Νίκος Ανδρεόπουλος
Δανεικός ο τίτλος, έστω και τροποποιημένος, παραπέμπει όμως σε εξ ίσου ταραγμένες εποχές για την Ελλάδα σήμερα αλλά και την Ευρώπη ολόκληρη.
Το φάντασμα είναι η ολοένα και περισσότερο φανερή αδυναμία του πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί την κρίση, χρησιμοποιώντας ουδέτερα τον όρο για να καλύψουμε την περίοδο από το 2008 μέχρι σήμερα ανεξάρτητα από τα περιεχόμενα που δίνει κανείς στην κατάσταση ή την περίοδο αυτή.
Η αδυναμία πολιτικής διαχείρισης εμφανίζεται συνέχεια, με αυξανόμενη ένταση και με ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις:
1. Αναγνώριση της κρίσης από τον Καραμανλή το Σεπτέμβριο του 2008 στην έκθεση της Θεσσαλονίκης – Δραπέτευση με τις εκλογές του 2009.
2. «Λεφτά υπάρχουν» – Κρυφές διαπραγματεύσεις με ΔΝΤ – 1ο μνημόνιο Παπανδρέου – Υπερψήφιση από ΠΑΣΟΚ – ΛΑΟΣ
3. «Απειλή» δημοψηφίσματος – Τρικομματική Κυβέρνηση Παπαδήμου – Μεταστροφή Σαμαρά – PSI – Δημιουργία ΑΝΕΛ
4. Εκλογές 2012 – Πρώτη εκλογική κατάρρευση – Τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά – 2ο μνημόνιο – Εκλογική εκτίναξη ΧΑ
5. 2013 – Αποχώρηση ΔΗΜΑΡ
6. Μπλοκάρισμα της ολοκλήρωσης του 2ου προγράμματος
7. Αδυναμία εκλογής προέδρου Δημοκρατίας
8. Εκλογές 2015 – Αδυναμία συγκρότησης μονοκομματικής κυβέρνησης – Συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ – Σταθεροποίηση ΧΑ
9. Δημοψήφισμα 2015 – Αντιστροφή αποτελέσματος – «Διάσταση» στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ.
10. Απαίτηση του αστικού πολιτικού κατεστημένου για αποτελεσματική διακυβέρνηση από το ΣΥΡΙΖΑ.
Η ανάλυση των κοινοβουλευτικών μπλοκ της περιόδου, των εκλογικών ποσοστών και ποιοτικών χαρακτηριστικών των αποτελεσμάτων των κομμάτων αλλά και των ευρύτερων συμπεριφορών του εκλογικού σώματος ( αγανακτισμένοι, αγωνιστικές κινητοποιήσεις, ριζοσπαστικοποίηση στο δημοψήφισμα, άνοδος της ΧΑ) δείχνει την προφανή αδυναμία διαχείρισης από πλευράς παραδοσιακών (και καινοφανών) αστικών κομμάτων, αδυναμία που αποτελεί την αφετηριακή παραδοχή.
Κυριότερη απόδειξη της αδυναμίας είναι ότι η κάθε φορά λύση μειώνει δραστικά τα περιθώρια για μια επόμενη. Από την ασφάλεια του δικομματισμού μέσα σε πέντε μόλις χρόνια έχουμε περάσει στο βάλτο της «ακυβερνησίας» των 251 εδρών.
Η αδυναμία αυτή έχει δύο βασικά αίτια:
– κατ αρχή κρίση αξιοπιστίας που προκύπτει τόσο από τη στενή σύνδεση με τη διαφθορά / διαπλοκή όσο και από την μείωση δυνατότητας εξυπηρέτησης μιας εκλογικής πελατείας συγκροτημένης σε σχέση διαμεσολάβησης με αυτό το περιεχόμενο.
– εξ ίσου σπουδαίος όμως λόγος είναι οι διαφοροποιήσεις που έχουν ταχύτατα, έως και βίαια, πραγματοποιηθεί στην ίδια την κοινωνική βάση των κομμάτων αυτών. Η περιθωριοποίηση μεγάλου τμήματος μεσοστρωμάτων λόγω των πολιτικών που προώθησαν και προωθούν οι παραδοσιακοί μέχρι τώρα πολιτικοί τους εκπρόσωποι οδηγεί σε διαζύγιο, πιθανότατα οριστικό, εάν οι αντικαταστάτες τους (ΣΥΡΙΖΑ και ΧΑ) καταφέρουν να χτίσουν σχέσεις εμπιστοσύνης και αποτελεσματικής διαμεσολάβησης.
Οι λόγοι αυτοί λοιπόν, και ιδιαίτερα ο δεύτερος, είναι η αίτια των ισχυρών πιέσεων που ασκούνται στο ΣΥΡΙΖΑ «να κυβερνήσει»: η πολιτική των μνημονίων πέρα από τις διαστάσεις που προκύπτουν από πολλαπλούς διεθνείς καταμερισμούς, έχει και τη σαφή διάσταση μιας εσωτερικής / ταξικής αναδιάρθρωσης, για αυτό και έχει λειτουργήσει σαν μηχανή του κιμά για ολόκληρα στρώματα αλλά και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους τους. Το άγχος επιβίωσης που διακατέχει τους παλαιότερους πολιτικούς σχηματισμούς οδηγεί στην απαίτηση «διακυβέρνησης» προς το ΣΥΡΙΖΑ σαν έσχατο μέσο εξουδετέρωσης πολιτικών δυναμικών που εμπεριέχονται σε αυτόν: κυβερνώντας ο ΣΥΡΙΖΑ με βάση το υπόβαθρο μνημονιακών πολιτικών δεν υπάρχει άλλη κατάληξη από την ταύτιση με εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που άσκησαν τις ίδιες πολιτικές.
Θα υποστεί λοιπόν την ίδια διαλυτική διαδικασία με συνέπεια τη συρρίκνωση του μέχρι σε ένα σημείο όπου θα μπορεί να μηδενιστεί το «κοντέρ» και να ξαναρχίσουμε πάλι από την αρχή. Και για σιγουριά ότι ταυτόσημη πορεία θα ακολουθηθεί, ας ξεκαθαριστεί το τοπίο με την περιθωριοποίηση όποιων πολιτικών δυνάμεων θα μπορούσαν να αντιτάξουν μια άλλη ταξική προοπτική. Γι αυτό και δεν χρησιμοποιούν τους διαφωνούντες για να πλήξουν το ΣΥΡΙΖΑ αλλά ενδιαφέρονται πραγματικά για την απομόνωσή τους. «Κυβερνήσεις ειδικού σκοπού» ή «εθνικής ενότητας» το λένε οι μεν, πάντως οπωσδήποτε λύση από την παρούσα Βουλή, ξεκαθάρισμα το Σεπτέμβρη ή μέσω λίστας το λένε οι δε αλλά το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: ένας ΣΥΡΙΖΑ που θα λειτουργήσει σαν εφεδρεία τους μέχρι την εξουδετέρωσή του.
Αν ευσταθούν τα παραπάνω, το μείζον ζήτημα της συγκυρίας είναι το πώς θα ολοκληρωθεί η πολιτική στροφή που άρχισε με την παραβίαση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, ώστε να βρει την αντιστοίχηση της με τα οικονομικά περιεχόμενα του τρίτου μνημονίου. Άρα ο «κοινωνικός» ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι κάτι άλλο από ένα μνημονιακό κόμμα, μόνο που τώρα το μνημόνιο δεν θα είναι «λάθος» αλλά προϊόν εκβιασμού. Λίγο όμως ενδιαφέρουν οι ερμηνείες όταν το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Και το αποτέλεσμα είναι απτό: αν κατά την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου απέναντί του στέκονταν, ανεξάρτητα από τις όποιες αφετηρίες, το 70% περίπου του πολιτικού φάσματος, σήμερα θα βρίσκαμε μόλις το 18 – 21 % (και με χαρακτηριστικά που δύσκολα μπορούν να παράξουν ρεαλιστικές εναλλακτικές πολιτικές υποστήριξης των μνημονιακών πολιτικών)
Το φάντασμα λοιπόν, αν και πλανιέται πάνω από τους «άλλους», τρομοκρατεί όλους τους ενοίκους του ευρωπαϊκού πύργου, είτε ιδιοκτήτες είτε προσκεκλημένους στα σαλόνια του. Και το φάντασμα δεν είναι τίποτε άλλο από το ερώτημα: μετά το ΣΥΡΙΖΑ τί;
Βασισμένοι στο παραπάνω «αξιωματικό» ερώτημα μπούμε να διατυπώσουμε πλήθος άλλων «θεωρηματικών» ερωτημάτων:
Μετά τη συμφωνία, τί;
Μετά το Ταμείο Αξιοποίησης, τί;
Μετά το 1.500.000 ανέργων, τί;
Μετά το Σεπτέμβρη, τί;
Μετά τον Τσίπρα, τί;
Τα ερωτήματα αυτά δυστυχώς δεν μπορούν να απαντηθούν μόνο ( ή τουλάχιστον μόνο) με οικονομικούς και πολιτικούς όρους. Χρειάζεται να σκύψουμε βαθιά στη ψυχή μας και να την αφουγκραστούμε. Και η ψυχή της Ελλάδας (χρόνια τώρα) αλλά και της Αριστεράς (τι τυχεροί πού είμαστε!) είναι ο Μανώλης Γλέζος και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Σε αυτούς θα έπρεπε να απαντάει σήμερα, γονυκλινής, ο πρωθυπουργός και όχι στη Φώφη Γενηματά. Αν ήταν ηγέτης.
* Ο Νίκος Ανδρεόπουλος εργάζεται στο Τμήμα Κοινωνικού Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Προγραμμάτων της «Έδρας»
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ…
Η γνώση μας κάνει πιο δυνατούς
Δεν ξέρω αν νίκησα ή αν ηττήθηκα. Ξέρω πως είμαι γεμάτος…