Παρακολουθώντας μια συζήτηση στο διαδίκτυο για την κατάργηση των παρελάσεων, τον ρόλο της σημαίας κλπ, να ξεδιπλώσω κάποιες σκέψεις.
Να ξεκαθαρίσω αρχικά ότι θεωρώ θετικό το γεγονός ότι έχει ανοίξει μια τέτοια συζήτηση γιατί πρέπει να υπάρχει ανοιχτό μέτωπο ενάντια στον εθνικισμό της κυρίαρχης τάξης, ενάντια στον ελληνικό εθνικισμό.
Φυσικά η εθνικιστική αντίληψη αναπαράγεται με εκατοντάδες τρόπους. Από την εκπαιδευτική διαδικασία μέχρι τα ΜΜΕ και δυστυχώς έχει κατορθώσει να δηλητηριάζει τις συνειδήσεις πολλών νέων ειδικά παιδιών. Απ’ αυτή την άποψη το μέτωπο μας ενάντια στον εθνικισμό πρέπει να είναι μόνιμο και είναι εντελώς αναποτελεσματικό να ανοίγεται μια τέτοια συζήτηση με ημερομηνία λήξης και μόνο με αφορμή την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου.
Ναι η 28η Οκτωβρίου είναι για το αστικό καθεστώς μια ευκαιρία να κορυφώσει την εθνικιστική προπαγάνδα.
Διάβαζα όμως προηγουμένως το καταπληκτικό άρθρο του Χρήστου Κάτσικα .στο οποίο αποκαλύπτεται η ψεύτικη προπαγάνδα της αστικής τάξης σε σχέση με αυτή καθαυτή την επέτειο και το ιστορικό φορτίο που φέρει.
Εδώ έχουμε γεγονότα τεράστιας πολιτικής σημασίας, που η αστική τάξη έχει κάνει μεγάλη προσπάθεια, πρώτα με τον άκρατο εθνικοφασισμό και μετά με την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης, να σβήσει από τη μνήμη των εργαζόμενων, να ξαναγράψει την ιστορία εντελώς από την αρχή.
Θα παίζουμε το παιχνίδι τους; Στο όνομα της αντιμετώπισης του εθνικισμού, στην λογική ενάντια σε όλες τις σημαίες ενάντια σε όλες τις παρελάσεις θα αφήσουμε την άρχουσα τάξη να παραχαράζει και να ξαναγράφει στα μέτρα της την πρόσφατη ιστορία; Μια τέτοια στάση μόνο την αστική τάξη και τον εθνικισμό της ευνοεί.
Δεν θέλω να επαναλάβω τα όσα γράφει ο σύντροφος Χ. Κάτσικας στο κείμενο του, για την αυριανή επέτειο. Δεν θα ήταν μια ευκαιρία όμως και για μας να μην αφήσουμε την αστική τάξη να σβήσει από την ιστορική μνήμη όλα τα εγκλήματά της ενάντια στο προλεταριάτο, και στον ελληνικό λαό;
Της αστικής τάξης ήταν το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά, που ερωτοτροπούσε με τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ. Η αστική τάξη ήταν αυτή που συνεργάστηκε και θησαύρισε από τους κατακτητές. Αυτή πήρε την πρωτοβουλία για να ιδρυθούν τα τάγματα ασφαλείας και να χτυπηθεί η εθνική αντίσταση.
Η αστική τάξη ήταν αυτή που με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές έπνιξε την αντίσταση και κέρδισε τον εμφύλιο, έκανε τη χώρα κρανίου τόπο, φτάνοντας την εγκληματική της πολιτική μέχρι τη χούντα των συνταγματαρχών.
Δεν είναι για μένα ουσιαστικό το ερώτημα αν πρέπει να γίνονται παρελάσεις ή όχι. Θα ήθελα φυσικά να υπήρχαν οι συνθήκες να βγαίναμε στον καθαρό αέρα του δρόμου, των δικών μας «παρελάσεων», ειρηνικών και μη, «επετειακών» και διεκδικητικών, με τα λάβαρα της απελευθέρωσης να κυματίζουν περήφανα πάνω από τα κεφάλια μας. Και φυσικά συμφωνώ με το αφισάκι που παραθέτουμε ότι σήμερα οι επετειακές παρελάσεις βρωμάνε μιλιταρισμό – εθνικισμό – ρατσισμό.
Αυτό όμως δεν θεωρώ ότι είναι λόγος για τον οποίον εμείς δεν θα έπρεπε να δώσουμε το αληθινό νόημα της αυριανής επετείου. Να τους ακούσουμε, δηλαδή, χωρίς να κάνουμε παρέμβαση πάλι να μας λένε το παραμύθι τους για «εθνική ομοψυχία» να μας σερβίρουν το τροπάρι τους, ότι ειρηνικά, νόμιμα, πολιτισμένα, κοινοβουλευτικά μπορεί ν’ αλλάξουν τα πράγματα, όπως θα είναι το αναμενόμενο τροπάρι αύριο απ’ τον τελετάρχη Παπούλια.
Και δυο λόγια για την σημαία. Δεν μπορείς να αντιμετωπίζεις μονοσήμαντα τον συμβολισμό ενός λαβάρου, όπως της ελληνικής σημαίας, χωρίς να λαμβάνεις υπ’ όψιν χρόνο και τόπο. Ελληνική σημαία κυμάτιζε στα κτίρια της δοσιλογικής κυβέρνησης στην κατοχή, ελληνική σημαία έφεραν τα τμήματα του ΕΛΑΣ στις μάχες με τις δυνάμεις του άξονα. Δίπλα στην ελληνική σημαία μιλούσε ο δικτάτορας Παπαδόπουλος, ελληνική σημαία κυμάτιζε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Εθνικά σύμβολα -καλώς ή κακώς, συνδέθηκαν με μεγάλους αγώνες και θυσίες των λαών. Ζωντανό παράδειγμά μας απέναντι η ηρωική Παλαιστίνη.
Εντάξει. Εμείς έχουμε τις δικές μας σημαίες. Την κόκκινη με το σφυροδρέπανο οι κομμουνιστές, την κοκκινόμαυρη με το Α οι αναρχικοί. Αυτές κυματίζουμε περήφανα απέναντι από τις δυνάμεις καταστολής και ονειρευόμαστε, παλεύουμε, συγκρουόμαστε να δώσουμε κάτω από αυτές τις σημαίες της απελευθέρωσης, μαζί με τις καταπιεσμένες μάζες, τον αγώνα με κάθε μέσο ως την τελική νίκη. Θα είναι όμως εντελώς παράλογο να κολλάμε την ταμπέλα του «εθνικιστή» σε οποιονδήποτε δούμε να κρατάει αύριο την ελληνική σημαία.