργασία, τους νέους που γυρίζουν σε πιο παραβατικές και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, ή αυτους που ζουν μέσα στην αβεβαιότητα και την κατάθλιψη στο ξεκίνημα της παραγωγικής ζωής τους. Ας σκεφτούμε και τον νέο μετανάστη που ήρθε με όνειρα για ένα καλύτερο αυριο και που τελικά βιώνει την εξαθλίωση και τον εξευτελισμό γιατί έμεινε κι αυτός χωρίς δουλειά.
Αλλά θέλω να δώσω υπόσταση και οντότητα και σε κείνον τον μεσήλικα που έχοντας χάσει τη δουλειά του, και μάζι με αυτό την αξιοπρέπεια του – τον πυρήνα της οντότητας και της υπαρξης του – τριγυρίζει άπραγος στους δρόμους, καλοντυμένος σαν να πηγαίνει στο γραφείο του, στέκεται ουρά στα συσσίτια και επιστρέφει σπίτι στην οικογενειά του λέγοντας πως έφερε φαγητό από το εστιατόριο, σκύβει το κεφάλι, θυμώνει, βρίζει, χτυπάει τα παιδιά του, απομακρύνεται από την οικογένεια και τους φίλους του, πίνει, απελπίζεται και ένα βράδυ πέφτει από τον πέμπτο στο κενό. Θέλω να μλήσω για τον ελεύθερο επαγγελματία –άνδρα ή γυναίκα – που κάθε πρωί πηγαίνει στο γραφείο ή την επιχείρηση του, κάθεται και περιμένει τον πελάτη που δεν έρχεται ποτέ. Παίζει παιχνίδια στο κομπιούτερ, αρχίζει να χρωστάει δόσεις του δανείου, του χαρατσιού, των επαγγελματικών εισφορών. Μετά σιγά σιγά παύει κι αυτός να βγαίνει από το σπίτι, παύει να ελπίζει, παύει και να προσπαθεί. Θέλω να μετατρέψω τους αριθμούς σε τρισδιάστατες οντότητες και να δω τους απολυμένους, στον ιδιωτικο και τον δημόσιο τομέα, τους φοβισμένους και απελπισμένους εκείνους ανθρώπους όταν βλέπουν να γκρεμίζεται ξαφνικά ο,τι είχαν καταφέρει να χτίσουν, που δεν ήταν ούτε κακοί και ασυνεπείς στη δουλειά τους, ούτε επίορκοι και κλέφτες, ούτε λαμόγια και τεμπέληδες αλλά απλά θύματα μιας κρίσης χωρίς τέλος και των απάνθρωπων πολιτικών που έχουν επιβληθεί για να αντιμετωπιστεί.
Η δουλειά δεν είναι υποχρέωση. Δεν πιστεύω καθόλου στην πουριτανική ηθική της αναγκαιότητας της δουλειάς για την σωτηρία της ψυχής. Η δουλειά όμως είναι δικαίωμα. Δικαίωμα στην αξοπρέπεια και δικαίωμα στην παραγωγική διαδικασία και την δημιουργία. Δικαίωμα στην κοινωνική συμμετοχή και την κοινωνική ανταλλαγή. Και η ανεργία δεν είναι απλά μια δυσάρεστη ή έστω και αποτρόπαια στατιστική. Ειναι μια τραγική πραγματικότητα που όχι μόνο καταστρέφει τον ανθρωπο πολλαπλά και πολυεπίπεδα αλλά συγχρόνως μακροπρόθεσμα διαρρηγνύει συθέμελα τον κοινωνικό ιστό συμπαρασύροντας μαζί της πολλά επακόλουθα δεινά.
Και αφού όλα αυτά τα αποτελέσματα της ανεργίας (και πολλά ακόμα στα οποία δεν αναφέρθηκα) είναι και χιλιο ειπωμένα και περίτρανα αποδεδειγμένα το μόνο λογικό συμπέρασμα που μπορώ να βγάλω είναι ότι η κυβέρνηση, η τρόικα και όλοι οι υποτελείς τους, έχουν επιλέξει με γνώση και απόλυτη συνείδηση να τα παραβλέψουν ηθελημένα και με εγκληματική αδιαφορία προκειμένου να εφαρμόσουν τις επιλεγμένες πολιτικές τους.