Υπάρχει ένα μυστηριώδες στοιχείο στη λογοτεχνία, μια υποδόρια λειτουργία που, χωρίς να το συνειδητοποιείς, οδηγεί σε μονοπάτια παράξενα, διαφορετικά απ’ ό,τι στην αρχή σχεδίαζες, βαθύτερα απ’ ό,τι πίστευες. Είναι ένας τόσος δα σπόρος, που σε ανύποπτο χρόνο πέφτει σε μια γωνιά ξεχασμένη και ήσυχη, πέρα από τα σπουδαία και τα σημαντικά.
Ισως ούτε ο ίδιος ο συγγραφέας να μην ξέρει ότι τον έχει κρύψει πίσω από τις λέξεις του. Το μικρό αυτό στοιχείο ζωής, όμως, έχει έναν προορισμό να εκπληρώσει: να ριζώσει, να υψώσει κορμό, να πετάξει φύλλα και άνθη και, την κατάλληλη ώρα, να δώσει καρπούς.
Κάπως έτσι, στην εφηβεία, ένα παιδί διαβάζει ένα ιπποτικό μυθιστόρημα. Οι περιπέτειες του γενναίου Ιβανόη το συνεπαίρνουν: πολεμά με αφοσίωση στο πλάι του βασιλιά του στους Αγίους Τόπους, αφήνοντας πίσω πατέρα και αγαπημένη.
Κατηγορείται άδικα για προδοσία, που είχε συνέπεια να φυλακιστεί ο βασιλιάς του. Διωγμένος από οικογένεια και φίλους, αγωνίζεται σκληρά για να αποδείξει την αθωότητά του.
Σώζει από ενέδρα έναν Εβραίο έμπορο και, με τη βοήθειά του, λαμβάνει μέρος στο τουρνουά που διοργανώνει ο σφετεριστής του θρόνου, ώστε η νίκη να του επιτρέψει να καθαρίσει το όνομά του.
Ο ηρωισμός και οι πολεμικές αρετές του τον κάνουν να ξεχωρίσει και οι αντίπαλοί του, για να τον απομακρύνουν, τον τραυματίζουν με ύπουλο τρόπο.
Ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να τον βοηθήσει είναι η Ρεβέκκα, η κόρη του Εβραίου φίλου του. Ασκεί την ιατρική με τη βοήθεια βοτάνων και κάνει θαύματα.
Τον κρύβουν, τον φιλοξενούν κι εκείνη τον φροντίζει ακούραστα, περνώντας ώρες ατελείωτες μαζί του συζητώντας.
Ο βασιλιάς δραπετεύει, επιστρέφει και τον καλεί στο πλευρό του για να τιμωρήσουν τους σφετεριστές.
Οι εχθροί, όμως, οι δικοί του και του βασιλιά, παραμονεύουν και, μη μπορώντας να τους εκδικηθούν αλλιώς, καταδικάζουν τη νεαρή γιατρό να καεί στην πυρά: μόνο μια μάγισσα θα μπορούσε να θεραπεύσει πληγές και αρρώστιες.
Για να τη σώσει, πρέπει να μονομαχήσει μέχρι θανάτου με έναν ναΐτη ιππότη, όργανο και θύμα της Ιεράς Εξέτασης.
Το κατορθώνει και πλέον πρέπει να παλέψει με τη συνείδησή του: η κοπέλα που του έσωσε τη ζωή είναι αυτή με την οποία θα ήθελε να ζήσει.
Ομως, παρότι τα αισθήματά του έχουν ανταπόκριση, επιστρέφει στην καλή του. Είναι ιπποτικό χρέος απέναντι σε κείνη που πάντα τον περίμενε…
Η νεαρή Εβραία φεύγει μακριά για να αφοσιωθεί στην ιατρική, εισακούοντας τη συμβουλή του πατέρα της: «Εμείς κι αυτοί είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να γίνουμε ίδιοι». Πόσο είχε στενοχωρηθεί το παιδί τότε για την αδικία στη Ρεβέκκα… Ποιο ήταν το έγκλημά της;
Τα χρόνια πέρασαν και, ενήλικο πλέον, δεν ασχολείται με δράκους και ιππότες, ούτε θυμάται τα εφηβικά αναγνώσματα.
Ο Ιβανόης, η Ρεβέκκα κι ο Ρομπέν των Δασών χάθηκαν πίσω από την αχλή των παραμυθιών.
Δημοσιογράφος πια, καταγράφει τα σημαντικά: κρίσεις πολιτικές και οικονομικές, φτώχεια, ανεργία και ανισότητα, εκτοπισμένοι από πολέμους άνθρωποι, διακρίσεις εναντίον ανθρώπων που είναι «διαφορετικοί», σταυροφορίες της «πολιτισμένης» Δύσης κατά της «βάρβαρης» Ανατολής και τζιχάντ των «πιστών» εναντίον των «απίστων».
Λέξεις βαριές, με νοήματα που κρύβουν σκληρότητα.
Ενα βράδυ, όμως, αναζητώντας ένα βιβλίο Ιστορίας, στο ράφι ανακαλύπτει ένα άλλο, παλιό και σκονισμένο – εκείνο που έθρεφε κάποτε τον εφηβικό ρομαντικό εαυτό του.
Θυμάται πως ονειρευόταν αρματωμένους ιππότες με αστραφτερές πανοπλίες να πολεμούν για το καλό και το δίκαιο.
Σκέφτεται τις μονομαχίες που οργάνωνε με τους φίλους του. Για όπλα είχαν σπασμένα κλαδιά δέντρων. Χαμογελάει: πόσο έχει αλλάξει ο κόσμος τώρα… Πάνε τα κάστρα, χάθηκαν οι ιππότες και οι αγώνες στο όνομα του δικαίου.
Μα όσο ξεφυλλίζει τις σελίδες τόσο το χαμόγελό του σβήνει. Η νοσταλγία αντιστρέφεται, τα σκούρα χρώματα της πραγματικότητας κυριαρχούν.
Κοιτάζει και την εφημερίδα στο τραπέζι. «Κι όμως, όλα υπάρχουν εδώ», σκέφτεται, και παίρνει μαζί του το παιδικό βιβλίο.