ΚΕΡΚΟΠΟΡΤΑ ΤΑ «ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ» ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΗΛΑΣΙΑ
Αντιδεοντολογικός για τους οφειλέτες ο Κώδικας Δεοντολογίας. Κατοικίες, επιχειρήσεις και άλλα περιουσιακά στοιχεία στα χέρια των δανειστών
Σε συναντήσεις επί συναντήσεων των συναρμόδιων υπουργών και επαφών της Αθήνας με την τρόικα επιδιώκεται να βρεθεί «κοινός τόπος» στη… βόμβα των «κόκκινων δανείων». Με τα μέχρι τώρα δεδομένα η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε τον Κώδικα Δεοντολογίας, η κυβέρνηση επιθυμεί διακαώς να δοθεί παράταση στην ισχύουσα διάταξη για προστασία από τους πλειστηριασμούς, ενώ φέρεται αποφασισμένη να υπερασπισθεί ρύθμιση βάσει της οποίας κατώτατη αποδεκτή τιμή για τον πρώτο πλειστηριασμό να λογίζονται τα 2/3 της αντικειμενικής αξίας.
Σημειώνεται ότι (σύμφωνα με το νόμο 4224/2013) προστατεύεται η κύρια κατοικία αντικειμενικής αξίας έως 200.000 ευρώ υπό την προϋπόθεση ότι το καθαρό οικογενειακό εισόδημα δεν θα ξεπερνά τις 35.000 ευρώ, η συνολική αξία κινητής και ακίνητης περιουσίας να είναι μικρότερη ή ίση με 270.000 ευρώ και το σύνολο των καταθέσεων και των κινητών αξιών του οφειλέτη να μην ξεπερνά τις 15.000 ευρώ. Κριτήρια που μένει να φανεί εάν θα μείνουν ως έχουν και δεν μεταβληθούν προς τα κάτω στην προσπάθεια της Αθήνας να κάμψει τις αντιρρήσεις των δανειστών στα άλλα ζητήματα.
Εύλογο το ερώτημα εάν και σε ποιο βαθμό ο Κώδικας Δεοντολογίας είναι όντως… δεοντολογικός για τους χιλιάδες δανειολήπτες και επαγγελματίες της αγοράς. Θα φανεί στην πράξη και έναντι ποιων… ανταλλαγμάτων θα συναινέσουν οι δανειστές στην παράταση εφαρμογής της νομοθεσίας που ζητά η κυβέρνηση. Συνεκτιμώντας πως όσο πλησιάζει η περίοδος εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας Σαμαράς – Βενιζέλος θα «παίζουν τα ρέστα τους» και το τελευταίο που θα ήθελαν είναι ενδεχόμενες αρνητικές εκπλήξεις στο θέμα των «κόκκινων δανείων» και των «πλειστηριασμών».
Οσον αφορά την κατώτατη τιμή εκκίνησης (στα 2/3 της αντικειμενικής αξίας), παράγοντες του κτηματομεσιτικού κλάδου υποστηρίζουν πως πρόκειται για παγίδα αφήνοντας το περιθώριο χειρισμού σχεδόν αποκλειστικά στις τράπεζες.
Είναι προφανές με τα «κόκκινα δάνεια» να έχουν ξεπεράσει (επισήμως…) τα 73 δισ. ευρώ και τη δυνατότητα εξυπηρέτησής τους να επιβαρύνεται δραματικά, ότι πρόκειται για «ωρολογιακή βόμβα». Ορθώς λοιπόν οι προσπάθειες για την απασφάλισή της, αν και οι προθέσεις της τρόικας είναι ενδεικτικές.
Αρχικά οι δανειστές δεν δέχτηκαν τη δημιουργία μίας λεγόμενης «κακιάς τράπεζας» (bad bank) που θα αγόραζε τα «κόκκινα δάνεια» σε εύλογη αξία (στο 40% της ονομαστικής αξίας). Ετσι οι τράπεζες θα απελευθερώνονταν και θα είχαν το περιθώριο να αποκτήσουν επιπλέον ρευστότητα και εν συνεχεία να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, την κοινωνία.
Φαίνεται όμως πως οι δανειστές δεν επιδιώκουν τη λύση του προβλήματος επ’ ωφελεία των δανειοληπτών, επαγγελματιών, αλλά στοχεύουν στην «ιδιωτική περιουσία» τους.
Η θέσπιση κριτηρίων για «δανειολήπτη συνεργάσιμο» προϋποθέτει την ολοκληρωτική συνεργασία του με το δανειστή. Θα πρέπει ο δανειολήπτης να γνωστοποιεί όλα τα προσωπικά δεδομένα του, να επικαιροποιεί πλήρως και άμεσα τα περιουσιακά και εισοδηματικά στοιχεία του, να επιβιώνει βάσει των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
Ομως ο δανειολήπτης που είτε δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί οικονομικά είτε δεν θα καλύπτει τους όρους που τίθενται από την τράπεζα, θα χαρακτηρίζεται από το δανειστή μη συνεργάσιμος και θα απελευθερώνεται αυτόματα η διαδικασία κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων του.
Στον Κώδικα αναφέρεται πως η ασυνέπεια του δανειολήπτη οδηγεί στον αποχαρακτηρισμό του ως συνεργάσιμου και η καθυστέρηση αποπληρωμής των οφειλών πέραν των 90 ημερών θα οδηγεί άμεσα σε πλειστηριασμό των ακινήτων και λήψη νομικών μέτρων από την τράπεζα.
Πρακτικά με τον Κώδικα δίνεται το χρονικό περιθώριο στις τράπεζες να αντιμετωπίσουν έστω προσωρινά τα «βουνά» των μη εξυπηρετούμενων δανείων, διευκολύνοντάς τες έτσι να βελτιώσουν την εικόνα των ισολογισμών τους.
Είναι δε περίεργο που η ΤτΕ δεν αναγνωρίζει στην πράξη το γεγονός πως η σημερινή αξία των ακινήτων είναι πολύ μικρότερη των οφειλόμενων δόσεων, δηλαδή των δανείων με τα οποία τιμολογήθηκαν οι δανειολήπτες τις «χρυσές μέρες» της κτηματαγοράς. Τότε που και οι ίδιες οι τράπεζες «πίεζαν» τους πελάτες τους να πάρουν υπέρογκα δάνεια σε μέχρι 80% υψηλότερες (αντικειμενικές τότε) τιμές.
Παρακολουθώντας την τακτική που ακολουθεί για το ίδιο θέμα η κυπριακή κυβέρνηση, θα παραμείνω εξαιρετικά επιφυλακτικός για το τι μπορεί να μεθοδεύεται στη συνέχεια. Συγκεκριμένα το νεοσυσταθέν Δημοσιονομικό Συμβούλιο της Κύπρου προειδοποιεί ότι η μη υιοθεσία της νομοθεσίας για τις εκποιήσεις εμπεριέχει σοβαρούς μακροοικονομικούς και δημοσιονομικούς κινδύνους. Προειδοποιεί δε πως λόγω ενδεχόμενης παράτασης της ύφεσης μπορεί να οδηγηθεί σε νέες μόνιμες μειώσεις μισθών και νέα επιβάρυνση των δημοσίων εσόδων μέσω νέων μόνιμων φορολογιών.
Αυτά για την Κύπρο γιατί στα καθ’ ημάς ακόμη δεν έχει αποκρυσταλλωθεί η κατάσταση ει μη μόνον η αγωνιώδης προσπάθεια της συγκυβέρνησης να κερδίσει «πολιτικό χρόνο».
Και όπως φοβούμαι, η μεθόδευση των δανειστών να προχωρήσουν στη μεγαλύτερη «δήμευση» και του «ιδιωτικού πλούτου» που θα έχει συντελεσθεί τις τελευταίες 10ετίες στη χώρα.
Γιατί η «εκχώρηση» του λεγόμενου «δημόσιου πλούτου» προχωρά αργά και με εμπόδια, ωστόσο προχωρά.
Του ΜΙΧΑΗΛ ΓΕΛΑΝΤΑΛΙ
Έντυπη Έκδοση Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 31 Αυγούστου 2014