Ζω τελευταία το δράμα φίλου, που νοσηλεύεται σε μεγάλο Νοσοκομείο, με ανίατη ασθένεια.
Ενώ είχε πέσει σε κώμα, τρεις φορές μέχρι τώρα, ξεγέλαγε ακόμα και τους γιατρούς του, πόσο μάλλον τους οικείους του. Συνερχότανε και γύριζε από τον άλλο κόσμο. Μας τηλεφωνούσαν νυχτιάτικα οι δικοί του, δυο τρεις φορές, ότι ο φίλος μας είναι στα τελευταία του και σπεύδαμε κοντά του αυτές τις δύσκολες…τελευταίες ώρες του.
Αμ δε! Πλάκα μας έκανε ο φίλος μας σκεφτόμαστε, όπως έκανε και στη ζωή του, δεν τόχει πάρει απόφαση να φύγει.
Ανασταίνεται ξαφνικά, ζητάει φαγητό, ζωηρός, ομιλητικός, αναγνωρίζει τους πάντες. Την σκαπούλαρε, σκέφτεστε. Ποιος δεν θέλει να συνέλθει και να ζήσει ενας φίλος, που συνόδευε τη ζωή μας για μισό αιώνα και βάλε! Αλλά αυτό παραπάει. Αναστατωνόμαστε, ελπίζουμε, ο Θεός είναι μεγάλος λέμε και πάλι απ’την αρχή.
Μαχητής ο φίλος μας σκεφτόμαστε, δεν θέλει να παραδοθει έτσι απλά στον θάνατο, τον παλεύει.
Ζητάει τα πιο απίθανα πράγματα να του φέρουν. Θέλει να γευτεί φρούτα, που λόγω εποχής δεν υπάρχουν, επιθυμεί φαγητά που στα καλά του ούτε τα δοκίμαζε. Αλλιώτικες, παράξενες επιθυμίες.
Θέλουμε φίλε,να παραμείνεις κοντά μας κι ένα λεπτό παραπάνω, που λένε, τέτοιες όμως κατεργαριές γιατί τις κάνεις; Φύγε ήσυχα, ειρηνικά, αφέσου. Μη το παίζεις: ο Γέρο-Δήμος πέθανε, ο Γέρο – Δήμος πάει, στα πέτρινα τ’αλώνια.
Η αυλαία πέφτει για όλους μας κάποια στιγμή. Κανείς δεν νίκησε τον χάρο. Αυτό το σπάσιμο των νεύρων τι εξυπηρετεί; Είναι σαν να λες, τώρα θα πληρώσετε για όλα. ‘Ενα είδος μεταφυσικής εκδίκησης, που δεν σου ταίριαζε όσο ήσουν ανάμεσά μας.
Πρέπει να ξέρεις και να πεθαίνεις τελικά.
Λυπάμαι φίλοι μου για το κάπως μακάβριο σημερινό μας θέμα, αλλά κι ο θάνατος μες στη ζωή είναι.
Μια Θιακιά