Το μοναστήρι των Αρχαγγέλων στον Πλατρειθιά στη δίνη των χρόνων και των μηνυμάτων του ουρανού και του ερέβους……
(1804-2014. Όταν η «κοινή περιουσία» κατάντησε παντοιοτρόπως ευτελέστερη της κατά τα άλλα αξιοπρεπούς «κοινής γυναίκας», κι όταν στο λόφο που, κάποτε, ονειροπολώντας, τον αποκάλεσα περήφανα «λόφο των αξιών του Πλατρειθιά», οι Πλατρειθιώτες έχτιζαν σχολεία και ηρώα τιμώντας νεκρούς που ηθελημένα ταξίδεψαν απ’ τα πέρατα του κόσμου για να πεθάνουν διεκδικώντας ελληνική γη, κι όταν μετά τους σεισμούς ξανάχτιζαν την εκκλησία τους, το καμπαναριό τους κι ανακτούσαν απ’ το κράτος το δικό τους σχολείο, κι όταν η εκκλησία τους πρόσφερε για την παιδεία ή μοίραζε κομμάτια γης σε σεισμόπληκτους και όχι ακριβώς σε ακτήμονες…όταν…όταν…).Θερμά συγχαρητήρια για ένα καλοδεχούμενο «κεραυνό» στη σκοτεινιά και την ομίχλη του χωριού μας το αντρίκιο ξεσπάθωμα του Ρίγου Βαραβαρήγου, ηχηρό αντίλαλο των, εδώ και κάποιους μήνες, σχετικών πεπραγμένων-αντιδράσεων του Ξενοφώντα Διγαλέτου, που ήλθε, επιτέλους, και ως όφειλε από τη θέση του να στηλιτεύσει τη μάστιγα της ασύστολης υφαρπαγής και οικειοποίησης της πρώην εκκλησιαστικής και τώρα κοινής περιουσίας στα υψίπεδα του λόφου των αξιών του Πλατρειθιά. Κι όλα αυτά συμβαίνουν, στα χρόνια της ξεδιαντροπιάς και της υποδούλωσης στις ασύστολες, νόμιμες στην ανομία και ασύντακτες, διαβρωμένες δημοκρατίες των καιρών μας όπου το κράτος και τα διεφθαρμένα υποκατάστατά του, όπως οι δήμοι, αδυνατούν κι απεμπολούν στο όνομα συγκεκριμένων κατά περιοχές και χρόνους συμφερόντων, να υπερασπισθούν τους συλλογικούς τους εαυτούς, να κατοχυρώσουν ό,τι τους ανήκει, ό, τι ανήκει στο κοινό σύνολο, ό,τι θα μπορούσε να διανεμηθεί, όπως διανεμήθηκε επανειλημμένα σε δύσκολες ιστορικές στιγμές, με προστατευτική διάθεση κι αγάπη, με σύνεση, δικαιοσύνη κι αξιοπρέπεια στον όποιο είχε την ανάγκη, ανάλογα με τις συγκυρίες.
Ο καλά εικονιζόμενος στο δημοσίευμα του Ρίγου τελευταίος «συρμάτινος βρόγχος του Ταξιάρχη» (μια πολύ διακριτική, επιλεκτική φωτογράφιση), μετά τον «παρ’ ολίγον βρόγχο» του Ηρώου, και τον, φαινομενικά, επαπειλούμενο του Σχολείου, ήλθε να κλείσει «στο στρατόπεδο των ευσεβών καταπατητών του Πλατρειθιά» το λόφο των αξιών μας, με τον τρόπο που λειτουργεί πανελλαδικά, έτσι, με τα υψωμένα λάβαρα της βουλιμίας και τις προτεταμένες σημαίες της αυθάδειας των υποτιθέμενων αδυνάτων και των εκάστοτε προστατών τους, στους οποίους περιλαμβάνονται, τιμητικά μάλιστα, και οι εκάστοτε δημοτικοί και άλλοι περι-άρχοντες της νεοελληνικής ύποπτης παραεξουσίας. Είναι η ακριβής και πανομοιότυπη εθνική συνταγή συναλλαγής και ευτέλειας που μας οδήγησε σταδιακά και αμετάκλητα εκεί που οδηγηθήκαμε, από την τρόικα, (α) της επιμελημένης ανομίας ή της επιτηδευμένης νομιμότητας, (β) των πολιτικών και προσωπικών συμφερόντων και (γ) της κομματικής παρα-παιδείας του ασύστολου λαβείν. (χυδαϊστί αρπάζειν). Το θέμα της κοινής περιουσίας είναι μια υπνώδης ή ηθελημένα υπνωτισμένη πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει σθεναρά και ο νέος, εκλεγησόμενος δήμαρχος, και το επιτελείο των ειδικών του συμβούλων, που, απλά ας τιμήσουν (όσο κι αν προκαλεί όλους εμάς τους νεοέλληνες η λέξη), επιτέλους, το αυτονόητο, το βασικό τους λειτούργημα, που είναι η προστασία του δημόσιου πλούτου, της δημόσιας περιουσίας, στο βαθμό που, τουλάχιστον, θα υπερασπίζονταν τη δική τους περιουσία. (Ποιος, αλήθεια, λόγος εμποδίζει την οριοθέτηση της;) Προσωπικά δεν εμφορούμαι από καμιά απολύτως αισιοδοξία ή είμαι εξαιρετικά συγκρατημένος, γιατί υπάρχουν ηχηρά και οχληρά δεδομένα, υπάρχει έννομο-άνομη «εργαλειοθήκη»’ (φαρέτρα άυλων βελών), υπάρχουν νομικίστικα κενά υπόθαλψης «νόμιμης αδράνειας ή αορίστου μετάθεσης», υπάρχουν προστατευτικά «έννομα δίκτυα», «θύλακες καταφυγής» και «καλώς συντηρούμενοι ημι-νόμιμοι ατραποί υπεκφυγής, έως και δοξαστικής τελείωσης» όλων εκείνων που υψώνουν τα συρματοπλέγματα της αυθαιρεσίας τους, και της αυθαδείας τους με τη βούλα π.χ. ενός άβουλου, ουσιαστικά συμπράττοντος και συνειδητά άστεγου δήμου, ανάξιου του ονόματος που φέρει, με το δημαρχείο, τον πολιτικό ναό της πόλης, να αναζητείται, ανά τας ρίμας των συμφερόντων και τας παρόδους της αλωμένης Τροίας, παράλληλα με το «Οδυσσείον», το βουλευτήριο των Ιθακήσιων του 200 π.Χ. ή το οδυσσειακό Μέγαρο του 1200 π.Χ.
Κι όλα αυτά, τα λιγότερα που θα μπορούσαν να ειπωθούν για τα θιακά συρματοπλέγματα περί τον Ταξιάρχη του Πλατρειθιά, σε αντιδιαστολή με ότι συνέβαινε στην «υπόδουλη Ιθάκη της ευνομίας και της ευταξίας» του 1804. Κι όλα αυτά, πριν η Ιθάκη αποκτήσει σχολεία, κι οι Θιακοί αποκτήσουν γνώσεις και εμπειρίες κόσμων και πολιτισμών. Κι όλα αυτά σε αντιδιαστολή με όσα έκαναν οι αμόρφωτοι και υπόδουλοι Θιακοί του 1800! Εις δόξαν του επιπέδου της σημερινής παιδείας, της κοινωνικής και πολιτικής αγωγής, της αυθαδώς λεγόμενης πολιτιστικής και περιβαλλοντικής στάθμης, μέσα στα τόσα αστάθμητα και άκαιρα των καιρών των πολλών άβουλων, των λίγων βουλομένων και των πολλών βολεμένων. Κι όλα αυτά όταν αναδεικνύεται σε μέγιστο αγαθό και ζητούμενο η υφαρπαγή κάθε μορφής κομματιού γης που θα αξιοποιηθεί στο οικοπεδοφαγικό χρηματιστήριο, το χρηματιστήριο των πουλημένων και εξαγορασμένων καιρών «του φταιξίματος των άλλων». Κι όλα αυτά επειδή τα τελευταία ίχνη μιας κάποιας κοινωνικής ηθικής μοιάζουν να θάφτηκαν στα συντρίμμια των σεισμών του 1953, τότε που ακόμα προστάτευαν την κάθε σπιθαμή γης οι άτεγκτοι αγροφύλακες και οι ίδιοι οι άνθρωποι. Κι όλα αυτά γιατί υπάρχει και δοξάζεται η απόλυτη επιβολή του νόμιμου ή υποτιθέμενου νόμιμου πάνω στο ηθικό.
Το αιδώς Αργείοι, ισχύει για όλους μας και κάποια ακάνθινα συρματοπλέγματα ανθρώπων είναι τόσο οδυνηρά για το συλλογικό υποσυνείδητο όσο και το ακάνθινο του θεανθρώπου.
Πριν κλείσω, αγαπητοί αναγνώστες, δείτε και φωτιστείτε (αν θέλετε) ένα κομμάτι-μάθημαθιακιάς ιστορίας που αφορά τον Πλατρειθιά, τον ίδιο τον Ταξιάρχη, το σκεπτικό των υπόδουλων και αγράμματων ανθρώπων της ίδιας γης, τη λαχτάρα για ένα σχολείο και ένα δάσκαλο (όπως εμείς οι παλιοί πολύ καλά βιώσαμε).
1804. Φεβρουάριος, 1. Ο «περί Εκπαιδεύσεως νόμος».
«Ψηφίστηκε ο ‘περί Εκπαιδεύσεως νόμος’ που προέβλεπε την ίδρυση δυο ‘προκαταρκτικών σχολείων’ σε κάθε ένα από τα μικρά νησιά. Για τη συντήρηση των σχολείων και την κάλυψη των δαπανών του σχολείου της Ιθάκης θα συνεισέφεραν οι εν ενεργεία μονές της Ιθάκης με φόρους ανάλογους των εισοδημάτων τους, ενώ οι εγκαταλειμμένες μονές θα πρόσφεραν τα κτήματα που τους ανήκαν τα οποία θα νοικιαζόταν προς όφελος του ταμείου της παιδείας. Η επιτροπή την οποία διόρισε ο Πρύτανης Ιθάκης Μοντεσάντος για να επιμεληθεί της εξεύρεσης των αναγκαιούντων πόρων για τη συντήρηση του σχολείου που θα ιδρυόταν στην Ιθάκη, γνωμοδότησε την επιβολή φόρου σε τρεις οργανωμένες και κανονικά λειτουργούσες μονές του νησιού, ανάλογου με τα εισοδήματά τους και συγκεκριμένα όρισε ότι: ‘‘επί μεν της μονής των Ταξιαρχών εις Μεσοβουνόν Εξωγής –Πλατρειθιά- γρόσια 230 ετησίως, επί της Μονής της Θεοτόκου εις Καθαρά γρόσια 170, και επί του Αγίου Νικολάου εις Μαυρωνά γρόσια 100, να δημευθώσι δε αι πρόσοδοι των Ταξιαρχών Περαχωρίου».
Επειδή όμως οι φόροι αυτοί δεν ήταν επαρκείς και ήταν αδύνατον να εξευρεθούν άλλοι, η Γερουσία με ψήφισμά της αποφάσισε τη συμπληρωματική ενίσχυση του πτωχού ταμείου Ιθάκης με βοήθεια του ταμείου παιδείας άλλων ευπορότερων νησιών, ώστε να μπορέσει να συντηρήσει το αναγκαίο σχολείο της.
Σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις που πάρθηκαν στην Ιθάκη επρόκειτο να ιδρυθεί μια προκαταρκτική σχολή με δύο δασκάλους διηρημένη σε δυο τάξεις. Στην μία τάξη θα διδάσκονταν γραφή και ανάγνωση ελληνικά και ιταλικά και στη δεύτερη αρχές της γαλλικής γλώσσας, στοιχεία ηθικής, στοιχειώδη αριθμητική, στοιχεία γεωγραφίας και ιστορίας, κυρίως ελληνικής, το σύνταγμα της Πολιτείας και τους Εθνικούς κώδικες. Επίσης οι νέοι θα μάθαιναν από μνήμης «ποιήματα εγκωμιαστικά, ενάρετων πράξεων». Αποφασίστηκε επίσης ότι όταν θα το επέτρεπαν οι πόροι του νησιού θα ιδρύονταν και μια τρίτη τάξη όμοια εκείνης που είχε ιδρυθεί στα μεγαλύτερα νησιά και την Λευκάδα. Σ’ αυτήν θα διδάσκονταν οι νέες γνώσεις της γενικής ιστορίας, αρχές λογικής και των γραμμάτων, ιδίως ρητορική, βασικές γνώσεις γεωμετρίας, αγρομετρίας και αριθμητικής, εξήγηση των κυριότερων φυσικών φαινομένων και γνώσεις σχετικές με τα συνηθέστερα γεωργικά προϊόντα.
Η διάρκεια υπηρεσίας των δασκάλων ορίζονταν σε οκτώ χρόνια, διάστημα κατά το οποίο απαγορευόταν η απόλυση τους, παρά μόνο σε περιπτώσεις που αποδεικνύονταν ένοχοι αμέλειας ή ανηθικότητας και βέβαια μετά την απολογία τους, ενώ επιτρεπόταν ο επαναδιορισμός τους μετά τη λήξη της οκταετίας. Ο μισθός οριζόταν σε 14 τάλιρα μηνιαίως για τον δάσκαλο της πρώτης τάξης και 18 τάλιρα για τον δάσκαλο της δεύτερης. Επίσης οριζόταν και η σύνταξη των δασκάλων. Σύμφωνα με το νόμο όσοι συμπλήρωναν υπηρεσία τριάντα ετών και ηλικία 75 έπαιρναν ως σύνταξη το μισό του εν ενεργεία μισθού τους. Οι επιθυμούντες να διορισθούν ως δάσκαλοι όφειλαν με προθεσμία 15 ημερών να το γνωστοποιήσουν στα γραφεία της διοικήσεως και να υποβληθούν σε εξετάσεις πενταμελούς επιτροπής από ‘‘πεπαιδευμένους άνδρες’’ στην Κεφαλληνία’’
——————-
Αυτά, κι αν χρειαστεί να πληθύνουν τα σπίτια των νεκρών του Πλατρειθιά, θ’ αγοράσει με δανεικά – μη νοιάζεστε- η κοινωνία της σάπιας, χρεοκοπημένης Πολιτείας μας, που όλα τα πληρώνει, εξαγοράζοντας και τα συρματοπλεγμένα και αρπαγμένα πρώην δικά της κομμάτια γης με εύλογο, φυσικά, τίμημα, όπως πάντα! Α! ναι. Και με τη σχετική μίζα στον πάντα καλά κρυμμένο μιζαδόρο στο κομματικό πέπλο της μόδας που πάντα αιωρείται αθέατο, σαγηνευτικό και χαρίεν! Το νόμιμο υποσύστημα καραδοκεί, έτσι ώστε το όποιο ηθικό σύστημα να παραμένει πάντα εκτός λειτουργίας (και εντός συρματοπλεγμάτων).
Ευχαριστώ , με ελαφρά υπόκλιση, και «καλή ψαριά» στα θολά νερά, Ρίγο Βαρβαρήγο!
Υ.Γ. Οι βροχές του ρείθρου κατέβασαν, φαίνεται, νερά πολλά και πάνε να ξεπλύνουν κάτι ρυπαρό. Α! και κάτι πιο βαθύ και σπουδαίο! Κάποιες ψυχές ηρώων, ξεχασμένων Πλατρειθιωτών του Ηρώου μας, που ήλθαν προαιρετικά από τα πέρατα του κόσμου να μεγαλώσουν ματωμένες σπιθαμές την πατρίδα πολεμώντας, ξηλώνοντας τούρκικα συρματοπλέγματα, θα σκιρτήσουν από μια κάποια χαρά δικαίωσης, μια σπίθα πατριωτικής αγαλλίασης, μια στάλα Ταξιαρχικής ευλογίας!
Υ.Γ.2 Ο γράφων, λόγω ηλικίας, θυμάται καλά όχι μόνο τον περίβολο, τον ζωτικό χώρο του Ταξιάρχη, αλλά έζησε και τον τελευταίο του επιχειρηματικό βραχίονα, το ιπποκίνητο ελαιοτριβείο του, όπου αλέθονταν, εκτός των άλλων, και οι καρποί από τα τότε ελαιόδενδρά του. Χάθηκαν σταδιακά όλα τα ίχνη, ακόμα κι εκείνα του λιθόστρωτου που κατέβαινε ως το Μεσοβουνό! Κι όλα αυτά με τους νεκρούς να ασφυκτιούν και να εξανίστανται αναζητώντας όχι τα χαμένα ίχνη της περιουσίας των Ταξιαρχών, αλλά τη στοιχειώδη άνεση στο μεταθανάτιο ύπνο τους. Η Γη των Ταξιαρχών, Ρίγο, δεν ανήκει στους νεκρούς, ανήκει σ’ όσους, νέο-ελληνικότατα την διεκδικούν!
Δημήτρης Παΐζης-Δανιάς (ανιχνεύοντας από επαγγελματικό εθισμό ένα κάποιο στίγμα απογείωσης (στο χώρο του ωραίου και τ’ αληθινού του συχωρεμένου ποιητή) στα θολωμένα νερά ενός κάποτε υπερήφανου, υψιπετούς λόφου).