Σε μεγάλο, ανοικτό πεδίο πολιτικών και εκλογικών πειραματισμών έχουν μετατραπεί οι επικείμενες ευρωεκλογές και αυτοδιοικητικές εκλογές.
Το σημερινό, ασταθές και αμήχανο πολιτικό σύστημα επιχειρεί να εκμεταλλευθεί το ρευστό πολιτικό κλίμα για να παγιώσει σχήματα και να επαναπροσδιορίσει ρόλους.
Βέβαια, αυτή η προσπάθεια πολιτικής επανακατάταξης είναι κάτι που ούτως ή άλλως συνήθως γίνεται σε όλες τις εκλογικές περιόδους. Εδώ όμως, στην Ελλάδα του σήμερα, με την κατάσταση αναταραχής που επικρατεί μετά τα επώδυνα Μνημόνια και τις εξαντλητικές πολιτικές λιτότητας, η επιχείρηση αναδιαμόρφωσης της πολιτικής τάξης της χώρας αποκτά ζωτικά χαρακτηριστικά για την επιβίωση του σημερινού πολιτικού συστήματος εξουσίας, με άλλα μέσα!Υπάρχοντα, ακόμη, κόμματα-στυλοβάτες του παλαιού πολιτικού κόσμου, αυτού που κυριάρχησε στην εποχή της μεταπολίτευσης, βρίσκονται αντιμέτωπα με το σοβαρό ενδεχόμενο της εξαφάνισής τους από τον εκλογικό και πολιτικό χάρτη, αν και στους κοινωνικούς χώρους η παρουσία τους, με την παλιά ή νέες μορφές εκπροσώπησης, είναι ακόμη ιδιαιτέρως αισθητή (ΠΑΣΟΚ). Γι’ αυτό ίσως ο πρόεδρός του Ε. Βενιζέλος διαμηνύει ότι θα διαψευσθούν όσοι βιάζονται να διαγράψουν το ΠΑΣΟΚ από τη πολιτική σκηνή. Δεν μας διευκρίνισε ωστόσο εάν στην «έννοια» ΠΑΣΟΚ συμπεριλαμβάνει και την όποια οβιδιακή μεταμόρφωσή του.
Η αλήθεια είναι ότι αυτή τη στιγμή, μετά την ταχεία καθίζηση των δυνάμεων της λεγόμενης σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, ο χώρος της πάλαι ποτέ κραταιάς Κεντροαριστεράς παραμένει ορφανός και διεκδικούμενος.
Το εγχείρημα των «58» έχει δύο στόχους: Πρώτον, να επανασυγκροτήσει-επανασυγκολλήσει το διαλυμένο και κατακερματισμένο αυτό πολιτικό χώρο με όρους όμως που να διαιωνίζουν την κυριαρχία του υφιστάμενου πολιτικού status quo. Και, δεύτερον, να δώσει λύσεις στο πολιτικό αδιέξοδο που θεωρείται δεδομένο ότι θα δημιουργηθεί στη δημόσια ζωή της χώρας, κυρίως σε σχέση με την εκπροσώπηση του εκλογικού σώματος και τη συγκρότηση σταθερών κυβερνήσεων.
Η«Κεντροαριστερά», όσο κι αν ο όρος είναι αυτή τη στιγμή συκοφαντημένος, από τη στάση όλων των «κεντροαριστερών» κομμάτων στην Ε.Ε. υπέρ των πολιτικών λιτότητας που οδήγησαν σε κοινωνική εξαθλίωση των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, παραμένει ένα πολιτικό «ζητούμενο». Κι αυτό γιατί, παραδοσιακά, αποτελεί έναν βασικό πυλώνα στήριξης της πολιτικής οργάνωσης της μεταπολεμικής ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Ετσι, η αδυναμία της να υπάρξει πλέον αυτοτελώς στη χώρα μας δημιουργεί γενικότερη πολιτική αστάθεια, η οποία θα γίνει ακόμη πιο εμφανής μετά τις επόμενες εκλογές. Αυτό το κενό επιχειρούν πολλοί να καλύψουν. Μόνο που ορισμένοι το κάνουν χωρίς σεβασμό στην Ιστορία και την πραγματικότητα. Αγνοώντας το τι έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Αδιαφορώντας για τις ευθύνες όσων διαχειρίσθηκαν την εξουσία και πήραν αποφάσεις. Αυτό όμως δεν είναι επιχείρηση ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς, αλλά διάσωσης των αποτυχημένων αλλά εκλεκτών του συστήματος διαπλοκής προσώπων της. Γι’ αυτό και θα αποτύχει.
Από την άλλη, η Ν.Δ., ο έτερος πυλώνας της παλαιάς εξουσίας, φαίνεται να διατηρεί κάποιες δυνάμεις, αν και η εκλογική της επιρροή είναι πλέον εξασθενημένη. Συγκεντρώνοντας τον ισχυρό παραδοσιακό πυρήνα των συντηρητικών ψηφοφόρων, χάνει κυρίως προς τα δεξιά, από λαϊκιστικές κορόνες των δορυφόρων της (Καμμένος, Πολύδωρας) έως και την εγκληματική νεοναζιστική Χρυσή Αυγή.
Παγιδευμένη στο νέο διπολισμό της με τον ΣΥΡΙΖΑ, η Ν.Δ. με τα χαμηλά ιστορικά ποσοστά της έχει πλέον σοβαρό υπαρξιακό πολιτικό πρόβλημα. Ακόμη και στην υποθετική περίπτωση που έρθει πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές, η Ν.Δ. δεν θα μπορεί να βρει κυβερνητικό εταίρο.
Στο πλαίσιο αυτό, η προσπάθεια δημιουργίας κομμάτων στον ευρύτερο κεντροδεξιό χώρο απαντά σ’ αυτήν ακριβώς την αδήριτη αναγκαιότητα συμμαχιών που αυτή τη στιγμή είναι αδύνατον να μορφοποιηθούν σε κάτι απτό και συγκεκριμένο. Η πιθανότητα ενός μεγάλου «συνασπισμού», δηλαδή μιας συνεργασίας Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ, που ορισμένοι σκοπίμως καλλιεργούν τελευταία, πέρα από σενάριο επιστημονικής πολιτικής φαντασίας, αποδεικνύει τα αδιέξοδα του σημερινού συστήματος εξουσίας. Γι’ αυτό και έχουν βαλθεί όλοι να ανασυντάξουν τον μεσαίο, «κεντροαριστερό χώρο».
Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μεγάλο πολιτικό πρόβλημα. Με δεδομένο ότι δεν θα πετύχει μάλλον αυτοδυναμία, η συγκρότηση προοδευτικής κυβέρνησης έχει πολλούς άγνωστους παράγοντες. Η αδυναμία αυτή επαναφέρει το θέμα της πολιτικής συμμαχιών του κόμματος, το οποίο σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση της γενικότερης πολιτικής στρατηγικής εντείνει την εσωτερική ένταση στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Γι’ αυτούς τους λόγους τα εκλογικά πειράματα που επιχειρούνται θα καθορίσουν σε σημαντικό βαθμό τις εξελίξεις.
c.zervas@eleftherotypia.net