Του Κώστα Γεωργουσόπουλου
Γράφεται συχνά πως ο Ευριπίδης, άνθρωπος μονόχνωτος, αγοράφοβος, που ζούσε απομονωμένος στη Σαλαμίνα, συχνά έγραφε σε μια σπηλιά στην ακτή (που την εντόπισε η αρχαιολογική σκαπάνη) βλέποντας και ακούγοντας τη θάλασσα, γι’ αυτό οι τραγωδίες του είναι γεμάτες με εικόνες όπου τα ανθρώπινα πάθη παρομοιάζονται με τα θαλάσσια καιρικά φαινόμενα.
Εκτοτε οι μεταπτώσεις των καιρικών συνθηκών και ιδιαιτέρως των θαλασσινών μεταβολών έγιναν κυρίαρχα μοτίβα όχι τόσο στον μετρημένο αισθητικό κανόνα του κλασικού όσο στον ρομαντισμό. Τα μεγάλα ρομαντικά κείμενα, μυθιστορήματα, ποιήματα, θεατρικά έργα, μουσικές συμφωνίες είναι γεμάτα από φουρτουνιασμένα πάθη, καταιγίδες παθών, ερωτικά μπουρίνια, παφλασμούς αισθημάτων, τρικυμίες ψυχών και θυελλώδη μίση.
Διαβάζω ότι στο χειμερινό δραματολόγιο του Εθνικού Θεάτρου περιλαμβάνεται και η έξοχη κομεντί του Παντελή Χορν, το «Μελτεμάκι». Θυμίζω για την ιστορία πως ύστερα από την πρώτη παράσταση του έργου στον Μεσοπόλεμο, το αναβίωσε το 1957 στο «Πειραϊκό Θέατρο» ο Ροντήρης με κύριους τότε πρωταγωνιστές τον Ανδρέα Φιλιππίδη, τη Βούλα Χαριλάου, τον Γιάννη Κοντούλη κτλ.
Εκτοτε έγινε προσφιλής καταφυγή πολλών περιφερειακών και άλλων, ιδιωτικών θιάσων. Πρωταγωνίστησαν η Παπά, η Ρουμελιώτη, η Μαξούρη.
Το υβρίδιο, το θεατρικό μόρφωμα, που ονομάστηκε στα ελληνικά κομεντί, χρειάζεται γερά ταλέντα, χάρη, γούστο και ισορροπίες στο τεντωμένο σκοινί.
Επειδή έθιξα το θέμα προλογικά υπενθυμίζω πως «καιρικά», «κλιματολογικά» έργα αντιστοιχίας φύσης και αισθημάτων έχουμε: την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ, την «Καταιγίδα» του Στρίνμπεργκ, την «Μπόρα» του Οστρόφσκι, τη «Βροχή» του Μωμ, τη «Γαλήνη» του Βενέζη και το «Χαλάζι» του Ηλιάδη, τις «Φουσκοθαλασσιές» και το «Μπουρίνι» του Μπόγρη και «Ρέστια» (γαλήνια επιφάνεια, τρικυμιώδης βυθός!) της Αλκηστης Γάσπαρη.