thegreekcloud | 29.10.2015 | 16:20
Βλέπω, στο πολυσύχναστο Facebook, έναν διαδικτυακό φίλο που θυμάται, όταν μερικά χρόνια πίσω έφυγε από την Ελλάδα για την Κύπρο. Μια Κύπρο στην οποία βρέθηκα κι εγώ έναν καιρό και που γέμισε (και γεμίζει), αυτά τα χρόνια, Έλληνες, «καλαμαράδες» από κάθε γωνιά της Ελλάδας που δεν θα τα βρουν πάντα εύκολα στο νησί.
Βλέπω από καιρό σε καιρό τις αναρτήσεις, στο διαδικτυακό αυτό καφενείο, άλλων δυο φίλων, που έφυγαν στις Βρυξέλλες. Κι ενός άλλου, που πήγε στην Αυστραλία. Και μιας ακόμη φίλης, στη Γερμανία. Κι αν ξύσω λιγάκι το κεφάλι κι άλλους, σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Μέσα όμως στον καταιγισμό ιστοριών, στις ατελείωτες στρατιές λέξεων που προελαύνουν κάθε μέρα στο Facebook, δεν θα διαβάσεις τις ιστορίες τους: την ιστορία των δικών μας ή των λιγότερο δικών μας ανθρώπων, τις «προσωπικές» τους αφηγήσεις, που έχουν να πουν πολλά περισσότερα για τη σημερινή μας κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα απ’ ό, τι τα δημοσιεύματα των εφημερίδων ή των free press. Χώρια όσοι έχουν μείνει άνεργοι, μετέωροι εργασιακά περιμένοντας – διατηρώντας κάποια μεταφυσική πίστη στο απροσδόκητο, στο αναπάντεχο, στο απρόβλεπτο που θα γυρίσει τη σελίδα της ζωής τους – έναν κάποιο οιωνό ότι να, πάμε, σαν λαός, σαν χώρα, σαν άνθρωποι, παρακάτω.
Ούτε γι’ αυτούς ή απ’ αυτούς τους ανθρώπους θα διαβάσεις πολλά, καμία ιστορία, κανέναν δεν θα δεις να διηγείται, να μιλά, να εξομολογείται, να προβληματίζεται. Ζούμε τις μικρές μας ιστορίες, που έλεγε και το τραγούδι, που μένουν όμως ανείπωτες, σκοτεινές, αυστηρά ιδιωτικές, παρότι ζούμε στην εποχή που όλα, απ’ τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα, βγαίνουν στο εκτυφλωτικό διαδικτυακό φως. Ή πιο σωστά, στο σκιόφως του ίντερνετ. Και μερικά παραμένουν στη σκοτεινή του πλευρά.