από: capt odysseus lekatsas
Ο Ιωάννης Θεοφιλάτος περίπου στα μέσα του 1880.
Ο Ιωάννης Θεοφιλάτος γεννήθηκε το 1827 στην Ιθάκη και πέθανε στην Αθήνα στις 10 Δεκεμβρίου 1894.Είχε 3 αδελφούς, τον Αντώνιο (1814-1890), τον Σπυρίδωνα (1816- 1880) και τον Πάνο (1825- 1876). Πατέρας του ήταν ο Νικόλαος Αντωνίου Πεταλάς – Θεοφιλάτος. Καταγόταν από αστική οικογένεια με μέτρια
περιουσία. Ο Ιωάννης είχε τέσσερις γιους, τον Δημήτριο, τον Νικόλαο, τον
Σπυρίδωνα και τον Γρηγόριο και μία κόρη, την Αγνή.
Αφού τελείωσε το σχολείο στην Ιθάκη, έφυγε σε ηλικία δεκαέξι ετών για τη
Ρουμανία. Αρχικά το 1843 εγκαταστάθηκε στο Γαλάτσι και εργάστηκε στις επιχειρήσεις του ομογενούς Σακομάνου. Αργότερα αποχώρησε και διέμενε στο Σουλινά, όπου ήταν και το κέντρο των ναυτεμπορικών επιχειρήσεών του.
Ο Ιωάννης Θεοφιλάτος ή «Κοκκινογένης», όπως τον αποκαλούσαν,εργάστηκε στο Σουλινά ως ναυτικός πράκτορας, μεσίτης, φορτωτής, εξαγωγέας και πλοιοκτήτης. Πρώτος αυτός εισήγαγε την τεχνολογία της φορτοεκφόρτωσης,
φέρνοντας στο λιμάνι του Σουλινά από την Πέστη της Ουγγαρίας τις πρώτες φορτωτικές μηχανές ή «μασίνες». Η μόρφωσή του ήταν ευρεία, γνώριζε αγγλικά, ιταλικά, ρουμανικά και ρωσικά και είχε αποκτήσει γνώσεις ναυπηγικής και μηχανικής. Επίσης, ασχολήθηκε και με τα ανώτερα μαθηματικά. Οι Άγγλοι, αναγνωρίζοντας τα προσόντα του, του πρόσφεραν τη θέση του προξένου τους στο Σουλινά.
Στη συνέχεια ο Ιωάννης Θεοφιλάτος μετέφερε τις ναυτεμπορικές επιχειρήσεις του στη Βραΐλα, όπου ασχολήθηκε με την αγορά σαλεπιών και το σιτεμπόριο.Το 1863, ίδρυσε μαζί με τον αδελφό του Πάνο μία ελληνική επιχείρηση ποταμοπλοΐας, με την επωνυμία «Πάνος και Ιωάννης Θεοφιλάτος»,η οποία αναπτύχθηκε τόσο
πολύ και ανταγωνίζονταν την Αυστριακή εταιρεία και τους εβραίους εμπόρους.
Επίσης ανέπτυξαν συνεργασία με τους Βαλλιάνους και λειτούργησαν ως αντιπρόσωποι στη Ρουμανία του Μαρίνου Βαλλιάνου. Το 1873 αγόρασαν , σε συμπλοιοκτησία με τους Βαλλιάνους, το ατμόπλοιο «Ιθάκη», 1700 τόνων, το οποίο
ναυπήγησαν στα αγγλικά ναυπηγεία του R. Thompson του Sunderland. Αυτό ήταν το πρώτο ίσως ελληνικό σιδερένιο φορτηγό ατμόπλοιο, οδηγώντας έτσι την ελληνική εμπορική ναυτιλία στην εποχή του ατμού. Το ατμόπλοιο παρέμεινε στην πλοιοκτησία του Ιωάννη μέχρι το 1882 και δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της Μεσογείου, του Ατλαντικού και της βορειοδυτικής Ευρώπης.
Με το θάνατο του Πάνου (1876) η εταιρεία χωρίστηκε στα δύο και τα παιδιά του Πάνου Θεοφιλάτου ίδρυσαν την εταιρεία «Αδελφοί Θεοφιλάτου». Ο Ιωάννης ίδρυσε την εταιρεία «Ιωάννης Θεοφιλάτος & Υιοί» και συνεργάστηκε με τον Όθωνα Σταθάτο αποκτώντας πολλά καινούρια φορτηγά πλοία. Το 1870 ο Ιωάννης
επέστρεψε στην Ελλάδα και όρισε διευθυντή των επιχειρήσεών του τον γιο του Δημήτριο.
Το 1882 ο Ιωάννης Θεοφιλάτος έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Σκέψεις περὶ τῆς ἐμπορικῆς ἐν Ἐλλάδι ναυτιλίας» στην Οικονομική Επιθεώρηση. Εκεί τόνισε ποια είναι τα ωφέλη του ατμόπλοιου σε σύγκριση με το ιστιοφόρο. Αναφέρθηκε
επίσης στην ανάγκη συγκρότησης ατμοπλοϊκού στόλου, με τον οποίο η ναυτιλία θα προόδευε.
Στα 1894-1895 ο Ιωάννης Θεοφιλάτος και οι αδελφοί του είχαν νηολογημένα στο Δούναβη είκοσι οκτώ σλέπια χωρητικότητας 28.687 τόνων και τέσσερα ρυμουλκά με έλικες από εξήντα έως εκατό ίππους το καθένα. Επίσης, είχαν έξι
φορτηγά ιστιοφόρα (σε συμπλοιοκτησία με τους Σταθάτους) και δέκα φορτηγά ατμόπλοια Ήταν οι μεγαλύτεροι ιδιοκτήτες σλεπιών στο Δούναβη μετά την οικογένεια Σταθάτου. Το 1900 κατείχαν μόνο δέκα σλέπια χωρητικότητας 9.900 τόνων. Στην απογραφή του 1916 οι Θεοφιλάτοι δεν αναφέρονταν πουθενά.
Πέρα, όμως, από τις ναυτικές και εμπορικές του επιχειρήσεις, ο Ιωάννης Θεοφιλάτος ασχολήθηκε και με τα εθνικά θέματα. Υπήρξε προϊστάμενος της ελληνικής κοινότητας στην Βραΐλα και με την ιδιότητα αυτή, κατά την Κρητική Επανάσταση του 1886, ανέλαβε την πρωτοβουλία να συγκεντρωθούν χρήματα από τους προύχοντες της ελληνικής κοινότητας, για να ενισχυθεί η εξέγερση των Κρητών.
Ο ίδιος πρόσφερε είκοσι χιλιάδες χρυσά φράγκα. Συνολικά, συγκεντρώθηκαν διακόσιες χιλιάδες χρυσά φράγκα. Παράλληλα, ο ίδιος συντηρούσε στην Ιθάκη εκατό οικογένειες Κρητών προσφύγων. Την ίδια εθνική δράση ανέπτυξε και κατά την
Επανάσταση στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία το 1878, προσφέροντας όχι μόνο οικονομική ενίσχυση στις επαναστατικές επιτροπές και στην ελληνική κυβέρνηση αλλά και τα ίδια του τα πλοία για πολλούς μήνες.
Επίσης, ο Ιωάννης Θεοφιλάτος βοήθησε και στην ανέγερση του ελληνικού ναού του Αγίου Νικολάου στο Σουλινά. Προσέφερε μαζί με άλλους πλούσιους Έλληνες της διασποράς από τα μεγαλύτερα ποσά για την ανέγερσή του. Από τις αρχές ή τα μέσα του 19ου αιώνα υπήρχε στο Σουλινά ένας ορθόδοξος ναός, όπου εκκλησιάζονταν τόσο οι Έλληνες όσο και οι Κοζάκοι της περιοχής. Ωστόσο, συχνά γίνονταν συγκρούσεις ανάμεσα στις κοινότητες και γι’αυτό το λόγο επενέβη ο μητροπολίτης Δρύστρας και επέβαλε να χωριστεί το οικόπεδο της εκκλησίας και να
κτιστούν δύο ξεχωριστοί ναοί. Στις 15 Μαΐου 1866 ο σουλτάνος εξέδωσε φιρμάνι, με το οποίο έδωσε την άδεια να ανεγερθεί ένας ελληνικός ναός στη θέση του παλαιού. Η
εκκλησία θεμελιώθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1866 και η οικοδόμησή της ολοκληρώθηκε το 1867. (πηγή από διπλωματική μελέτη Όλγας Παΐζη)