thegreekcloud | 30.04.2015 | 03:55
Πάνος Θεοδωρίδης
Το νέο φυσικό φαινόμενο που άρχισε να πλημμυρίζει τα νεοελληνικά υπόγεια, δηλαδή μιας μορφής ανασφάλεια, δεν φαίνεται να παραξενεύει τους Έλληνες. Ρυθμίζουν όπως μπορούν τα χρέη τους, σπανίως αγγίζουν κόκκινα κρέατα πάνω από πέντε ευρώ ανά κιλό, υποστηρίζουν απόλυτα το δάσος των ντιλιβεράδων, έχουν κόψει τα έντυπα, αλλά όχι το τσιγαράκι. Στην ουσία, έχουν διδαχτεί πολλά περισσότερα από τον τρόπο ζωής των μεταναστών και των προσφύγων, παρά τα φαινόμενα περί του αντιθέτου.
Μετά από εκατό ημέρες νέας διακυβέρνησης, οι χορταρούδες και οι ανέμπνευστοι που τραυλίζουν κάθε μέρα και άλλη παραμύθα, αρχίζουν και ξεχωρίζουν από τους φιλότιμους και μυαλωμένους .
Οι περισσότεροι, μαθαίνουν τη δουλειά. Αλλά δεν θα το παραδεχτούν ποτέ.
Επείγουν δύο πράγματα: να μη θιγεί ο πρότερος βίος τους, ήτοι η μανία να σχολιάζουν εξ αποστάσεως ό,τι κινείται ή ηχεί και να συμβάλουν στο ράγισμα του αρχαίου καθεστώτος.
Σε αμφότερα τα καταφέρνουν καλά.
Πολλών το βασικό όπλο είναι αποτελεσματικό: η αφοπλιστική τους αφέλεια απέναντι σε κάθε πρόβλημα, σε κάθε κρίση. Μπορεί να μας τρελαίνουν με άλλα κι άλλα, ωστόσο η δύναμή τους στηρίζεται στην ανοχή της πολυφωνίας και στην δημιουργία ενός νέου προτύπου αρχηγού.
‘Ολοι θέλουν να δουν τον πρωθυπουργό. Να τους ακούσει και να βρει δυο παρηγορητικές κουβέντες για την περίπτωσή τους.
Μπορεί να σας φαίνεται απίστευτο, αλλά το σύστημα μπορεί να δουλέψει κι έτσι.
Βλέπετε τα καταφέραμε συλλογικώς με τέτοιον τρόπο, ώστε Μείζον Αίτημα να θεωρείται η γενική χαλάρωση.
Καθώς όλο και περισσότεροι διαχειρίζονται τα ευρώ που διαθέτουν, λίγα η πολλά, ως προϊόν υπεξαίρεσης, διολισθαίνουν προς μια νοσταλγία της δραχμής, που οπωσδήποτε θα κρύβει και ευχάριστες εκπλήξεις, κι όχι μόνο απειλές υποβάθμισης της ζωής τους.
Φυσικά τα νιάτα τους νοσταλγούν, αλλ΄άντε να το καταλάβουν.
Αυτοί που ζούσαν με δραχμές (και δεν εννοώ τα εφηβικά χαρτζιλίκια) προσεγγίζουν πλησίστιοι τα σαράντα. Διότι και επί δραχμής αφθονούσαν οι άνεργοι εικοσάρηδες.
Κανένας δεν θα σκεφτεί ότι ο Στάθης Παναγούλης και ο Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης μπορεί να αποτελέσουν πρόβλημα του Συριζαϊκου μέλλοντος. Κάθε δεκάλεπτο παραμονής των Μητσοτάκηδων και του Αδώνιδος στα πάνελ, οδηγεί σε κύμα οργής και υποτίμησης.
Σε λίγους μήνες, θα έχουμε κοσμοχαλασιά στα ιδιωτικά κανάλια. Και στον Τύπο. Η αναθεώρηση του βίου μας,θα αποτελέσει πρόβλημα του αδήλου μέλλοντος. Κι αυτό είναι αναμενόμενο. Τηλεπωλήσεις, κουτσομπολιά και Σεφερλής, οι «ξαναμένες» στα ροζ τηλέφωνα, δεν βγάζουν τα λεφτά τους.
Υπολόγισα πως πέρασαν πάνω από πενήντα χρόνια ώσπου οι ενάντιοι να βρούνε ένα ελάχιστο πλεονέκτημα στην Γαλλική Επανάσταση. Η γκρίνια για τους αγωνιστές του 21 που άκαρδοι Βαυαροί οδήγησαν στη ζητιανιά, άρχισε να κάμπτεται μόνον στη στροφή του 20ου αιώνα. Ελάχιστοι θυμούνται το Ιδιώνυμο του Βενιζέλου και το φλέρτ με τον Μπενίτο.
Καταλαβαίνετε πως στην περίπτωσή μας, της Ελλάδας του 2015,που δεν υπάρχει μήτε γραμμάριο επαναστατικής διαδικασίας, η επιστροφή σε δομές που μας αποκοίμιζαν ευχάριστα μετά το 1975, κι ώς το 2005, μοιάζει καταφυγή σε γνωστά κόλπα που εάν μετονομαστούν κατάλληλα, ίσως μας δημιουργήσουν μια άκεφη παραμυθία.
«Που είδατε ότι επιδοτεί το κράτος την Βιομηχανία Ζάχαρης;» αναρωτιέται ο Λαφαζάνης.΄Ηρεμος, ολύμπιος. «Ποιος ιδιώτης θα έβαζε τα λεφτά του για να την σώσει;».
Το μυστικό της κυβέρνησης είναι πως θεωρεί εχθρικές της μερικές δεκάδες λέξεις. Και οι λέξεις δεν είναι αριθμοί. Είναι λογάκια.
Μήνες πολλοί μπορεί να κυλήσουν ενώ θα ξεφυλλίζουν λεξικά και παρωχημένα βιβλία οι ερευνητές των νέων ορολογιών.
Θα προσέξατε ήδη πως γεμίσαμε ολόγυρα εχθρούς, ως τα μπούνια.Επίσης πως γίνεται υστερική εκμετάλλευση του όρου «φασίστας» για οτιδήποτε ενοχλεί. Ελπίζω να μη ξαφνιαστεί κάποιος αν τολμήσει να κράξει δημοσίως «ε,ναι, φασίστας είμαι. Τρέχει τίποτε;»
Η θρηνώδης καταισχύνη της Βουλής, ο κοπετός και η συνεχής αντιμωλία, το ξεκατίνιασμα και τα σκληρίσματα, η αναιτιολόγητη εμμονή σε κάποιο δημοψήφισμα, αποδεικνύει την παντοδυναμία της Σκιαμαχίας, ως υπέρτατου όπλου Πολιτικής Ηδονής.
Εδώ που οργίζεστε χάνοντας τα λόγια σας, υπήρχε ένα γκαγκάου αυθαίρετο που δεν υπάρχει πλέον.
Το κάνατε θερινό. Έχει μείνει ένα χωράφι.
Χτίστε το ή φυτέψτε το. Άντε, ξημερωθήκαμε.
Παρατήστε τα χαϊλίκια της ανάστασης ενός παρωχημένου και ματαιωμένου προτέρου βίου, διότι με το πρώτο οργανωμένο «χάιλ» που θα ακουστεί στη χώρα, θα αδειάζετε το πλημμυρισμένο υπόγειο με το τρυπητό.