(αναδημοσίευση)
με τη χάρη του θεόπνευστου: διονύση διομήδη μανιά
Στο βιβλίο του «το κάλεσμα της Θεονύμφης» ο Λεκατσάς γράφει για τον συμβολισμό του ταύρου και της γελάδας τα παρακάτω: «Τη δεύτερη μέρα των ανθεστηρίων γινόταν ο γάμος του Διονύσου, ταύρου θεού, με τη γυναίκα του άρχοντος βασιλέως, στην αρχαία έδρα του που λεγότανε Βουκόλιον (Βοιδομάντρα).
Είμαστε σκλαβωμένοι από τον πολιτισμό που δημιουργήσαμε, δαμάζοντας τα ένστικτα μας, τιθασεύοντας τις ορμές μας, βάλαμε στο κλουβί το ζώο κι εμείς υπάρχουμε δούλοι των ιδεών μας, αγνοώντας από πού προέρχεται η δυστυχία, το άγχος και η λύπη της ανθρώπινης ψυχής. Ονομάζουμε πολιτισμό την νίκη του ουρανού εναντίον της γης, την νίκη του άνδρα εναντίον της γυναίκας, την νίκη του μυαλού εναντίον της καρδιάς, την νίκη του ανθρώπου εναντίον του θεού. Είμαστε αυτοί που σκοτώσαμε τον θεό.
Ο λόγος αυτός ξαναθυμίζει τον παράλληλο των Θιακών, όπου η γυναίκα, για να δηλώσει ενός άντρα πως τον διαλέγει για ταίρι της, δεν είχε παρά να του πει: «Εσύ είσαι ο Ταύρος, κ εγώ είμαι η νέα Γελάδα.»
Οι γελάδες ήταν ιερά ζώα της μητριαρχικής κοινωνίας και παραμένουν ως τέτοια στην Ιθάκη, αν και δεν έχουμε γεωργική οικονομία. Έχουμε όμως μητριαρχία.
Τα βάθη της ανθρώπινη ψυχής υπακούνε ακόμα σε μητριαρχικούς νόμους. Οι αλλαγές από την μητριαρχία στην πατριαρχία συνέβησαν στα ιστορικά χρόνια, μόλις την δεύτερη χιλιετία πριν τον Χριστό, εφόσον ο ανθρώπινος πολιτισμός είχε ήδη δημιουργήσει τις δομές πάνω στις οποίες στηρίζεται ακόμα και σήμερα, στην οικογένεια και στην θρησκεία με τους αγελαδοειδείς ιερείς. Παρόλο που πολλοί νέοι προσπάθησαν κατα καιρούς, να πάρουν την θέση των μητριαρχικών αγελάδων, ήταν απαραίτητο από απλοί warriors να μετατραπούν σε ανώτατοι ποιητές και να μυηθούν στην απόκρυφη γνώση της πουστιάς, πράγμα το οποίον τους έμεινε από τότε και γινήκαν ένα, αγελάδες – παπάδες – πούστηδες.
Γαῖα θεά, μῆτερ μακάρων θνητῶν τ᾽ ἀνθρώπων, παντρόφε, πανδώτειρα, τελεσφόρε, παντολέτειρα, αὐξιθαλής, φερέκαρπε, καλαῖς ὥραισι βρύουσα, ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου, πολυποίκιλε κούρη, ἣ λοχίαις ὠδῖσι κύεις καρπὸν πολυειδῆ, ἀιδία, πολύσεπτε, βαθύστερν᾽, ὀλβιόμοιρε, ἡδυπνόοις χαίρουσα χλόαις πολυανθέσι δαῖμον, ὀμβροχαρής, περὶ ἣν κόσμος πολυδαίδαλος ἄστρων εἱλεῖται φύσει ἀενάωι καὶ ῥεύμασι δεινοῖς. ἀλλά, μάκαιρα θεά, καρποὺς αὔξοις πολυγηθεῖς εὐμενὲς ἦτορ ἔχουσα, † σὺν ὀλβίοισιν † ἐν ὥραις.
Ώ θεά Γαία, συ ή μητέρα των μακαρίων θεών και των θνητών ανθρώπων, πού τρέφεις τα πάντα και δίδεις τα πάντα, πού φέρεις είς πέρας την ωρίμασιν των καρπών και τα πάντα θανατώνεις, πού βοηθείς την αύξησιν (των καρπών) καί παράγεις καρπούς και είσαι γεμάτη από ωραίες εποχές είσαι ο θρόνος του αθανάτου κόσμου, ώ κόρη πολυποίκιλε, πού κυοφορείς πολύμορφον καρπόν με τα επιλόχια κοιλοπονήματα ώ αθάνατη, πολυσέβαστη με τα βαθειά στέρνα, με την ευτυχισμένη μοίρα πού χαίρεσαι στις γλυκόπνοες χλόες, εσύ ή θεά με τα πολλά άνθη χαίρεσαι με τις βροχές, καί γύρω από σε περιστρέφεται ένας πολυποίκιλτος κόσμος από αστέρια, (που κινείται) από την διαρκώς ρέουσαν φύσιν καί από δυνατά ρεύματα. Αλλά συ ή μακαρία θεά, είθε να αύξησης τους καρπούς, πού μας δίδουν πολλήν εύχαρίστησιν καί να έχης ευμενή καρδιά μαζί με ευτυσμένες εποχές.