κάπως έτσι αισθάνομαι
από διον διομ μανιά
στον φίλο μου aris και κωνσταντίνο
O «ΤΕΛΕΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ»
Θεέ των χαμένων ψυχών, συ ο χαμένος μέσα στους θεούς τους άλλους, άκουσέ με.
Ευγενικό Πεπρωμένο που εποπτεύεις μας, τα τρελά περιπλανώμενα πνεύματα, άκουσέ με:
Κατοικώ στο επίκεντρο μιας τέλειας ράτσας, εγώ ο υπερατελής.
Εγώ, ένα χάος ανθρώπινο, ένα νεφέλωμα από συγχυσμένα στοιχεία, κινιέμαι ανάμεσα σ’ εντελείς κόσμους -λαούς με τέλειους νόμους κι απαρασάλευτη τάξη. Που έχουν σκέψεις ταξινομημένες, που έχουν όνειρα διευθετημένα και που τα οράματά τους είναι καταγραμμένα και αρχειοθετημένα.
Οι αρετές τους, ω Θεέ, πέρασαν από την μεζούρα κι από την ζυγαριά.
Τα κρίματά τους -κι ακόμα τα απροσμέτρητα όσα ξέφυγαν στην αχλύ του λυκόφωτος που δεν υπάρχει αρετή ή αμαρτία- κι αυτά καλά λογαριασμένα είναι και καταχωρισμένα.
Εδώ, μέρες και νύχτες διανέμονται σε εποχές συμπεριφοράς και κυβερνιούνται από κανόνες άσφαλτης ακρίβειας.
Να φας, να πιεις, να κοιμηθείς, να σκέπεις τη γύμνια σου, και τέλος να «κουράζεσαι εν πρέποντι χρόνω».
Να δουλεύεις, να παίζεις, να τραγουδάς, να χορεύεις και τέλος να πλαγιάζεις, στου ρολογιού τον «ενδεδειγμένον κτύπον».
Να σκέφτεσαι «έτσι», να αισθάνεσαι «τόσο», και τέλος να παύουν σκέψεις και αισθήματα, μόλις κάποιο καθορισμένο αστέρι ανατείλει στον «μεμακρυσμένο» ορίζοντά σου.
Να ληστεύεις, έναν γείτονα, με ένα χαμόγελο.
Να επιδαψιλεύεις δώρα με περίκομψες χειρονομίες.
Να καταστρέφεις μία ψυχή με μία λέξη.
Να καρβουνιάζεις ένα σώμα με μία ανάσα.
Και τέλος, να «νίπτεις τας χείρας σου».
Τελείωσε το έργο σου κι αυτής της μέρας.
Να ερωτεύεσαι σύμφωνα με την «κατεστημένη» τάξη, να διδάσκεις τον καλύτερο εαυτό σου με «προδιαγεγραμμένο» τρόπο, να λατρεύεις τους θεούς «ευαρμόστως», να μηχανορραφείς με τους δαιμόνους «τεχνηέντως», και τέλος να λησμονάς τα πάντα -σάμπως να σου ‘χει πεθάνει η μνήμη.
Να στοχάζεσαι υστερόβουλα, να προμελετάς λελογισμένα, να ευτυχείς αβρά κι αριστοκρατικώς να υποφέρεις· και τέλος να τρυγάς την κούπα «μέχρις ρανίδος» για να μπορείς να την ξαναγεμίσεις.
Αύριο πάλι.
Όλα αυτά, ω Θεέ, που έχουν προβλεπτικά συλληφθεί, που έχουν αποφασιστικά γεννηθεί, που έχουν ακριβόλογα γαλουχηθεί, που έχουν με κανόνες κυβερνηθεί, λογοκρατικά κατευθυνθεί, και που έχουν: σφαχτεί και και θαφτεί σύμφωνα με προκαθορισμένη μέθοδο. Κι ακόμα κι οι σιωπηλοί τους τάφοι, που κείτονται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, είναι μαρκαρισμένοι κι αριθμημένοι.
Ένας τέλειος κόσμος, είναι. Ένας κόσμος ολοκληρωμένης τελειότητας, ένας κόσμος υπέρτατης θαυματουργίας, τ’ ωριμότερο φρούτο στου Θεού τον κήπο, η μεγαλοφυέστερη βούληση του σύμπαντος.
Μα γιατί πρέπει να βρίσκομαι κι εγώ εδώ, ω Θεέ, εγώ ένας άγουρος σπόρος απ’ ανεκπλήρωτο πάθος, μια τρελοκαταιγίδα που δεν ψάχνει για ανατολή μηδέ για δύση, ένα αποπλανημένο θραύσμα από έναν, που εκρήχτηκε, πλανήτη;
Γιατί βρίσκομαι εδώ, ω Θεέ των χαμένων ψυχών, συ που σαι χαμένος μέσα στους θεούς τους άλλους;
3 Comments
k. nt.
Αφιερωμένο σε δύο φίλους λες αλλά στην φωτογραφία έχεις μόνο τον ένα(aris)!!!!
υγ. ωραίος ο τίτλος-ερώτηση φίλε, απάντηση υπάρχει;;
iloveithaki
στη φώτο όποος αισθάνεται έτσι.
η απάντηση στο κείμενο.
aris
Φίλε «δουδουμανιά» εσύ καλά την έβγαλες από όλη την υπόθεση, εγώ έμεινα στην ίδια θέση και χωρίς αναψυκτικό. (Άμα το έχεις και αυτό κάπως σε παρηγορεί).
Συνηθισμένη θέση κατά τα άλλα ενός σκεπτόμενου ανθρώπου.
Και όταν απογοητεύεσαι απλά από απόψεις που δεν σου «βγήκαν» για διάφορους λόγους, δε πάει στο διάολο.
Μερικές φορές (καμία σχέση με τις παρούσες συζητήσεις), όταν γνωρίζεις ότι υπάρχει «λούμπα» και προσπαθείς να διαφυλάξεις κάποιον αλλά εις μάτην, ξέρεις πόσο άσχημο είναι να κάθεσαι έτσι και να μη μπορείς να κάμεις τίποτα?
Εντάξει, ήρεμα, όλα απά στη βαβούρα γίνονται μετά μένουν οι εμπειρίες και η καλύτερη διαχείριση κάθε πράγματος, Έπειτα άμα έχεις τα γένια έχεις και τα χτένια που έλεε και ο νόνος μας.
Ένα χώρο που εκφράζει ο καθένας τις σκέψεις του έχεις, τώρα άμα περιμένεις και τέλειο κόσμο πολλά τα ζητάς . Η μη γνώση και η επιπολαιότητα συνήθως υπερτερούν, και το κακό είναι ότι αυτό είναι κάτι που αφορά τους πάντες.
Πάντως παρ΄ότι την «άρπαξα» έστω και σε «προσομοιωτή» δε σε αφόρισα, άρα υπερτερώ στα σημεία Χα χα χα χα. Καλά τι μπινελίκια μου έχωσες αλήθεια ορέ? Έβαλα και τσι τσέπες!! Χα χα χα.
Και για να είμαι ειλικρινής τα ψιλοπερίμενα γιατί ήμουνα λίγο έξω από τη «καθημερινότητα».
Οπότε τσίμπησα πάραυτα!! Χα χα χα.
Γνωρίζω από πίεση φίλε και ίσως πολύ χειρότερη, αυτές τις πιέσεις γράφτες εκεί που πρέπει. Άλλωστε η ζωή θέλει και αλατοπίπερο αλλιώς τι να την κάμεις.
Πιές και ένα κρασάκι από μένα το κουβαρντά εκ του μακρόθεν φίλε και άστα να πάνε στο διάολο.
Χουά χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα.