Οι λέξεις μπήκαν στη ζωή μας για να μας διευκολύνουν. Αν δεν υπήρχαν οι λέξεις, θα ήμασταν αναγκασμένοι, κάθε φορά που θα θέλαμε να αναφερθούμε σε ένα τραπέζι, να το κουβαλάμε μπροστά μας να το δείχνομε.
Το ίδιο και με ένα δέντρο: θα έπρεπε, όποτε θα θέλαμε να αναφερθούμε σε αυτό, να πηγαίνομε μπροστά του να το δείχνομε. Και πάει λέγοντας. Τι πιο απλό, λοιπόν, από αυτό που κάνομε τώρα που έχομε στη διάθεσή μας τις λέξεις: να αρθρώνομε ή να γράφομε την λέξη «τραπέζι» ή την λέξη «δέντρο» όποτε θέλομε να αναφερθούμε σε ένα τραπέζι ή ένα δέντρο, κι αυτό είναι όλο.
Οι λέξεις, όμως, όσο χρήσιμες κι αν μας είναι στην ζωή, κρύβουν κινδύνους -όπως συμβαίνει, άλλωστε, και με τα ίδια πράγματα όπου αναφέρονται. Το σφυρί, ασφαλώς, το έχομε για να καρφώνομε. Αυτός είναι ο σκοπός που φτιάχτηκε. Το ίδιο αυτό σφυρί, ωστόσο, μπορεί να το χρησιμοποιήσει κανείς, για να απειλήσει κάποιον ή και να τον σκοτώσει ακόμα. Αλλά γι’ αυτό, βέβαια, φταίει όχι το σφυρί, αλλά η κακή χρήση του. Το ίδιο και με τις λέξεις. Πόσες φορές τις μεταχειριζόμαστε διαφορετικά από τον σκοπό για τον οποίο επινοήθηκαν, με αποτέλεσμα, ανυποψίαστοι, να υποπίπτομε σε σφάλματα.Ο Βιτγκενστάιν, αναφερόμενος στο σινάφι του, στους φιλοσόφους, υποστήριξε ότι όλα τα λάθη τους οφείλονται στην κακή εκ μέρους των χρήση των λέξεων και ότι η απάλειψή τους επιτυγχάνεται με την επαναφορά των λέξεων στην σωστή χρήση τους, με την ευθυγράμμισή τους προς τον σκοπό που δημιουργήθηκαν.
Η λέξη «ψυχή», ορισμένως, επινοήθηκε, προκειμένου, όπως είπε ο Αριστοτέλης, να ορισθεί η μορφή του ανθρώπου ως ζώντος οργανισμού σε αντιδιαστολή προς τον άνθρωπο ως νεκρό σώμα. Ο εν ζωή άνθρωπος κάνει πλήθος από πράγματα που ένα πτώμα αδυνατεί να κάνει: κινείται, σκέφτεται, ονειρεύεται, τέρπεται, οργίζεται, ζηλεύει, ερωτεύεται -και άλλα πολλά. Ολα αυτά μαζί, λοιπόν, που δίνουν σε ένα άνθρωπο ον την μορφή του ζώντος οργανισμού, συνιστούν εκείνο που με μια λέξη ονομάζεται «ψυχή».
Η σημασία, ωστόσο, της λέξης «ψυχή» έχει υποστεί ποικίλες παραχαράξεις. Η πιο διαδεδομένη μεταξύ των εσφαλμένων χρήσεων της λέξης «ψυχή» είναι ότι οι χειριστές της, παρασυρμένοι από μιαν αυθαίρετη αναλογία, την μεταχειρίζονται, για να δηλώνουν μιαν άυλη οντότητα μέσα μας. Οπως, δηλαδή, η λέξη «τραπέζι» αναφέρεται σε ένα αντικείμενο, κατά τρόπον ανάλογο, υπέθεσαν, και η λέξη «ψυχή» θα πρέπει να αναφέρεται σε μιαν οντότητα. Η διαφορά είναι ότι το τραπέζι είναι ένα αντικείμενο έξω από μας που μπορούμε να το παρατηρήσομε, ενώ η ψυχή είναι μια οντότητα που πρέπει να εγκύψομε μέσα μας για να την επισημάνομε.
Σκύβοντας, ωστόσο, μέσα μου, λέει ο Χιουμ, να δω αυτό που λέμε «ψυχή», συναντώ μόνο εμπειρίες μου -αναμνήσεις, προσδοκίες, συναισθήματα, σκέψεις, εμμονές και άλλα τέτοια. Απόδειξη ότι δεν υπάρχει τίποτε πίσω από τις εμπειρίες μου είναι το γεγονός ότι, όταν κοιμάμαι, οπότε σβήνουν μέσα μου όλες οι εμπειρίες που έχω όταν είμαι εν εγρηγόρσει, δεν έχω την παραμικρή αίσθηση ότι υπάρχω. Μαζί με την διαγραφή των εμπειριών μου, διαγράφεται και η ψυχή, η οντότητα που, όταν δεν κοιμόμαστε, υποθέτομε ότι υπάρχει πίσω από τις εμπειρίες μας. Η ψυχή μοιάζει με μιαν ανθοδέσμη που, όταν σκορπίσουν τα λουλούδια που την συνθέτουν, εξαφανίζεται κι αυτή μαζί.
Πρέπει να μάθομε, επιτέλους, να χρησιμοποιούμε τις λέξεις σωστά: να εννοούμε, λέγοντάς τες, εκείνο για το οποίο έχουν σχεδιαστεί. Να μην λέμε «τρένο» και να καταλαβαίνομε κάτι άλλο πέρα από τα βαγόνια ή να μην αρθρώνομε την λέξη «άγημα» και να υποθέτομε ότι πέρα από τους στρατιώτες του υπάρχει κάποια οντότητα στην οποία αναφέρεται η λέξη «άγημα». Δεν αρκεί παρά να σκορπίσουν από δω κι από κει τα βαγόνια και οι στρατιώτες, για να εξαφανιστούν πάραυτα το τρένο και το άγημα.
Είναι μια ροπή του μυαλού μας αυτό: να σκεφτόμαστε πίσω από τα πράγματα που παρατηρούμε φαντάσματα. Οσο κι αν πέρασαν τα χρόνια, οι αιώνες, οι χιλιετίες, και αναπτύχθηκε ο πολιτισμός μας σε δυσθεώρητα ύψη, η ροπή του μυαλού μας να πιστεύομε σε ανύπαρκτες οντότητες εξακολουθεί να υφίσταται. Ιδού ένα ακόμη επιχείρημα στον ισχυρισμό ότι ο άνθρωπος, παρά την αναμφισβήτητη ωριμότητά του, παραμένει στο βάθος ένα παιδί.
Πρύτανης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, teopelegrinis@gmail. com