Λίγο ζωηρή στα νιάτα της. Μπορεί και να μην έζησε εφηβεία. Ένας μαντράχαλος τη φόρτωσε στη μηχανή του κι’ από κει πάνε κι’ οι άλλοι. Χωρίς εξάτμιση στο πουθενά. Κάπου εκεί τους εντόπισαν οι μπάτσοι. Δυο χαστούκια και μια απειλή για φυλάκιση στο μαντράχαλο, ένα χαστούκι απ’ τον πατέρα της και ο γάμος ορίστηκε στις 26 Ιουλίου, ανήμερα της προσωπικής της εορτής και της ενηλικίωσής της.
Το επόμενο καλοκαίρι, μπροστά πήγαινε το καρότσι με το μωρό, πίσω η γιαγιά του που θα μπορούσε να είναι και μητέρα του, πίσω η μαμά του που θα μπορούσε να ήταν κι’ αδελφή του.
Τρία καλοκαίρια μετά η Βιβή δεν αντέδρασε όταν η μάνα της αποκάλεσε τον μαντράχαλο ανεπρόκοπο κι’ έδωσε δίκιο στον πατέρα της που τότε τον αποκάλεσε αλήτη.
Εικοσιτρία καλοκαίρια μετά η Βιβή σταμάτησε να παίρνει προφυλάξεις στην άτακτη ερωτική της ζωή. Πέρασε στην εμμηνόπαυση.
Τριαντατρία καλοκαίρια μετά έκανε delete στις αμαρτίες της και reset στ’ όνομά της. Παρασκευή πλέον. Μόνο που οι Παρασκευές τώρα ήταν οι πιο δύσκολες μέρες. Όχι γιατί νήστευε φανατικά. Απλά η Παρασκευή ήταν γι’ αυτήν η τελευταία μέρα της εβδομάδας και δεν περίμενε τίποτα για τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις Δευτέρες. Τόσο ίδιες όλες οι μέρες και η Παρασκευή το + στο άθροισμα της πλήξης της.
Εκκλησιάζονταν ανελλιπώς σε κάθε ευκαιρία, δεν άφηνε τρισάγιο, παράκληση, ολονυκτία. Ακόμα και καθήκοντα νεωκόρου αναλάμβανε, από τότε που έφυγε πρόωρα απ’ τη ζωή ο μαντράχαλος.
Ματαιότις ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότις, έλεγε και αυτή η μόνη λέξη ήταν η αρχή και το τέλος του εσωτερικού της κόσμου.
Ένας τράγος ίδιος ο εωσφόρος της ρίχτηκε, καθώς σκυφτά κι’ ευλογημένα ξεχορτάριαζε το μικρό περίβολο του Άγιου Μόδεστου στη βουνοπλαγιά.
Παραλλήλισε τον τράγο με το αφεντικό του κι’ έβγαλε όλη την κρυμμένη κακία των μετανοημένων ανθρώπων.
Δεν είναι δυνατόν οι βρωμόγιδες να μαγαρίζουν τα εκκλησάκια. Είναι μεγάλη αμαρτία και τέτοια.
Την αποστόμωσε όταν της είπε ότι κατά μία έννοια το εκκλησάκι ήταν δικό του, γιατί τα υλικά αυτός τα πλήρωσε, αλλά κυρίως γιατί ο Άγιος Μόδεστος είναι ο προστάτης των κτηνοτρόφων.
Σε κλίμα αμοιβαίας συμπάθειας κανόνισαν να βρεθούν την επόμενη Τρίτη για να φροντίσουν τον Άγιο.
Δεν ήταν τόσο μεγάλος. Τα ρούχα και τα πολλά δόντια που του έλλειπαν, τον πρόσθεταν χρόνια. Για τα ρούχα εντάξει, της δουλειάς του ήταν. Όσο για τα δόντια, δεν ήταν από οικονομική αδυναμία που δεν τα περνούσε, αλλά από ιδεολογία όπως της εξήγησε. Γιατί τον τρόπο του τον είχε. Καρατσεκαρισμένο αυτό.
Δεν ήταν τόσο μεγάλη. Μάτια θολά, παραδομένα στην αδράνεια. Χείλη σφιχτά τόσο που να δίνουν την αξία της σπανιότητας στο χαμόγελο. Σώμα νεανικό σε περιτύλιγμα γριάς.
Η Τρίτη έφερε άλλη Τρίτη κι’ η άλλη, άλλη. Τώρα πλέον οι μέρες μετρούσαν αλλιώς. Η Τετάρτη ήταν έξι μέρες πριν την Τρίτη, η Πέμπτη πέντε και η Παρασκευή τέσσερις. Κι’ ο Άγιος Μόδεστος ο Άγιος της Τρίτης.
Μέχρι κι’ αυτή Κασσιανή τη βάφτισε ο δικός της, και της άρεσε πολύ. Γιατί ήταν γυναικείο και γλυκά αμαρτωλό.
Αφιερωμένο στην παρέα της Τρίτης.
Ανδρέα Εμπειρίκου
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟΣκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια. Υπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ’ αυτήν την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους. Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της ζωής μας είναι η ατελεύτητη μάζα μας. Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας και της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν των υπαρχόντων. Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας της υπάρξεώς μας.