Βαγγέλης Αγγελής
Υπάρχει στη χώρα μας ένας συγκεκριμένος τύπος Έλληνα ευρωπαϊστή. Είναι αυτός που βλέπει με θετική ματιά την Ευρώπη, όποια κι αν είναι αυτή. Οι άνθρωποι που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, μπορεί να ξεκινάνε από διαφορετικές αφετηρίες.
Άλλοι είναι πραγματικοί θαυμαστές του ευρωπαϊκού πολιτισμού και έχουν μάθει να τον υπερασπίζονται σχεδόν αντανακλαστικά, έχοντας απολέσει με τον καιρό την κριτική τους ματιά απέναντι σε οτιδήποτε έχει σχέση με την Ευρώπη. Άλλοι χάνουν αυτή την κριτική ματιά όταν συγχέουν τις γεωπολιτικές τους επιλογές – που ομολογουμένως πρέπει να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τον ευρωπαϊκό παράγοντα – με τις κοινωνικοπολιτικές τους θέσεις: αυτή η άποψη τείνει να ταυτίζει τις στρατηγικές προτιμήσεις με τις προτιμήσεις σε πολιτικό επίπεδο («είμαστε με την Ευρώπη, άρα ότι προέρχεται από την Ευρώπη είναι καλό»). Μια τρίτη κατηγορία αποτελούν εκείνοι που ζουν σε μια ελιτίστικη ψευδαίσθηση η οποία καθορίζεται από το δίπολο «Ευρωπαίος αστός» – «Έλληνας επαρχιώτης» και συνήθως οι θιασώτες της αρέσκονται να ταυτίζονται με τον πρώτο.
Όλες αυτές οι αντιλήψεις είναι τόσο ισχυρές που έχουν οδηγήσει αρκετές φορές πολλούς συμπατριώτες μας σε προφανώς λανθασμένες στάσεις απέναντι στα πράγματα. Ακόμα και στην περίοδο του Μεσοπολέμου και της Κατοχής, όταν ο ναζισμός και ο φασισμός εκπροσωπούσαν μια αδιαμφισβήτητη βαρβαρότητα, πολλοί στην Ελλάδα (και αλλού) υπερασπίζονταν αυτές τις ιδεολογίες σε μια βάση που θεμελιωνόταν σε μια από τις παραπάνω αφετηρίες: γεωπολιτική, ελιτίστικη ή και στο πλαίσιο μιας λατρείας του ευρωπαϊκού πολιτισμού και του «γερμανικού ιδεαλισμού». Εκείνη την περίοδο ήταν άλλωστε εύκολο να υποπέσεις σε τέτοια ατοπήματα, όταν στηρίζονταν σε τόσο κυρίαρχες αντιλήψεις: στο τέλος του Μεσοπολέμου μόνο πέντε ήταν οι ευρωπαϊκές χώρες που δεν είχαν αυταρχική διακυβέρνηση.
Στις μέρες μας, το επιχείρημα ότι η χώρα πρέπει να συμπλεύσει με την πολιτική της λιτότητας γιατί «είμαστε μόνοι μας στο Eurogroup» ή γιατί «η Ελλάδα πρέπει να έχει ευρωπαϊκό προσανατολισμό» βασίζεται στην ίδια λογική. Η συγκεκριμένη στάση στηρίζεται κατά βάση σε μια υποκρισία.
Η υποκρισία αυτή έχει μια παράδοση στην Ελλάδα, και έχει ακριβώς να κάνει με την μη κριτική προσέγγιση του ευρωπαϊκού παράγοντα και με έναν ασύδοτο καιροσκοπισμό. Η αντιδημοκρατική στάση ενός μεγάλου μέρους της προπολεμικής φιλοευρωπαϊκής παράταξης στην Ελλάδα, εύκολα μεταλλάχθηκε σε ένα δημοκρατικό ύφος, όπως αυτό κυριάρχησε στη μεταπολεμική Ευρώπη και στη Δύση, έστω και αν εδώ υιοθετήθηκαν μόνο τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά. Και σήμερα, αρκετοί εκπρόσωποι της ίδιας παράταξης επαινούν τον ιστορικό ρόλο των λίγων, περιθωριακών τότε, που αντιτάχθηκαν στην κυριαρχία του φασισμού, αλλά βλέπουν απαξιωτικά την όποια αντίδραση απέναντι στις σημερινές ευρωπαϊκές κυρίαρχες πολιτικές («με ποιες συμμαχίες θα εφαρμόσετε το πρόγραμμά σας, με τους Podemos και το Sinn Fein;»).
Εξίσου υποκριτική είναι και η επιλεκτική προτίμηση απέναντι σε στοιχεία του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η πιο σημαντική επιλεκτική ανάγνωση του τελευταίου έχει να κάνει με την έννοια της δημοκρατίας. Ενώ αυτή είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της ευρωπαϊκής κουλτούρας και η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με άλλα συστήματα αξιών που επικρατούν σε άλλες γωνιές του πλανήτη, παραγνωρίζεται συστηματικά και εφαρμόζεται κατά περίπτωση. Διάβαζα πρόσφατα στο Βήμα ότι «η εκτίμησή του [Σαμαρά] είναι ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δεν θα αντέξει και οι δανειστές θα προωθήσουν τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης εθνικού συνασπισμού, που θα τον περιλαμβάνει». Δεν ξέρω αν η συγκεκριμένη αποστροφή εκφράζει την άποψη του πρώην πρωθυπουργού ή απλώς του συντάκτη του άρθρου, αλλά σπάνια βλέπει κανείς μια τόσο κυνική παραδοχή της υποχώρησης των δημοκρατικών αξιών: «οι δανειστές θα προωθήσουν τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης…». Το παράδειγμα είναι εύγλωττο. Ο κατεξοχήν εκφραστής του «ευρωπαϊκού» προσανατολισμού της χώρας κ. Σαμαράς δεν έχει κανένα πρόβλημα να καταλύσει το πιο σημαντικό στοιχείο του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Η υποκρισία αυτή βέβαια, δεν στέκει μόνο στο ζήτημα της δημοκρατίας. Ζητήματα πολιτισμικής ανοχής και κουλτούρας με την ευρύτερη έννοια αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Θαύμασα την διεθνιστική φιλοευρωπαϊκή αλληλεγγύη του κ. Πρετεντέρη όταν δήλωσε και αυτός μαζί με άλλους στην Αθήνα πως είναι ένας Charlie, αλλά δεν είδα το κανάλι στο οποίο εμφανίζεται να καλύπτει με ανάλογο τρόπο τη δολοφονία 147 ανθρώπων, που φαίνεται ότι δεν ήταν Charlie, και σκοτώθηκαν όταν ισλαμιστές της οργάνωσης Αλ Σαμπάαμπ εισέβαλαν σε πανεπιστήμιο της Κένυα. Η ιστορία καταντάει να είναι και πάλι η υπεράσπιση μιας συγκεκριμένης αντίληψης που κυριαρχεί στην Ευρώπη σε μια συγκεκριμένη συγκυρία, μιας Ευρώπης ως γεωγραφικής και πολιτικής οντότητας, και όχι του συστήματος των αξιών της. Αν είναι όμως κάτι που δίνει υπόσταση στην Ευρώπη τους τελευταίους αιώνες είναι αυτό το σύστημα αξιών και όχι η γεωστρατηγική της δύναμη που έχει υποχωρήσει προ πολλού.
Αλλά αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, αυτή είναι μια στάση που τείνει να κυριαρχήσει σε όλη την Ευρώπη, ειδικά ως προς το σκέλος του περιορισμού των δημοκρατικών κεκτημένων. Στη Γαλλία η κυβέρνηση του Μανουέλ Βαλς επιχείρησε να περάσει με πράξη νομοθετικού περιεχομένου τις αλλαγές που αφορούν το εργασιακό και το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, προκειμένου να αποφύγει τις αναταράξεις στο εσωτερικό του κόμματος και το ενδεχόμενο να καταψηφιστεί το νομοσχέδιο. Σας θυμίζει κάτι; Στην Ισπανία η Γερουσία ενέκρινε έναν αυστηρό νόμο περί ασφαλείας που περιλαμβάνει την επιβολή μεγάλων προστίμων σε όσους συμμετέχουν σε διαδηλώσεις – ένας νόμος που στοχεύει συγκεκριμένα στις διαδηλώσεις εναντίον της λιτότητας και σύμφωνα με την Τζούντιθ Σάντερλαντ, στέλεχος του Διεθνούς Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, «υπονομεύει βασικά δικαιώματα με πολλούς τρόπους». Και αυτό θα έπρεπε να σας θυμίζει κάτι. Την ίδια στιγμή στην Τσεχία, οι πολίτες που πριν από λίγα χρόνια τάσσονταν υπέρ της υιοθέτησης του ευρώ σε ποσοστό 61% (2009), σήμερα τάσσονται υπέρ σε ποσοστό 16% (2014), απαξιώνοντας έτσι τα σύμβολα της ευρωπαϊκής και πολιτικής ισχύος. Ο Τσέχος πρωθυπουργός Μπόχουσλαβ Σομπότκα όμως, δεν ενδιαφέρεται απ’ ότι φαίνεται για τη γνώμη των πολιτών του, αλλά μόνο για αυτή των αγορών: «χρειαζόμαστε επενδύσεις και οι επενδυτές μάς ρωτούν τακτικά πότε θα αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε το ενιαίο νόμισμα. Ο λόγος που δεν υιοθετούμε τώρα το ευρώ δεν είναι η κοινή γνώμη, αλλά η ανάγκη να προετοιμάσουμε και να προσαρμόσουμε την οικονομία».
Πρέπει να παραδεχτούμε ότι μερίδα της «φιλοευρωπαϊκής» ελληνικής παράταξης υπήρξε πρωτοπόρα σε όλα αυτά. Η άσκηση της εξουσίας με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και τροπολογίες, το εργαλείο του φόβου της καταστολής και της τιμωρίας και η περιφρόνηση της θέλησης των πολιτών είναι μέθοδοι που εξαπλώνονται και ξεκίνησαν από εδώ, στο πλαίσιο της εκκίνησης μιας ευρύτερης ευρωπαϊκής κατάστασης. Έχουμε να κάνουμε ξανά με μεθόδους που υιοθέτησε ένα τμήμα της παράταξης στη χώρα μας που κομπάζει για τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό και που θα αποδειχθούν ξανά καταστροφικές για την Ευρώπη. Με μεθόδους δηλαδή που ο Έλληνας φιλοευρωπαϊστής, με την ασφάλεια που θα του δίνει η απόσταση από τα γεγονότα, θα κατακρίνει και πάλι σε λίγα χρόνια…
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ…
Όχι σε νησίδες «μεταλλαγμένων» στην Ευρώπη!