Πάνω απ’ όλα είναι το κοινό νόμισμα, η στρατηγική της λιτότητας και οι συμφωνίες. Η ευρωζώνη των δύο ταχυτήτων είναι γεγονός | REUTERS/Yves Herman
efsyn | 29.03.2015, 13:29
Τάσος Παππάς
Αν η γερμανική κυβέρνηση είναι αναρμόδια, όπως είπε η καγκελάριος Μέρκελ, να αποφασίσει για τη χρηματοδότηση της Ελλάδας, αναρωτιέται κανείς τι συζητούσαν επί πέντε ώρες οι δύο ηγέτες στο δείπνο. Για τη Siemens; Χλομό. Για τις πολεμικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο; Χλομότερο. Για το Ινστιτούτο Γκέτε; Απίθανο. Για το πρόβλημα της Ελλάδας συζητούσαν και για το πώς θα βρεθούν λύσεις για τη ρευστότητα. Για τις μεταρρυθμίσεις και τις διαρθρωτικές αλλαγές συζητούσαν (όπως τις εννοούν οι Γερμανοί), κοντολογίς για τη λίστα μέτρων που οφείλει να καταθέσει η κυβέρνηση, αν θέλει να χαλαρώσει η θηλιά που της έχει βάλει, κατ’ εντολήν του Βερολίνου, ο «ανεξάρτητος» Ντράγκι.
Και όσοι έχουν αμφιβολίες για το ποιος αποφασίζει στη σημερινή Ευρώπη, ας ρίξουν μια ματιά στη δήλωση του εκπροσώπου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών σχετικά με το αίτημα της Ελλάδας να αποδεσμευτεί από τον Μηχανισμό Στήριξης το ποσό του 1,2 δισ. ευρώ. Αντί να πει «αυτό αφορά τους ευρωπαϊκούς θεσμούς», είπε: «Δεν βλέπουμε τον λόγο να αποδεσμεύσουμε τα χρήματα καθώς αυτά διατέθηκαν στην Ελλάδα ως ασπίδα των τραπεζών, αλλά τελικά δεν χρειάστηκε». Το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί ο εκπρόσωπος είναι δηλωτικό της αντίληψης που έχουν οι Γερμανοί για το ποιος αποφασίζει στην Ευρώπη. Ουδείς (εκτός από τους αφελείς και τους ευνοημένους από τη σημερινή κατάσταση), ούτε εδώ ούτε πουθενά αλλού στην Ευρώπη, πιστεύει ότι η ευρωζώνη είναι μια συλλογικότητα ίσων εταίρων.
Δεν είναι επίσης ούτε αυτό που ήταν όταν ξεκίναγε την πορεία της, δηλαδή μια ατμομηχανή με δύο οδηγούς (Γερμανία, Γαλλία). Η Γαλλία είναι εδώ και καιρό ο φτωχός συγγενής που εκλιπαρεί τον ηγεμόνα να της δώσει μια μικρή παράταση για να πιάσει τους στόχους του Συμφώνου Σταθερότητας, εφαρμόζοντας ταυτοχρόνως τις ντιρεκτίβες της καγκελαρίας σε όλα τα άλλα μέτωπα (π.χ. εργασιακό, ιδιωτικοποιήσεις). Καμία ηγεσία της, είτε της Δεξιάς είτε της Αριστεράς (βέβηλος ευφημισμός), δεν διανοήθηκε να αμφισβητήσει το μοντέλο, παρά το γεγονός ότι από παντού έρχονται τα μηνύματα ότι είναι ατελές, αναποτελεσματικό, απωθητικό στους Ευρωπαίους πολίτες, άγρια γραφειοκρατικό και κατάφωρα άδικο για τα ανίσχυρα μέλη. Η πολιτική ένωση -ιδρυτικός στόχος- έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες. Πάνω απ’ όλα είναι το κοινό νόμισμα, η στρατηγική της λιτότητας και οι συμφωνίες. Η ευρωζώνη των δύο ταχυτήτων είναι γεγονός.
Ο εύπορος Βορράς συνεχίζει να πλουτίζει εις βάρος των ακαμάτηδων του Νότου, που πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά για την τρυφηλότητα και τη ροπή προς τον αχαλίνωτο δανεισμό (από ποιους άραγε;) των προηγούμενων χρόνων. Για την ομοσπονδιακή Ευρώπη με δημοκρατία και αλληλεγγύη, με ασφάλεια και ελευθερία που θα οικοδομεί μια κοινή δημόσια σφαίρα, θα ενισχύει τους θεσμούς συμμετοχής, θα μάχεται κατά των ανισοτήτων, θα προστατεύει τους αδύναμους από την απληστία των χρηματοπιστωτικών ελίτ, θα έχει πρώτη προτεραιότητα τη σύγκλιση των οικονομιών και όχι τη σύγκλιση των οικονομικών πολιτικών, όπως συμβαίνει σήμερα, θα βάζει τους ανθρώπους και τις αγωνίες τους πάνω από τα νούμερα, τις στατιστικές και τα πλεονάσματα, συζητούν μόνο μερικοί διανοούμενοι σαν τον Χάμπερμας και τον Μορέν, που τείνουν να γίνουν «γραφικοί» με την επιμονή τους στα νεφελώδη ουτοπικά σχήματα, και οι «εξτρεμιστές» της Ακρας Αριστεράς που είναι επικίνδυνοι γιατί πιστεύουν ανοήτως ότι ένας άλλος κόσμος (στην περίπτωσή μας μια διαφορετική Ευρώπη) είναι εφικτός.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες προκύπτει το ερώτημα: Αυτή η Ευρώπη, που έχει μετεξελιχθεί σε μηχανή τιμωρίας των αδύναμων, που σώζει τις τράπεζες με τα λεφτά των φορολογουμένων και αποψιλώνει τα δίκτυα πρόνοιας, που υποκλίνεται στις αγορές και κανακεύει τους πλούσιους προσφέροντάς τους φορολογικούς παράδεισους, που προλεταριοποιεί βιαίως τη μεσαία τάξη και πληβιοποιεί τους εργαζόμενους, μπορεί να αλλάξει χωρίς σύγκρουση με τις αιτίες που τη γέννησαν, χωρίς ρήξη με τις δυνάμεις που την ελέγχουν; Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι λουφάζοντας ή επιλέγοντας τον δρόμο των σάπιων συμβιβασμών επειδή ο αντίπαλος μοιάζει ανίκητος, το μόνο που μπορείς να εξασφαλίσεις είναι ένα αναξιοπρεπές παρόν που θα σε οδηγήσει σ’ ένα ανάπηρο μέλλον. Με τα λόγια του Μαξ Βέμπερ: «Δεν θα μπορούσαμε να πετύχουμε το εφικτό, αν δεν επιδιώκαμε πάντοτε το ανέφικτο».