Κώστας Παπαπαναγιώτου
Η ολιγαρχία είναι ένα καθεστώς όπου κυβερνούν λίγοι και ισχυροί σε αντίθεση με τη δημοκρατία όπου κυβερνούν οι πολίτες. Τυπικά ζούμε σε δημοκρατικό καθεστώς, οπότε σε τι ακριβώς αναφερόμαστε;
Από δύο κύρια χαρακτηριστικά:Πρόκειται για έναν όρο που έχει εισέλθει τα τελευταία χρόνια στον δημόσιο λόγο και έχει μια συνάφεια με τον παλιότερο «διαπλοκή», ωστόσο δεν μιλά για το ίδιο ακριβώς πράγμα1. Σκοπός του είναι να περιγράψει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, της οποίας η δράση αλλοιώνει τον τρόπο λειτουργίας του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και του προσδίδει χαρακτηριστικά ολιγαρχικού. Ποιοι είναι, όμως, αυτοί και πώς μπορούμε να τους αναγνωρίσουμε;
α) Κατέχουν επιχειρήσεις με βασική πηγή εισοδήματος το κράτος άμεσα ή έμμεσα μέσω δήμων ή άλλων φορέων. Προμηθεύουν υψηλή τεχνολογία, οπλικά συστήματα, αναλαμβάνουν κατασκευές δρόμων ή άλλων μεγάλων έργων, παρέχουν υπηρεσίες καθαριότητας και γενικότερα εμπλέκονται σε δραστηριότητες μεγάλου προϋπολογισμού και υψηλής χρησιμότητας για το κράτος.
β) Κατέχουν πλήρως ή μερικώς με τρόπο άμεσο ή έμμεσο (μέσω παρένθετων προσώπων ή οργανισμών) Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και συγκεκριμένα τηλεοπτικούς ή/και ραδιοφωνικούς σταθμούς, εφημερίδες, έντυπα ή/και ψηφιακά περιοδικά.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς γκουρού των πολιτικών επιστημών για να αντιληφθεί ότι αυτοί οι άνθρωποι αποτελούν απειλή για την δημοκρατία, λόγω των ιδιαίτερων σχέσεων που αναπτύσσουν με το πολιτικό προσωπικό (σε στηρίζω να επανεκλεγείς – μου δίνεις δουλειές). Ούτε βεβαίως απαιτείται πτυχίο οικονομικών για να διαπιστώσει ότι αποτελούν ένα τεράστιο εμπόδιο για την ανάπτυξη, αφού με τους εκβιασμούς τους νοθεύουν τον ανταγωνισμό, δημιουργούν μονοπώλια και εμποδίζουν άλλες υγιείς επιχειρήσεις να εισέλθουν στο χώρο, πουλώντας στο κράτος πανάκριβα ένα ευτελές προϊόν.
Σκόπιμο είναι να τονίσουμε ότι απαιτείται να συνυπάρχουν και οι δύο αυτές ιδιότητες για να χαρακτηριστεί κανείς μέλος της ολιγαρχίας. Απλά και μόνο η μεγάλη οικονομική επιφάνεια ή η συμμετοχή στην ιδιοκτησία ενός Μέσου Ενημέρωσης δεν αρκούν. Ένας άνθρωπος ευκατάστατος, μικρός ή μεγάλος κεφαλαιοκράτης δεν συγκαταλέγεται αυτομάτως στην ολιγαρχία.
Κατ’ επέκταση, ολιγαρχικός, είναι αυτός που στηρίζει την ολιγαρχία συνειδητά. Είναι εκείνος ο δημοσιογράφος που αποσιωπά μια είδηση που δεν συμφέρει, την ύπαρξη της λίστας Λαγκάρντ, για παράδειγμα. Μάλιστα μια παράπλευρη ωφέλεια του δημοψηφίσματος ήταν η αποκάλυψη όλων –σχεδόν- των ολιγαρχικών παλαιάς και νέας κοπής. Ως και οι γεννήτορές της (Σημίτης, Λαλιώτης και κουστωδία) παρέλασαν από τα κανάλια των φίλων τους για να μας νουθετήσουν ότι αν ψηφίσουμε όχι θα μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι.
Ωστόσο, ο κάθε εργαζόμενος ενός μεγάλου ιδιωτικού ομίλου που ανήκει στο χώρο της ολιγαρχίας δεν είναι κατ’ ανάγκην ολιγαρχικός. Στην πραγματικότητα δε, μια μικρή μόνο μειοψηφία είναι ευθυγραμμισμένη με την ιδιοκτησία ενώ η μεγάλη μάζα παραμένει θύμα της, όπως όλοι μας.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει την ευκαιρία και την υποχρέωση να συντρίψει την παραπάνω ομάδα. Έχει την εκτελεστική εξουσία και –παρά το μνημόνιο- την λαϊκή στήριξη. Όμως ο χρόνος της τελειώνει. Τα περιθώρια στενεύουν. Δεύτερη ευκαιρία δεν θα υπάρξει. Οφείλει να δράσει αστραπιαία και αποτελεσματικά, αντί να μυξοκλαίει ότι πήρε μόνο την κυβέρνηση και δεν έχει την εξουσία. Τότε τι να κάνουμε εμείς οι πολίτες; Να πάμε όλοι μετανάστες;
Οφείλει να απαιτήσει αμέσως όλα τα χρωστούμενα για τις συχνότητες καθώς και τα ποσοστά επί των διαφημίσεων. Χωρίς ευκολίες. Παράλληλα, να τους αποκόψει από το εύκολο χρήμα, κόβοντας τις κρατικές διαφημίσεις και με ανοιχτούς, αξιοκρατικούς διαγωνισμούς να βρει αξιόπιστους προμηθευτές. Να τους εξαναγκάσει, είτε να βάλουν το χέρι βαθιά στην τσέπη- οπότε θα ωφεληθεί η οικονομία μας, είτε να κλείσουν2 – οπότε θα κερδίσει η δημοκρατία. Πρέπει να παίξει τη μπάλα της ζωής της, να γίνει Μπαρτσελόνα όπως πολύ σωστά αναφέρει σε σχετικό άρθρο ο κ. Μάλλιαρης, όσο ακόμα υπάρχει καιρός.
Η διαπλοκή περιγράφει την ιδιαίτερα προνομιακή σχέση ενός επιχειρηματία με έναν πολιτικό. Η διαπλοκή γεννά την ολιγαρχία αλλά κάθε διαπλεκόμενος δεν εξελίσσεται κατ’ ανάγκην σε ολιγάρχη. Ο όρος εισήλθε στον πολιτικό μας βίο από τον κ. Κωνσταντίνο Μητσοτάκη για να περιγράψει τα έργα και τις ημέρες του ύστερου, σημιτικού ΠΑΣΟΚ. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερος νονός: Από τον καιρό της αποστασίας ακόμα ήταν διάσημος για τις προνομιακές σχέσεις που διατηρούσε με επιλεγμένους επιχειρηματίες και με κέντρα εξουσίας εντός και εκτός της χώρας.
Ένα ερώτημα που προβάλλεται κατά κόρον (εκ του πονηρού από τους ολιγαρχικούς, αλλά με γνήσια αγωνία και αθωότητα από ανυποψίαστους συμπολίτες μας) είναι το τι θα γίνουν οι εργαζόμενοι των μέσων που θα κλείσουν. Η απάντηση είναι απλή: Θα ξεκινήσουν συνεργατικές επιχειρήσεις, όπως οι συνάδελφοί τους της Ελευθεροτυπίας έφτιαξαν την Εφημερίδα των Συντακτών. Το νομικό πλαίσιο υπάρχει και το επιτρέπει, η κυβέρνηση όμως θα μπορούσε να θεσπίσει επιπλέον ευνοϊκές ρυθμίσεις για υποστήριξη τέτοιων εγχειρημάτων. Πρέπει να μεριμνήσει να πάρουν όλοι τις αποζημιώσεις τους εγκαίρως, αλλά και να τους παραδοθεί μέρος του απαραίτητου εξοπλισμού. Μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί ότι ένας τηλεοπτικός σταθμός ελεύθερος, λόγω αντικειμενικότητας, θα πάρει σύντομα τη μερίδα του λέοντος της τηλεθέασης, συνεπακόλουθα και της διαφήμισης.
* Ο Κώστας Παπαπαναγιώτου είναι μαθηματικός και υποψήφιος διδάκτορας οικονομικών.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ…
Το τρίτο Μνημόνιο δεν είναι του ΣΥΡΙΖΑ