Σε παλαιότερα σημειώματα είχαμε υποστηρίξει ότι ένα από τα πιο αδύναμα σημεία στον τρόπο εφαρμογής της παγκοσμιοποίησης αφορά τη φοροδιαφυγή ή έστω τη φοροαποφυγή, εκ μέρους πλούσιων φυσικών και νομικών προσώπων, διαδικασία που διευκολύνεται από τη σύγχρονη αμεσότητα στη διασυνοριακή μεταφορά κεφαλαίων.
Προ ημερών, στον τομέα αυτό υπήρξε μια πολύ σημαντική εξέλιξη. Περισσότερες από 80 χώρες δεσμεύτηκαν σε ένα πλαίσιο του ΟΟΣΑ, επί τη βάσει του οποίου, μέχρι το 2017-18 θα…
εφαρμόσουν ένα σύστημα ανταλλαγής χρηματοοικονομικών πληροφοριών, που θίγει μεν το τραπεζικό απόρρητο, αλλά συνιστά σημαντική πρόοδο στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής αυτού του είδους.
Εν ολίγοις, τα κράτη που μετέχουν σε αυτήν τη συμφωνία θα αποκτήσουν τη δυνατότητα να ελέγχουν την ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν οι πολίτες τους σε άλλες χώρες, οι οποίες επίσης μετέχουν στη συμφωνία.
Προφανώς δεν πρόκειται για μέτρο χωρίς αδυναμίες. Μία εξ αυτών, που ήδη επισημάνθηκε από κάποιους ειδικούς, είναι ότι τίθεται ένα όριο «αξίας», τα 250.000 δολάρια, κάτω από το οποίο δεν θα γίνονται τέτοιου είδους μεταβιβάσεις στοιχείων. Που σημαίνει ότι κάποιοι θα έχουν ως τότε τον χρόνο να «σπάσουν» περιουσιακά στοιχεία σε περισσότερους λογαριασμούς.
Εντούτοις το γεγονός ότι μετέχουν 80 χώρες, μεταξύ αυτών χώρες όπως το Λιχτενστάιν, τα νησιά Κάιμαν, οι βρετανικές Παρθένοι Νήσοι, αλλά και η Ελβετία, οι Μπαχάμες και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, οι οποίες δήλωσαν ότι θα προσαρμοστούν ως το 2018, δείχνει την πρόοδο που έχει υπάρξει.
Έστω κι αν η Ελβετία δήλωσε εξαρχής ότι θα δίνει πληροφορίες «κατ’ επιλογήν» σε χώρες που θεωρεί σημαντικές για την τραπεζική της βιομηχανία! Και μόνο το γεγονός ότι αυτό το κεντροευρωπαϊκό κάστρο τραπεζικής εχεμύθειας αναγκάζεται να αλλάξει ρότα δείχνει ότι περαιτέρω εξελίξεις είναι απλώς θέμα χρόνου.
Ευρύτερη όμως είναι και η πολιτική διάσταση αυτής της συμφωνίας, όπως αποτυπώθηκε και σε δηλώσεις του Γάλλου υπουργού Μισέλ Σαπέν, αλλά και του πολύ γνωστού και στα καθ’ ημάς Γερμανού ομόλογου του, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Ο πρώτος τόνισε ότι «είναι αδιανόητο για τους φορολογουμένους μας (σ.σ. που συνεισέφεραν κατά την οικονομική κρίση) να δημιουργείται η αίσθηση ότι κάποιοι άλλοι μπορεί να γλιτώνουν τη φορολόγηση». Ο δεύτερος είπε ορθά-κοφτά ότι «το τραπεζικό απόρρητο έκλεισε τον κύκλο του».
Προφανώς, η συμφωνία αυτή δεν λύνει το θέμα της φοροδιαφυγής με ένα… μαγικό ραβδί και πολύ περισσότερο δεν αντιμετωπίζει το θέμα της ανομοιογένειας μεταξύ φορολογικών συντελεστών, που έχει εξελιχθεί σε μέσο ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας μεταξύ κρατών, ώστε να προσελκυστούν επενδύσεις, τείνοντας παγκοσμίως σε χαμηλότερο «κοινό παρονομαστή».
Διότι το βασικό πρόβλημα των ανεπτυγμένων οικονομιών είναι ότι οφείλουν να έχουν κοινωνικό κράτος και ορθή κοινωνικά αναδιανομή μέρους του πλούτου όταν από την άλλη πλευρά μειώνεται, εξαιτίας των ανωτέρω παραγόντων, η δυνατότητά τους να φορολογούν τους «έχοντες», είτε πρόκειται για φυσικά, είτε για νομικά πρόσωπα.
Όμως, όλα δείχνουν ότι μετά από ένα διάστημα κατά το οποίο παρασύρθηκαν άκριτα στους ρυθμούς της «παγκοσμιοποίησης», οι πολιτικές ηγεσίες μεγάλων και ισχυρών κρατών (χωρίς τη συναίνεση αυτών είναι ακατόρθωτο να προχωρήσουν μεγάλες διεθνείς συμφωνίες) αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τι πιέσεις δημιουργούνται στην κοινωνία και κατ’ επέκταση στο πολιτικό σύστημα, κι αρχίζουν να προωθούν διορθωτικά μέτρα, προκειμένου να προασπίσουν -μεταξύ άλλων- και την ίδια τη μελλοντική επιβίωση των παρατάξεών τους.
Η διαδικασία αυτή δεν θα είναι γρήγορη, ούτε εύκολη, καθώς η υφιστάμενη κατάσταση λειτουργεί υπέρ ισχυρών ιδιωτικών και «πολυεθνικών» συμφερόντων, ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα εμπόδια που θα προκύψουν.
Έχει όμως ξεκινήσει. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, παρά τις όποιες, συχνά σοβαρές, ατέλειες.
Γιώργος Παπανικολάου από euro2day