Άλλοι τους λένε λιγόψυχους, άλλοι τους λένε δειλούς, άλλοι πάλι τους λένε εγωιστές κανείς όμως δεν χαρακτηρίζει τους αυτόχειρες ως νεκρούς στρατιώτες ενός πολέμου της “δημοκρατίας” και της “ανάπτυξης“. Επειδή δεν τους έλαχε να κρατήσουν όπλο απέναντι στον εισβολέα ή τον εγχώριο εχθρό δεν τους πρέπει τιμή που άντεξαν μέχρι εκεί που οι ψυχικές δυνάμεις τους είχαν όριο. Επειδή δεν πέθαναν για σένα και για μένα δεν τους πρέπει ενός λεπτού σιγή ως νεκρούς που αφήσαν τα κόκαλά τους σε αυτή την χώρα θεωρώντας ότι η ζωντανή τους παρουσία θα επιβάρυνε τους οικείους τους και κατ΄επέκταση εσένα και μένα.
Κανείς εκτός από τους οικείους τους δεν γνωρίζει το όνομά τους. Ξέρουμε την περιγραφή της αυτοκτονίας τους και διαβάζουμε ότι το αίτιο είναι ψυχολογικά προβλήματα αποδεικνύοντας ότι είναι εν τέλει θύματα ενός ψυχολογικού πολέμου που δεχόμαστε όλοι. Όλοι μας εκτός από αυτούς που έχουν την ψυχή διπλωμένη σαν την συνείδησή τους και χωμένη στην κωλότσεπη του παντελονιού τους. Για να ματώσει η ψυχή πρέπει να έχεις ψυχή.
Ο πρώτος σχολιασμός που γίνεται όταν ένας Έλληνας τινάζει τα μυαλά στο αέρα ή φουντάρει από το μπαλκόνι ή βάζει θηλιά στον λαιμό του είναι “γιατί δεν σκότωνες και καμιά δεκαριά”. Ποιους δεκαριά; Ο καθένας έχει και καμιά δεκαριά στον μυαλό του αλλά ουδείς σκέφτεται εκείνη την στιγμή ότι όποιος φθάνει να βάλει τέλος στην ψυχική του εξάντληση, τον μόνο υπαίτιο που βλέπει είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Δικάζει τον εαυτό του ως υπαίτιο ότι δεν τα κατάφερε να φέρει μεροκάματο για άλλη μια μέρα στο σπίτι, γνωρίζει ότι στην ηλικία που είναι δουλειά δεν πρόκειται να βρει, ελπίζει ότι το δάνειο του σπιτιού που στεγάζει τα παιδιά του ίσως να μειωθεί αν αυτός αποχωρίσει και ίσως να είναι από αυτούς που δεν θέλει να δει το παρακάτω. Το παρακάτω θέλει μεγαλύτερο όγκο ψυχής από αυτόν που έχει ή ίσως γνωρίζει ότι το παρακάτω ίσως να τον αφήσει χωρίς ψυχή. Η υποταγή, η συνδιαλλαγή και η εξαθλίωση θέλει τόση ψυχή όσο θέλει και να τραβήξεις την σκανδάλη εναντίον του εαυτού σου.
Πίσω από κάθε αποχαιρετιστήριο γράμμα κάθε Έλληνα που μάς λέει αντίο, κρύβεται και μια ιστορία σαν όλων των Ελλήνων (εκτός από αυτούς που νιώθουν αθάνατοι). Ο καθένας μας θα βρει και κάτι κοινό στην δική του πορεία με την ζωή αυτού που κόπηκε αποφασιστικά και απότομα. Όσο και να μπαίνει στα μονόστηλα των εφημερίδων η αυτοκτονία δεν παύει να είναι ένα μακελειό. Ήσυχο αλλά το ίδιο αποτελεσματικό με έναν πόλεμο ή με έναν τοίχο εκτελέσεων. Το ότι δεν στηθήκαν 5,000 άνθρωποι ο ένας δίπλα στον άλλο με ένα τάγμα εκτελεστών απέναντι να τους πυροβολεί δεν σημαίνει ότι όλοι τους δεν ήταν θύματα πολέμου. Το ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν έχει βαρέσει ακόμα συναγερμό για την γενοκτονία στην οποία γινόμαστε μάρτυρες, δεν σημαίνει ότι όλοι αυτοί δεν ήταν άνθρωποι με δικαιώματα, απλά δεν μπόρεσαν να γίνουν Ευρωπαίοι στα μέτρα που τους όρισαν.
Αν υπήρχε η δυνατότητα δημιουργίας ενός Νεκροταφείου Αυτόχειρων Ελλήνων δεν θα μάς έφθανε μία εβδομάδα να περπατήσουμε ανάμεσα στους τάφους διαβάζοντας τα ονόματα και κοιτώντας τις φωτογραφίες τους. Δεν θα έφθανε η ψυχή μας να αντέξουμε να το περπατήσουμε όλο, διότι ο καθένας θα έβλεπε και κάτι κοινό με τον νεκρό αυτόχειρα αν αναγραφόταν ο τόπος, η δουλειά που κάποτε είχε, η ηλικία του και τα προβλήματά του. Θα ήταν το μοναδικό Νεκροταφείο της χώρας που δεν θα είχε μάντρα να το ορίζει διότι κάθε μέρα μεγαλώνει.
Οι τάφοι αυτών των πεσόντων Ειρήνης δεν είναι σαν των πεσόντων Πολέμου. Αυτοί φορολογούνται, πληρώνουν ταφία και δεν έχουν λάδι στο καντήλι. Το λάδι βγάζει το φαγητό για έναν μήνα μιας οικογένειας που όλοι τους αφήσαν πίσω.
Αλίμονο σε μας που ψάχνουμε ανάμεσα σε αυτούς τον ήρωα που θα μάς έβγαζε από την δύσκολη κατάσταση. Αυτόν που δεν ζώστηκε με δυναμίτη να μπει στην Βουλή για να σώσει το δικό μας τομάρι, αλλά προτίμησε να δώσει έναν ήσυχο θάνατο στην ήσυχη ζωή που περπάτησε. Αλίμονο σε μας που φθάσαμε στο σημείο να γνωρίζουμε και να ψηφίζουμε τον ηθικό αυτουργό και τον εκτελεστή όλων αυτών των Ελλήνων. Αλίμονο σε μας που μετά την συγκινησιακή φόρτιση του δευτερολέπτου στην ανάγνωση της είδησης, με ένα κλικ του “ποντικιού” αλλάζουμε σελίδα λες και αυτός ο θάνατος ποτέ δε συνέβη ξεχνώντας συνειδητά ότι ένα κλικ ήταν αυτό που τον πήρε από κοντά μας.
Για αυτούς τους ανώνυμους νεκρούς δεν αρμόζουν επικήδειοι και στάση προσοχής. Χαρακιά στον τοίχο της συνείδησής μας τούς πρέπει να μας υπενθυμίζει ότι κάποτε ήταν εδώ.-
http://lazarouyiannis.blogspot.gr