Τίτλος κομματιού: Τούτες τις μέρες
Στίχοι: Γιάννης Ρίτσος
Μουσική: Χρήστος Λεοντής
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης
Δίσκος: Καπνισμένο τσουκάλι
Έτος: 1975
Περιγραφή: Το βίντεο περιέχει φωτογραφίες του αξέχαστου Νίκου Ξυλούρη και ένα απόσπασμα από το βίντεο του κομματιού.
Τούτες τις μέρες ο άνεμος μας κυνηγά, μας κυνηγάει ] 2x
Γύρω σε κάθε βλέμμα το συρματόπλεγμα
Γύρω στην καρδιά μας το συρματόπλεγμα
Γύρω στην ελπίδα το συρματόπλεγμα
Πολύ κρύο, πολύ κρύο, πολύ κρύο εφέτος
Πιο κοντά, πιο κοντά μουσκεμένα χιλιόμετρα μαζεύονται γύρω τους ] 2x
Μέσα στις τσέπες του παλιού πανωφοριού τους
έχουν μικρά τζάκια να ζεσταίνουν τα παιδιά
Κάθονται στον πάγκο κι αχνίζουν
απ’ τη βροχή και την απόσταση
Η ανάσα τους ειν’ ο καπνός ενός τραίνου
που πάει μακριά, πολύ μακριά
που πάει μακριά, πολύ μακριά
Κουβεντιάζουν και τότε η ξεβαμμένη πόρτα της κάμαρας
γίνεται σαν μητέρα που σταυρώνει τα χέρια της κι ακούει
Πιο κοντά, πιο κοντά μουσκεμένα χιλιόμετρα μαζεύονται γύρω τους ] 2x
Τούτες τις μέρες ο άνεμος μας κυνηγά, μας κυνηγάει ] 2x
Γύρω σε κάθε βλέμμα το συρματόπλεγμα
Γύρω στην καρδιά μας το συρματόπλεγμα
Γύρω στην ελπίδα το συρματόπλεγμα
Πολύ κρύο, πολύ κρύο, πολύ κρύο εφέτος
Πιο κοντά, πιο κοντά μουσκεμένα χιλιόμετρα μαζεύονται γύρω τους ] 2x
της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ
και μυρσίνη συ δοξαστική
μη παρακαλώ σας μη
λησμονάτε τη χώρα μου!
Αετόμορφα έχει τα ψηλά βουνά
στα ηφαίστεια κλήματα σειρά
και τα σπίτια πιο λευκά
στου γλαυκού το γειτόνεμα!
Τα πικρά μου χέρια με τον κεραυνό
τα γυρίζω πίσω απ’ τον καιρό
τους παλιούς μου φίλους καλώ
με φοβέρες και μ’ αίματα!
Στις ξένες πόρτες ήρθαμε
περαστικοί ζητιάνοι
και κάποτε χτυπήσαμε
στα σπίτια π’ αγαπήσαμε
μα όλοι έχουν πεθάνει
Τις ξένες πόρτες μη χτυπάς
κι ας είν’ γιορτής ημέρα
κι αν κάποιος θα σε λυπηθεί
και σε ρωτήσει πώς και τι
τραβήξου παραπέρα
Στις ξένες πόρτες είπαμε
τον αναστεναγμό μας
μα οι άνθρωποι τις κλείσανε
και μόνες τους ανοίξανε
στον απολογισμό μας
Τις ξένες πόρτες μη χτυπάς
κι ας είν’ γιορτής ημέρα
κι αν κάποιος θα σε λυπηθεί
και σε ρωτήσει πώς και τι
τραβήξου παραπέρα
Με το τριμμένο σου παλτό από την επαρχία να μου πουλάς κατάντησες στις αγορές λαχεία. Σε βλέπω τώρα που περνάς και ξέρω τον καημό σου, γιατί η καρδιά σου έλιωσε σαν το παλιό παλτό σου. Παλικαράκι και γυρνάς νωρίς νωρίς στο σπίτι κι όλο τον κόσμο τον κοιτάς μονάχα απ’ τον φεγγίτη. |