Αποφεύγοντας να υποσχεθούν ριζικές αλλαγές στην μεταναστευτική πολιτική τους και χαρακτηρίζοντας «τραγωδία» τα πολύνεκρα ναυάγια στη Μεσόγειο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν να ενισχύσουν με πλοία, αεροπλάνα και ελικόπτερα την επιχείρηση Τρίτων, τριπλασιάζοντας μεν τα κονδύλια της, χωρίς όμως να διευρύνουν τις αρμοδιότητες της.
Έτσι, η επιχείρηση θα χρηματοδοτείται πλέον με εννέα εκατομμύρια ευρώ τον μήνα, ενώ βοήθεια υποσχέθηκε να στείλει μεταξύ άλλων η Βρετανία -με το πολεμικό πλοίο HMS Bulwark, τρία ελικόπτερα και δυο σκάφη της ακτοφυλακής που μπορούν να περιπολούν έξω από το όριο των 30 μιλίων της Frontex- αρνήθηκε ωστόσο να δεχθεί πρόσφυγες στα εδάφη της. Από δυο πλοία δεσμεύτηκαν να στείλουν Γερμανία και Γαλλία.
Οι ηγέτες ανέθεσαν στην επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Φρεντερίκα Μογκερίνι να εξετάσει τις διπλωματικές επιλογές που υπάρχουν για να χρησιμοποιηθούν ένοπλες δυνάμεις σε πλήγματα κατά των δουλεμπόρων, μια επιλογή που υποστήριζε με θέρμη η Ιταλία, αλλά που θα χρειαζόταν μήνες για να προετοιμαστεί, αφού όπως τόνισε και ο προεδρεύων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ πρέπει να κινηθεί μέσα στα πλαίσια των διεθνών νόμων και κανονισμών και με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι παραδέχονταν άλλωστε ότι η έλλειψη μιας νόμιμης, ισχυρής κυβέρνησης στη Λιβύη σημαίνει ότι θα είναι απαραίτητο ένα ψήφισμα από τον ΟΗΕ.
Ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ ανακοίνωσε την διενέργεια άλλης συνόδου στην Μάλτα με τη συμμετοχή και αφρικανικών χωρών για να βρεθεί μια κοινή αντιμετώπιση του προβλήματος, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «σήμερα καλούνται όλοι να διορθώσουν τα λάθη του χθες».
Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν την ενίσχυση των υπηρεσιών εξέτασης των αιτήσεων άσυλο από τους πρόσφυγες σε Ελλάδα, Ιταλία και Μάλτα, που αποτελούν τις κύριες εισόδους των μεταναστευτικών ροών και την εφαρμογή ενός πιλοτικού και εθελοντικού προγράμματος για τον καταμερισμό των προσφύγων που θα εξασφαλίζουν άσυλο στις χώρες της Ε.Ε.
Τέλος, για τους οικονομικούς μετανάστες η Σύνοδος έλαβε την απόφαση να καταρτίσει ένα «γρήγορο» πρόγραμμα επαναπροώθησής τους.