Εκείνοι που δεν αγόρασαν ποτέ σπίτι.
“Κι εγώ λέω σε σας ανάμεσα,
στους ξεχωριστούς ξεχωριστός:
Ούτε σπίτια, ούτε καλύβια, ούτε τσαντήρια·
στο μεγάλο αφεντοπάλατο της πλάσης
μια μονάκριβη σκεπή μου·ο ουρανός!”
Κωστής Παλαμάς -Από το Δωδεκάλογο του ΓύφτουΚωστής Παλαμάς -Από το Δωδεκάλογο του Γύφτου
————————————————————————————————————————————————–
“Μα αληθινοί ταξιδευτές εκείνοι είναι που φεύγουν
μονάχα για να φύγουνε, καρδιές λαφρές καθώς
μπαλόνια, το μοιραίο τους ποτέ δεν τ΄αποφεύγουν
χωρίς να ξέρουν το γιατί, πάντοτε λένε: Εμπρός!”
Charles Baudelaire-Απόσπασμα από «Το ταξίδι»-Μεταφρ. Γ. Σημηριώτης
Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για όλα τα προβλήματα της ζωής σου,
ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου…
Όμως, μπορώ να σ’ ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου.
Δεν μπορώ ν’ αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου.
Όμως… όταν με χρειάζεσαι θα είμαι εκεί μαζί σου.
Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματά σου.
Μόνο μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου, να κρατηθείς και να μην πέσεις.
Οι χαρές σου, οι θρίαμβοι και οι επιτυχίες σου δεν είναι δικές μου.
Όμως ειλικρινά απολαμβάνω να σε βλέπω ευτυχισμένο.
Δεν κρίνω τις αποφάσεις που παίρνεις στη ζωή σου.
Αρκούμαι να σε στηρίξω, να σου δώσω κουράγιο και να σε βοηθήσω αν μου το ζητήσεις.
Δεν μπορώ να περιορίσω μέσα σε όρια αυτά που πρέπει να πραγματοποιήσεις.
Όμως… θα σου προσφέρω τον ελεύθερο χώρο που χρειάζεσαι για να μεγαλουργήσεις.
Δεν μπορώ να αποτρέψω τις οδύνες σου όταν κάποιες θλίψεις σου σκίζουν την καρδιά.
Όμως μπορώ να κλάψω μαζί σου και να μαζέψω τα κομμάτια για να τη φτιάξουμε ξανά πιο δυνατή.
Δεν μπορώ να σου πω ποιος είσαι, ούτε ποιος πρέπει να γίνεις.
Μόνο μπορώ να σ΄ αγαπώ όπως είσαι και να είμαι φίλος σου.
Όμορφη και παράξενη πατρίδα
Ωσάν αυτή που μου’λαχε δεν είδα.
Ρίχνει να πιάσει ψάρια,πιάνει φτερωτά,
Στήνει στη γη καράβι,κήπο στα νερά.
Κλαίει,φιλεί το χώμα,ξενιτεύεται,
Μένει στους πέντε δρόμους,αντριεύεται.
Κάνει να πάρει πέτρα,τηνε παρατά,
Κάνει να τη σκαλίσει,βγάνει θάματα.
Μπαίνει σ’ένα βαρκάκι,πιάνει ωκεανούς,
Ξεσηκωμούς γυρεύει,θέλει τύραννους.
Όμορφη και παράξενη πατρίδα
Ωσάν αυτή που μου’λαχε δεν είδα…
Στίχοι:Οδυσσέας Ελύτης
Να φεύγεις, να φεύγεις, να φεύγεις
ώσπου να βρεις τις ακτές
που χρόνια, τα χρόνια στολίζουν
με σημαιάκια του χτες
οι αιώνες
ξεβαμμένες, αρχαίες εικόνες
μεγαλεία
σκονισμένα σε ράφια βιβλία
μα εσύ πρέπει πάντα να φεύγεις
να βρίσκεις τις φοινικιές
που κάθε τους λόγχη σου δείχνει
μια απ’ τις παλιές σου μορφές
Γόνος, νόθος του θεού του ήλιου
καπετάνιος, σε πλωτό νου Νείλου
Αλχημίστας κι ιερέας δικαστής
Νέγρος ταξιτζής μέσα στο Χάρλεμ
Αριβίστας ζιγκολό στο Σάλεμ
Καζανόβας και Λατίνος εραστής
Λαδωμένος παλαιστής του Σούμο
Πακιστανός μούτσος σ’ ένα τσούρμο
που βυθίζεται ανοιχτά των Αντιλλών
Γελαστός παλιάτσος και ακροβάτης
μεσ’ το Σόχο ζόρικος προστάτης
γόης εξαθλιωμένων γυναικών
Όλα γυρίζουν, ξαναγυρίζουν
λειώνουν τελειώνουν
και ξαναρχίζουνε
Ίωνας φιλόσοφος και ρήτωρ
Στη Σεβίλλη ταύρος επιβήτωρ
Που πεθαίνει σ’ του τορέρο το σπαθί
Δολοφόνος ενός πρώην τσάρου
Φύλακας ενός σβησμένου φάρου
Αμανές σε Οθωμανικό τζαμί
Στα βουνά της Αφρικής αντάρτης
ήρωας πολεμιστής σακάτης
τα παράσημα του βγάζει στο σφυρί
Μάγος του Αμαζονίου μάντης
κολασμένος συγγραφέας Δάντης
Σαμουράι πέρα στην Ανατολή.
Όλα γυρίζουν, ξαναγυρίζουν
λειώνουν τελειώνουν
και ξαναρχίζουνε
Κι όμως πρέπει πάντα να φεύγεις
να βρίσκεις τις φοινικιές
φλεγόμενες βάτους που λένε
σαν τις σειρήνες, ψευτιές
Να φεύγεις, να φεύγεις, να φεύγεις
ν’ ακολουθείς τις φωνές
στους δρόμους που πάντα φωτίζουν
φλεγόμενες οι φοινικιές