Το σύστημα των “αντικειμενικών αξιών” δημιουργήθηκε (το 1982) από την ανάγκη της δημόσιας διοίκησης να υπάρξει ένας μηχανισμός για τη γρήγορη διεκπεραίωση της διαδικασίας “προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας” ενός ακινήτου, χωρίς την παρέμβαση υπαλλήλων της εφορίας. Όμως, με τον τρόπο που λειτούργησε αυτό, σε συνδυασμό με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες των τριών τελευταίων δεκαετιών, το σύστημα αυτό υπήρξε ένας από τους βασικούς υπεύθυνους της “φούσκας” των ακινήτων στην Ελλάδα, κάτι που επηρέασε σημαντικά τις οικονομικές εξελίξεις.
Σήμερα, το σύστημα “αντικειμενικών αξιών” καταλήγει σε “φουσκωμένες” και φανταστικές αξίες για τα ακίνητα, με αποτέλεσμα να δημιουργεί τεράστια φορολογικά βάρη σε εκατομμύρια φορολογούμενους, αλλά και σοβαρά προβλήματα στις σχέσεις πολιτών και δημόσιας διοίκησης.
Το σύστημα των “αντικειμενικών αξιών” δημιουργήθηκε ώστε να εκλείψει η δυνατότητα καθορισμού της φορολογητέας αξίας από τους υπαλλήλους των εφοριών, αφού η πρακτική αυτή συχνά οδηγούσε σε αυθαιρεσίες και εννοούσε τη δυνατότητα “συναλλαγής” μεταξύ φορολογούμενου και του υπαλλήλου της εφορίας. Όμως, δημιουργήθηκε ένα άλλο πρόβλημα, ακόμη πιο μεγάλο, αφού τώρα οι αυθαιρεσίες δεν αφορούν μία μόνο συναλλαγή, αλλά το σύνολο των ακινήτων και μάλιστα για το σύνολο των συναλλαγών και των υποχρεώσεων των ιδιοκτητών τους προς την εφορία.
Η αυθαιρεσία προκύπτει από το γεγονός ότι, στον τρόπο του υπολογισμού των αντικειμενικών αξιών, δεν έχει προβλεφθεί μία συγκεκριμένη επιστημονική μεθοδολογία, ώστε το αποτέλεσμα των υπολογισμών να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ή και να προσαρμόζεται άμεσα και εύκολα στα δεδομένα της αγοράς που αλλάζουν διαρκώς. Ο νόμος απλά αναφέρει ότι, “οι τιμές εκκίνησης της φορολογητέας αξίας και οι συντελεστές αυξομείωσής τους θα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών μετά από εισήγηση Επιτροπών που θα αποτελούνται από οικονομικούς υπαλλήλους του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εκπροσώπους του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και άλλα πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις ή ιδιάζουσα εμπειρία”.
Παράλληλα, σε αντίθεση με παλαιότερους νόμους που αφορούσαν τις αντικειμενικές αξίες, στους πρόσφατους νόμους για τον ΦΑΠ και τον ΕΝΦΙΑ δεν προβλέπεται το δικαίωμα των πολιτών να αμφισβητήσουν τις τιμές που υπολογίζουν οι επιτροπές του Υπουργείου των Οικονομικών (επί αυτού του ζητήματος, έχει γίνει προσφυγή στο ΣτΕ και η υπόθεση θα συζητηθεί την 1η Οκτωβρίου 2014).
Τί συμβαίνει στην πράξη
Ας δούμε όμως τί συμβαίνει στην πράξη. Πώς υπολογίζονται οι “αντικειμενικές αξίες” στην Ελλάδα; Μπορείτε να το δείτε μόνοι σας διαβάζοντας το πρακτικό της συνεδρίασης της αρμόδιας Επιτροπής (αυτή που ορίζει το άρθρο 41 του ν. 1249/1982), της 14ης Δεκεμβρίου 2010.
Δείτε το Πρακτικό της Επιτροπής (σε pdf)
Δείτε το κείμενο του Πρακτικού της Επιτροπής
Η Επιτροπή που συνεδρίασε στις 14 Δεκεμβρίου 2010 (δηλαδή περισσότερα από 2 χρόνια από την έναρξη της ύφεσης στην Ελλάδα και μετά από επτά μήνες που η χώρα μπήκε στο Μνημόνιο), από έρευνα σε συνολικά δεκαέξι (16) δηλώσεις μεταβίβασης κατά τα έτη 2007 (3 δηλώσεις), 2008 (3), 2009 (5) και 2010 (5 δηλώσεις), από έρευνα σε πρόσφατο …έντυπο αγγελιών (!), αλλά και με βάση μία αυθαίρετη εκτίμηση ότι “η οικονομική κρίση δεν επηρέασε αισθητά τις αγοραπωλησίες ακινήτων με υψηλές τιμές” (!) αποφάσισαν ότι η τιμή ζώνης επιβάλλεται να αυξηθεί από 5.150 €/τμ, σε τουλάχιστον 9.500 €/τμ! Δηλαδή, μία αύξηση της τάξης του 84,5%!
Μπορεί άραγε να υπάρξει καλύτερο παράδειγμα προχειρότητας και για το πώς οι διοικητικοί μηχανισμοί αυθαιρετούν και καταλήγουν να δημιουργούν μία “φούσκα” η οποία, πέραν του ότι βλάπτει την οικονομία, καταλήγει να παγιδεύει σ’ αυτή εκατομμύρια πολίτες; Και όλα αυτά επειδή κάποιος πιστεύει κάτι ανόητο (ότι δηλαδή η κρίση δεν επηρεάζει τις αγοραπωλησίες ακινήτων με υψηλές τιμές – αλήθεια, αυτός ο κύριος ή η κυρία, επιμένει και σήμερα στην άποψη αυτή;) ή επειδή η “Χρυσή Ευκαιρία” ή κάποιο άλλο έντυπο αγγελιών έχει αγγελίες με κάποιες τιμές πώλησης; Ακόμη και όταν ο δείκτης που δημοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδας (ο μόνος φορέας που δημοσιεύει δείκτες που υπολογίζονται με επιστημονικές μεθόδους) δείχνει ξεκάθαρα ότι οι τιμές των ακινήτων βρίσκονται σε φάση κατάρρευσης;
Όταν το 1982 δημιουργήθηκε το σύστημα των αντικειμενικών αξιών, έγινε για να προστατευθούν όσοι προέβαιναν σε αγοραπωλησίες ακινήτων, από τις αυθαίρετες εκτιμήσεις μερικών είτε άσχετων, είτε πονηρών εφοριακών. Αντί αυτού, δημιουργήθηκε ένα άλλο σύστημα αυθαιρεσίας. Πολύ μεγαλύτερο και που καταλήγει στο ίδιο αποτέλεσμα: στην κλοπή (επειδή περί κλοπής πρόκειται) του συνόλου του πληθυσμού.
Κατά τη δημιουργία του συστήματος των αντικειμενικών αξιών, δεν έγινε το αυτονόητο: Η θεσμοθέτηση επιστημονικών, σύγχρονων και αξιόπιστων τρόπων υπολογισμού τους. Και αυτές μπορούν να θεσμοθετηθούν μόνον μέσα από την αξιοποίηση του κτηματολογίου και των πληροφοριών που συλλέγονται για κάθε ακίνητο, έτσι ώστε η υπολογιζόμενη αξία, να είναι η πραγματική και η δίκαιη. Και αν αυτό δεν έγινε το 1982, πρέπει να γίνει σήμερα. Και πρέπει να γίνει άμεσα!
Από παραδείγματα άλλων ευρωπαϊκών κρατών, αλλά και από πολλές πολιτείες των ΗΠΑ, μπορεί κάποιος να αναζητήσει τους σύγχρονους τρόπους αξιοποίησης των πληροφοριών που συγκεντρώνονται για τις διαρκείς εξελίξεις στις αγορές ακινήτων, αλλά και τα χαρακτηριστικά του κάθε ακινήτου, έτσι ώστε να μπορεί να υπολογίζεται άμεσα και αυτόματα μία πραγματική αξία για το κάθε ακίνητο, η οποία θα χρησιμοποιείται για κάθε είδους υποχρέωση του ιδιοκτήτη της προς το δημόσιο, ή για κάθε συναλλαγή του. Και βεβαίως, ο φορολογούμενος θα πρέπει πάντα να διατηρεί το δικαίωμα της αμφισβήτησης της αξίας που υπολογίζεται αυτόματα, κάτι που σήμερα -δυστυχώς- δεν το έχει.
Δείτε σχετικό άρθρο: Η εξέλιξη των τιμών των ακινήτων στην περίοδο 1993-2014 – Ο ρόλος των αντικειμενικών αξιών