για το 75% των Ρουμάνων, το 74% των Βουλγάρων, το 62% των Πολωνών, το 56% των Πορτογάλων, το 53% των Ελλήνων, το 51% των Ιταλών.
Του Μπάμπη Μιχάλη
Πολυτέλεια αποτελούν πλέον για τους μισούς περίπου Ευρωπαίους οι καλοκαιρινές διακοπές. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, τέσσερις στους δέκα πολίτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν θα έχουν αυτό το καλοκαίρι τα αναγκαία χρήματα για μία εβδομάδα διακοπών μακριά από το σπίτι τους. Τα πράγματα είναι πιο τραγικά στη Νότια και την Ανατολική Ευρώπη, όπου το ποσοστό του πληθυσμού που δεν μπορεί να αντέξει το κόστος των διακοπών είναι περίπου διπλάσιο (75%). Συγκεκριμένα, το 75% των Ρουμάνων, το 74% των Βουλγάρων, το 62% των Πολωνών, το 56% των Πορτογάλων, το 53% των Ελλήνων και το 51% των Ιταλών δεν θα καταφέρουν φέτος να φύγουν για διακοπές.
Αλλά και στον πλούσιο Βορά της Ε.Ε., ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού βρίσκεται στην ίδια κατάσταση. Στη Σουηδία, πολίτες της οποίας συναντούσε κάποιος τις προηγούμενες δεκαετίες στα πιο απίθανα μέρη του πλανήτη, το 10% του πληθυσμού δεν θα φύγει φέτος για διακοπές. Ομοίως το 14% των Δανών, το 17% των Ολλανδών και το 22% των Γερμανών.
Η εξέλιξη αυτή αντικατοπτρίζει τη δραματική αύξηση της φτώχειας στην γηραιά ήπειρο και παντού στο δυτικό κόσμο, η οποία με τη σειρά της είναι αποτέλεσμα της όλο και πιο άνισης κατανομής του πλούτου.
Εισοδηματική ανισότητα
Η αγοραστική δύναμη της πλειονότητας των Ευρωπαίων πολιτών συρρικνώνεται διαρκώς μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και βασική αιτία είναι η αυξανόμενη εισοδηματική ανισότητα. Το μεγαλύτερο μέρος των κερδών από την ανάπτυξη της οικονομίας καρπώνεται μια μικρή μόνο μερίδα υψηλών εισοδημάτων, η οποία δαπανά ελάχιστα, ενώ επενδύει βραχυπρόθεσμα. Αυτό που ενδιαφέρει αυτήν την ελίτ δεν είναι η μεγιστοποίηση των κερδών της μέσω των παραγωγικών επενδύσεων αλλά του μεριδίου της στον συνολικό πλούτο που παράγει η οικονομία σε ένα έτος, στην προστιθέμενη αξία. Ενδιαφέρουν έτσι περισσότερο οι χρηματιστηριακές φούσκες που αβγατίζουν ταχύτατα τα κέρδη παρά οι παραγωγικές επενδύσεις που δημιουργούν απασχόληση, νέα εισοδήματα, κατανάλωση, ζήτηση και ανάπτυξη. Αυτή η κοντόφθαλμη επιλογή οδηγεί όμως με μαθηματική ακρίβεια σε παρατεταμένη οικονομική στασιμότητα, μαζική ανεργία, μεγέθυνση της εισοδηματικής ανισότητας, ακραία φτώχεια. Κλιμακώνει τους διαχωρισμούς μεταξύ των πολιτών και τροφοδοτεί κοινωνικές εντάσεις που μπορούν να λάβουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
………………………………………………………………………………………………………………………………..
Συνεχίστε τις… μεταρρυθμίσεις κι ο Θεός βοηθός
Συνέχιση των μεταρρυθμίσεων ζήτησε από τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου -όπως λέει- η ανάκαμψη της οικονομίας να πάψει να είναι πια «εύθραυστη και άνιση». Στις συστάσεις της προς τα κράτη-μέλη για την ενίσχυση της ανάπτυξης και την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης (Building growth: Country-specific recommendations 2014), που έδωσε χθες στη δημοσιότητα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν ξέφυγε ούτε στο ελάχιστο από τη νεοφιλελεύθερη οικονομική της λογική. Στην ανάλυσή της υποστήριξε ότι η οικονομία της Ε.Ε. είναι σε πολύ πιο σταθερό έδαφος σήμερα. Η ανάπτυξη επέστρεψε, ενώ τα δημόσια οικονομικά συνεχίζουν να βελτιώνονται, τονίζει και προτείνει την έξοδο 6 χωρών –Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχία, Δανία, Σλοβακία, Ολλανδία- από τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος. Θεωρεί ακόμη ότι οι μεταρρυθμίσεις στις περισσότερες χώρες αποδίδουν σήμερα καρπούς. Ομολογεί όμως από την άλλη πλευρά ότι η ανάπτυξη το 2014-2015 θα συνεχίσει να είναι «άνιση και εύθραυστη». Επίσης, ότι οι μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές δυνατότητες της Ε.Ε. θα συνεχίσουν να είναι χαμηλές: η υψηλή ανεργία και η δύσκολη κοινωνική κατάσταση θα βελτιωθούν ελάχιστα, ενώ το μεγάλο κενό επενδύσεων θα χρειαστεί χρόνο για να καλυφθεί. Βλέπει μέτρια αύξηση της απασχόλησης από το τρέχον έτος και μείωση της ανεργίας στο 10,4% έως το 2015. Με τέτοια χάλια -και μάλιστα 6 χρόνια από το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης- θα περίμενε κανείς από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καλέσει τις κυβερνήσεις σε άμεσες δαπάνες για την τόνωση των επενδύσεων και της οικονομίας. Η Επιτροπή όμως σκέφτεται διαφορετικά και συστήνει συνέχεια των… μεταρρυθμίσεων -με έμφαση ξανά μανά στην αγορά εργασίας, τη φορολογία, τις πιστώσεις- έως ότου κάτι αλλάξει προς το καλύτερο… Και ο Θεός βοηθός.