Βεβαιότατα και υπήρξε. Γι’αυτόν θα μιλήσουμε, σήμερα, φίλοι μου. ‘Οχι πως δεν ηταν από μόνο του το Θιάκι ένας παράδεισος τότε και ολοένα αναφερόμαστε σε παλιά βιώματα, που έχουν μείνει ανεξίτηλα μέσα μας. Με έκπληξη βλέπω ότι τα διαβάζουν νέοι κι αυτό με ευχαριστεί ιδιαίτερα.
Δεν κάνω την δασκάλα, ούτε ισχυρίζομαι ότι το ποτάμι δεν πάει μπροστά.’ Εχω ισχυρές μνήμες και τις καταθέτω, τίποτα πιο απλό.
Λοιπόν, στο θέμα μας: Κηποθέατρο τότε ο “Παράδεισος” (σήμερα στη θέση του είναι μαγαζί με γεωπονικά είδη, απέναντι από την Αστυνομία). Σας γυρίζω καμμιά πενηνταριά χρόνια πριν. ‘Οχι και πολλά, έτσι ; Μισό αιώνα ! Κάντε ένα come bacK, δεν θα βγείτε χαμένοι.
Κηποθέτρο, καταπράσινο λοιπόν, και καφενεδάκι συγχρόνως, που διατηρούσε με ευλάβεια και συνέπεια ο μπάρμπα Νίκος ο Σουρλής. Χαρακτηριστική φιγούρα. Μικρόσωμος, αδυνατούλης, σχεδόν γεράκος, όπως τον θυμάμαι εγώ, με την πεντακάθαρη άσπρη ποδιά του, σε υποδεχόταν με χαμόγελο πάντα, σου πρόσφερε “υποβρύχιο”, λουκούμι με οδοντογλυφίδα, γλυκά του κουταλιού και..αγάπη !
‘Ανοιγε μόνο τα καλοκαίρια και καλούσε καραγκιοζοπαίκτες και τα γνωστά “μπουλούκια”, που έκαναν θραύση τότε, στη διψασμένη από θέαμα επαρχία
Είχε διαμορφώσει τόσο ωραία τον κήπο του, που αν καθόσουν στα πέτρινα , αμετακίνητα τραπεζάκια του, αισθανόσουν βασιλιάς, ιδιαίτερα τα βράδια με τα πολύχρωμα λαμπiόνια από πάνω σου. Τι ντιζάϊν, μου λες εσύ και σαχλαμάρες !
Θεατρική σκηνή δεν υπήρχε. Για πότε τη σκάρωναν οι περιοδεύοντες αυτοί θίασοι, δεν λέγεται.
Κάτι βαρέλια πετρελαίου, μια κόκκινη κουρτίνα, κάτι δοκάρια κι έτοιμη η σκήνή στο λεφτό !
Ολιγομελής συνήθως οι…θίασοι, που ήταν παντα οικογενειακοί. Να σκεφτείτε ότι, ο πρωταγωνιστής ήταν εξήντα χρόνων και υποδύονταν ρολους εικοσάρηδων ! Η δε πρωταγωνίστρια, που σχεδόν πάντα, ήταν η σύζυγος του θεατρώνη, με το παχύ κόκκινο κραγιόν της και το βαμμένο ξανθό μαλλί της, με τα λαμέ, φανταχτερά φορέματά της, εντυπωσίαζε.
Εκεί, στον “Παράδεισο”, παρακολούθησα δύο παραστάσεις. Την “Γενοβέφα” και τον “Αγαπητικό της βοσκοπούλας”. Στην “Γενοβέφα “, νομίζω, είχε μια σκηνή μ’ ενα μαχαίρι που κατέληξε τελικά στο στήθος του “τρίτου προσωπου “ . Το τι ώ και ού, ακουστήκανε από το κοινό δεν λέγεται.
Θίασοι της κακιά συμφοράς , σας λέω. Κάτι φουστανέλλες, κάτι αισθηματκά σενάρια και φεύγαμε με γεμάτη την ψυχή. Βρε, τι συμβαίνει στον έξω κόσμο λέγαμε και ανοίγανε λίγο τα μάτια μας.
Και μόνο γι’αυτό, τον ευχαριστούμε τον μπάρμπα Νίκο τον Σουρλή. Μας εισήγαγε σ’ ενα κόσμο γνώσεων και θεάματος. Είχαμε μαύρα μεσάνυχτα τότε.
‘ Ετσι ήταν, πολύ-πολύ αργότερα καταλάβαμε την προσφορά του. Με τις ανορθογραφίες, τα κιτς, τις ατέλειές τους οι παραστάσεις αυτές μας έμπασαν σ’ένα κόσμο, που ούτε καν τον φανταζόμαστε! Μας ξύπναγε ευχάριστα, είχαμε κάτι να δούμε βρε αδερφέ, μες στο σκοτάδι της εποχής.
Μια Θιακιά