1. Οι διοικήσεις των τραπεζών δεν αλλάζουν από την κυβέρνηση αλλά μόνο από τους δανειστές. Στο μνημόνιο σαφέστατα αναφέρεται ότι «η κυβέρνηση δεν θα παρεμβαίνει στη διαχείριση, τη λήψη αποφάσεων και τις εμπορικές πράξεις των τραπεζών που θα συνεχίσουν να λειτουργούν αυστηρά βάσει των αρχών της αγοράς. Τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων και τα ανώτατα διευθυντικά στελέχη των τραπεζών θα διορίζονται χωρίς κρατική παρέμβαση» [νόμος 4336, σελ. 1025]. Τις διοικήσεις των τραπεζών, με βάση το μνημόνιο, διορίζει το ΤΧΣ [Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας] που ελέγχεται πλήρως -η νομική ρύθμιση είναι ένα από τα προαπαιτούμενα του Οκτωβρίου- από τον ESM [Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας]. Τον έλεγχο , λοιπόν, των τραπεζών τον έχει ο ESM, μέσω του ΤΧΣ, που έχει χορηγήσει και το δάνειο προς την Ελλάδα.
2. Το ΤΧΣ, πάντα σύμφωνα με το μνημόνιο, έχει και την διαχείριση των «κόκκινων δανείων». Διορίζει, μάλιστα, και ένα μέλος στις διοικήσεις των τραπεζών το οποίο και θα εμπλέκεται ενεργά στη διαχείριση των «κόκκινων δανείων». Αυτή η εξάρτηση / εποπτεία σκοπό έχει να επιβάλλει θετικό πρόσημο στους ισολογισμούς των τραπεζών. Και όσο οι τράπεζες έχουν στην κατοχή τους «κόκκινα δάνεια» ύψους, περίπου, 100 δισ. ευρώ, το πρόσημο θα παραμένει αρνητικό. Τι επιδιώκουν οι δανειστές; Να πουλήσουν αυτά δάνεια σε ειδικευμένες εταιρείες / κοράκια [distress funds] οι οποίες και θα τα βγάλουν στο σφυρί ακίνητα και επιχειρήσεις για ένα κομμάτι ψωμί. Κυνικά, μάλιστα, ευρωπαίος αξιωματούχος έλεγε στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ότι τα «κόκκινα δάνεια» της Ελλάδας αποτελούν σήμερα μία από τις μεγαλύτερες αγορές στην Ευρώπη, ύψους 100 δισ. ευρώ! Το κέρδος πάνω από όλα…
3. Η κυβέρνηση σήμερα διαπραγματεύεται τα «κόκκινα δάνεια», αποφεύγοντας τις εξαγγελίες. Ωστόσο ο υπουργός, Γ. Σταθάκης [Έθνος, 27.09.15], σημειώνει ότι «στις διαπραγματεύσεις αποτρέψαμε τις αγοραίες λύσεις», τονίζοντας ότι «είναι επαρκής η προστασία μέσω του νόμου Κατσέλη» και θυμίζοντας την [προφορική] δέσμευση των τραπεζιτών ότι «δεν επισπεύδονται πλειστηριασμοί για την κύρια κατοικία».
4. Ποιο, όμως, είναι το σχέδιο της κυβέρνησης; Κατ’ αρχήν έχει γίνει αποδεκτή από τους δανειστές η τροποποίηση του νόμου Κατσέλη ώστε να περιλάβει, εκτός από τα χρέη προς τις τράπεζες, και εκείνα προς την εφορία. Και ακόμα να ενταχθούν στο νόμο και επαγγελματίες, εκτός από φυσικά πρόσωπα. Η κυβέρνηση σκοπεύει να ιδρύσει έναν δημόσιο φορέα [Υπηρεσία Πίστωσης και Πλούτου, θα ονομάζεται] ο οποίος θα μπορεί αντικειμενικά να προσδιορίζει την ικανότητα τού πολίτη να αποπληρώνει ή όχι το δάνειό του. Όποιος πολίτης καταφεύγει σ’ αυτή την υπηρεσία θα παίρνει ένα χαρτί αξιολόγησης που θα βαθμολογεί την ικανότητά του, σε σχέση με το δάνειό του. Μ’ αυτό το χαρτί ο δανειολήπτης θα πηγαίνει στην τράπεζα προκειμένου να ρυθμίσει το δάνειό του, να συνάψει καινούργιο, κ.λπ. Απαραίτητη προϋπόθεση ο πολίτης που καταφεύγει στην Υπηρεσία Πίστωσης και Πλούτου να καταθέτει το Ε9 [άρα να μπορεί να δει η υπηρεσία τι ακίνητα έχει στην κατοχή του] καθώς και να δηλώνει τα περιουσιακά του στοιχεία [από ακίνητα μέχρι μετρητά].
5. Το σχέδιο αυτό, όμως, δεν γίνεται δεκτό από την τρόικα, κυρίως λόγω του χρόνου που χρειάζεται για να αρχίσει να λειτουργεί –πάνω από ένα εξάμηνο τουλάχιστον . Η τρόικα, όμως, θέλει λύση σήμερα προειδοποιώντας ότι αν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών [προϋπόθεση της οποία είναι η ρύθμιση των «κόκκινων δανείων»] γίνει το 2016 υπάρχει μεγάλος φόβος για «κούρεμα» των καταθέσεων. Η σκληρή διαπραγμάτευση είναι αναπόφευκτη με τα ξένα funds να διευκρινίζουν [σε «εσωτερικές συζητήσεις»] ότι το ενδιαφέρον τους βρίσκεται κυρίως σε ακίνητα σημαντικής αξίας, βίλες και κατοικίες σε τουριστικά μέρη, επιχειρήσεις αλλά και σε «καλές» συνοικίες των μεγάλων πόλεων. Δεν τους αφορά, βέβαια, καθόλου το δυαράκι στο Πέραμα ή το μαγαζάκι του μικρομεσαίου. Κανείς δεν γνωρίζει που θα καταλήξει η διαπραγμάτευση. Ίδωμεν…