Posted by sarant στο 31 Οκτωβρίου, 2015
του Ναπ. Λαπαθιώτη
Συμπληρώνονται σήμερα 127 χρόνια από τη γέννηση του αγαπημένου μου ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, στις 31 Οκτωβρίου 1888. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα (ή, τέτοιες μέρες) έχω καθιερώσει τη συνήθεια να δημοσιεύω ένα άρθρο που να φωτίζει μια πτυχή του έργου του ή της ζωής του, συνήθως μαζί με κάποιο αθησαύριστο ή δυσεύρετο κείμενο. Τούτη τη φορά θα κάνω μιαν εξαίρεση -θα δημοσιεύσω κάτι αρκετά γνωστό, έως πασίγνωστο στους λαπαθιωτιστές, αλλά όχι πολύ γνωστό (ελπίζω) στους παραέξω κύκλους. Επίσης, θα το συνδυάσω με μια πρωτότυπη προσφορά.
Να πούμε ότι η σημερινή δημοσίευση αναστατώνει λίγο το πρόγραμμα του ιστολογίου: τα μεζεδάκια αναβάλλονται για αύριο Κυριακή, που κατά σύμπτωση είναι 1η του μηνός, κι έτσι το Μηνολόγιο θα δημοσιευτεί τη Δευτέρα, 2 του μηνός. Αναστάτωση, πράγματι, αλλά τι να κάνουμε -έναν τον είχαμε, έναν αλλά Ναπολέοντα!
Σπεύδω να διευκρινίσω πως το λογοπαίγνιο αυτό δεν μου ανήκει: είναι του Λεωνίδα Λαπαθιώτη, πατέρα του ποιητή, και συνδέεται με τη σημερινήν ανάρτηση. Λίγη υπομονή.
Το 1910 ο Λαπαθιώτης ήταν 22 χρονών και συμμετείχε σε διάφορες εφήμερες ή πιο σταθερές παρέες νέων λογοτεχνών, μία από τις οποίες ήταν η παρέα γύρω από το περιοδικό Ανεμώνη. Ιδρυτές του περιοδικού ήταν ο Ιούλιος Νάρκισσος (ψευδώνυμο του μετέπειτα πολύ γνωστού αρχαιολόγου Γιάννη Μηλιάδη), οι Κώστας Δελακοβίας, Παύλος Λαμπρινός και Παύλος Φλώρος, και ο Έχτορας (σικ) Άδωνις, ψευδώνυμο που έχει μείνει αταύτιστο απ’ όσο ξέρω. Στην παρέα της Ανεμώνης ανήκε και ο Βίκτωρ Ζήνων, φίλος του Λαπαθιώτη, που τον έχουμε δει να τη μνημονεύει σε επιστολές του.
Γράφει λοιπόν ο Λαπαθιώτης στην αυτοβιογραφία του (Η ζωή μου): «Με είχαν παρακαλέσει και μένα να τους δίνω πού και πού συνεργασία, όπως γίνεται συνήθως. Στο τρίτο φύλλο ή στο τέταρτο -δεν καλοθυμούμαι- έτυχε µια σύµπτωση περίεργη: όλα σχεδόν τα περιεχόµενά του, µηδέ της συνεργασίας του Παλαµά και του Βλαχογιάννη εξαιρουµένων, µιλούσαν γι’ απολαύσεις ή άφηναν υπαινιγµούς για ωραιοπάθειες. Ο Παλαµάς είχε ένα ‘Αµαρτωλό Τραγούδι’!»
Ο Λαπαθιώτης καλούτσικα θυμάται. Το αμαρτωλό τεύχος ήταν διπλό, το αριθ. 3-4/Μάιος-Ιούνιος 1910 και πρέπει να κυκλοφόρησε στα τέλη Μαΐου. Στην πρώτη σελίδα είχε το «Αμαρτωλό Τραγούδι» του Παλαμά και στην τρίτη σελίδα την πέτρα του σκανδάλου, τους περίφημους Μπερντέδες (όπως έγιναν γνωστοί αργότερα):
ΚΙ ΕΠΙΝΑ ΜΕΣ’ ΑΠ’ ΤΑ ΧΕΙΛΙΑ ΣΟΥ
Κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι,
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι,
κι όλο θόλωνε, όλο μέλωνε
το γλυκό γλυκό Σου μάτι·
Και τα χέρια σου πλεκόντουσαν
στο κορμί μου γύρω γύρω,
κι έπινα μέσ’ απ’ τα χείλια Σου,
γλυκιάν άχνα σαν το μύρο·
Και σταλάζανε απ’ τα χείλια σου
γλυκά λόγια, σαν τα μύρα
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι μας
κι οι μπερντέδες σαν πορφύρα…
Έτσι Αγάπη μου, Σε χόρτασα
κι έτσι τη γλυκάδα Σου ήπια
μέσα στ’ άνομα αγκαλιάσματα,
στ’ άνομα τα καρδιοχτύπια,
Κι απ’ το μέλι ποθοπλάνταζε
το κορμί σου και το μάτι
κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι…
Ναπολέων Λαπαθιώτης
Και αμέσως ξέσπασε σκάνδαλο -και για την παρέα της Ανεμώνης, και για όλο το τεύχος, αλλά ειδικά για τους αμαρτωλούς, μπερντέδες με το προκλητικό ομοερωτικό τους περιεχόμενο. Η Ανεμώνη προκαλούσε και σε ένα άλλο επίπεδο, το γλωσσικό, αφού ακολουθούσε τον αμιγή δημοτικισμό -ήταν λοιπόν στόχος πρώτης τάξεως για την κάθε λογής συντήρηση.
Θυμάται ο Λαπαθιώτης: Και την άλλη μέρα, ο Τσοκόπουλος, μ’ ένα χρονογράφημά του έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου, καυτηριάζοντας την υλιστική κι ανήθικη ύλη του περιοδικού και υποδεικνύοντας τ’ άτοπα που εγκυμονούσε, κυκλοφορώντας σε αθώα χέρια νέων! Ο Μελάς, στην Εστία, επέπεσε δριμύτερος, με τον τίτλο «Σάρκα! Σάρκα!…»
Θα ήθελα να παραθέσω τα χρονογραφήματα αυτά, αλλά μυστηριωδώς τα φύλλα της Εστίας στις 28-31 Μαΐου 1910 δεν υπάρχουν σε καμιά βιβλιοθήκη απ’ όσες έψαξα (ο μεταπτυχιακός φοιτητής Παναγιώτης Ελ Γκεντί, που έχει κάνει μια ανακοίνωση για το θέμα, έψαξε και σε άλλες βιβλιοθήκες, αλλά και πάλι δεν βρήκε τίποτε). Τα φύλλα τα έχει δει ο καθηγητής Γιάννης Παπακώστας, αφού έχει παραθέσει εκτενή αποσπάσματα, αλλά κανείς άλλος έκτοτε.
Ένα απόσπασμα του χρονογραφήματος του Σπυρου Μελά, όπως κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο:
Η σάρκα! Η σάρκα!
Υψώνω την φωνήν μου μαζί με την Εστίαν και τον Γ.Τσοκόπουλον εναντίον των αχαρακτηρίστων τάσεων μερίδος της φιλολογούσης νεότητος, η οποία ίσως είναι και η μόνη. Αυτό το βδελυρόν φυλλάδιον η Ανεμώνη, αποτελεί στάδιον ανοικτόν δια ψυχοπαθολογικάς μελέτας μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος… Ποιον έστησαν υπόδειγμα των; Τον Όσκαρ, τον Ουάιλδ των δικαστηρίων και των σκανδάλων, ή τον ποιητήν και τον αισθητικόν; Είναι φανερόν, από τα έργα των, ότι τον πρώτον: Διότι οι δράσται παρομοίων βαναυσουργημάτων είναι αδύνατον να είναι μαθηταί του ποιητού, ο οποίος ανήγαγε τον νόμον της ωραιότητος εις νόμον ηθικής, κηρύξας ότι «ηθικόν είναι παν ό,τι ωραίον». Και φαίνεται, πράγματι, ότι αυτό συμβαίνει, αν πιστεύσει κανείς τας διαδόσεις των παρασκηνίων. Κατά τας διαδόσεις αυτάς, κ Εισαγγελεύ, πολλοί από τους Οσκαρουαλδίζοντας νέους ίδρυσαν και σύλλογον κατά της ανδρικής αρετής: Οφείλετε λοιπόν να εξακριβώσετε τα πράγματα και να διδάξετε εις τα ψυχοπαθή αυτά όντα, ότι το πνεύμα και η τέχνη δεν είναι δυνατόν να έχουν καμμίαν σχέσιν με τας βαναύσους ορέξεις διεστραμμένων φύσεων, και ότι δεν επιτρέπεται ατιμωρητί να στεγάζονται υπό την επικεφαλίδα ονομάτων, τα οποία ψιθυρίζουν με κατάνυξιν αι Παρθένοι του Ελικώνος, αι βδελυρότεραι των ασθενειών.
Λέγεται μάλιστα ότι ο Μελάς συναντήθηκε με τον πατέρα του ποιητή και πήγε να του κάνει παράπονα για τον γιο του, λέγοντας: «Έναν έκανες…» (θέλοντας να συνεχίσει: και σου βγήκε τοιούτος, ή κάτι ανάλογο). Τότε ο στρατηγός Λαπαθιώτης τον διέκοψε αγέρωχα «Έναν αλλά Ναπολέοντα!»
Συνεχίζει ο Λαπαθιώτης στην αυτοβιογραφία του:
Σάτιρες, βρισιές επακολούθησαν, τυµπανοκρουσίες υπέρ της ηθικής, πύρινα άρθρα, µε στοιχεία κεφαλαία – και συγχρόνως συνεντεύξεις µε τους δράστας, φωτογραφίες των διευθυντών και των συνεργατών της Ανεµώνης και, τελοσπάντων, γενική κατακραυγή! Μες την παραζάλη αυτή των επιθέσεων, άλλοι από τους υπευθύνους κρύφτηκαν κι άλλοι απάντησαν πολύ προκλητικά, υπερθεµατίζοντας σε τολµηρές εκφράσεις. Βγήκε κατόπιν κι άλλο φύλλο -το τελευταίο της φτωχής της Ανεμώνης- ακόμα τολμηρότερο κι εκείνο. Θρύλοι δηµιουργήθηκαν κακόβουλοι, κι η υπόθεση πήρε όψη κοινωνικού σκανδάλου! Και διαδόθηκε ευρύτατα ακόµα, πως εγώ ήµουν ο πραγµατικός διευθυντής, και πως µεταχειρίστηκα σαν όργανα, γι’ αριβιστικούς, κακούς σκοπούς, τα καηµένα τα παιδιά που την εξέδιδαν…
Εγώ γελούσα µε τις διαδόσεις, κι έκανα τον ταχτικό περίπατό µου τ’ απογεύµατα – και υπήρχαν άνθρωποι καλοί κι απλοϊκοί που έφριτταν µε την αναίδειά µου! Αλλά υπήρξαν και οι λογικοί και οι δίκαιοι – οι φρόνιµοι και οι υπερασπιστές µας! Στάση τελείως συµπαθή σε µας, λογική και αξιοπρεπή, έδειξαν, στην περίσταση αυτή, τόσο ο Παλαµάς, σε συνεντεύξεις του, όσο κι ο Νιρβάνας, κι ο Ξενόπουλος. Αυτοί έβαλαν τα πράγµατα στη θέση τους, κατακρίνοντας το υποκριτικό, κι απολύτως δίχως λόγο θόρυβο, που εξόγκωσε µε την ηλιθιότητά του ακίνδυνα γραπτά νεανικά, που δεν είχαν στο παθητικό τους παρά το ότι ήσαν λίγο τολµηρά και µερικά απλώς κακογραµµένα…
Ο Λαπαθιώτης λίγο τα παραφουσκώνει, αλλά πράγματι έγινε μεγάλος θόρυβος. Και για να πάρετε μια γεύση, ιδού απόσπασμα από ένα χρονογράφημα που έγραψε στο Σκριπ την 1.6.1910 ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος, με το ψευδώνυμο Pol Arcas, άνθρωπος που παρ’ όλ’ αυτά είχε προσφέρει πολλά στα γράμματά μας (η σελίδα της εφημερίδας εδώ):
… έχομεν και ημείς εδώ την Νέαν Γενεάν, η οποία ήρχισε να μας ξεντροπιάζει, υποσχομένη μέγα το μέλλον της φυλής μας και αποτελέσασα περί το περιοδικόν «Ανεμώνη» είδος τι Ιερού Λόχου των Θηβών, ετοίμου να πέσει εις πρώτην ευκαιρίαν.
Η κλίκα αυτή αποτελεί σχολήν, ιδρυθείσαν επί τη βάσει των εκφύλων έξεων του γνωστού Άγγλου ποιητού Οσκάρ Ουάιλδ, του οποίου μιμείται και την εξωτερικήν φόρμαν: ξυρίζει το γένειον και τους αρτιφυείς μύστακας, πίνει ουίσκυ, φέρει κόκκινα γελεκα, μίαν ανθισμένην κλάραν εις την κομβιοδόχην και εν γένει παρουσιάζει τόσην αναιμία, ώστε νομίζομεν ότι το περιοδικόν των θα ήτο καλύτερα να επεγράφετο «Αναιμώνη».
Για να μη χαθεί το υπονοούμενο με τον Ιερό Λόχο (που αποτελιόταν, θυμίζω, από ζευγάρια εραστών), ο Πολ Αρκάς αραιογράφει το «να πέσει»!
Δυστυχώς δεν μπορεσα να βρω ενα σκίτσο του Βώττη στον «Εικονογραφημένο Παρνασσό», που, απ’ ό,τι περιγράφει ο Λαπαθιώτης, έδειχνε δυο νέους να βαδίζουν και τη λεζάντα Π-άνε μόνοι.
Παρά τη διακοπή της έκδοσης της Ανεμώνης, η υπόθεση δεν ξεχάστηκε. Όταν στα τέλη του 1912 ο Λαπαθιώτης δημοσιεύει ένα άλλο προκλητικό ποίημα, όπου, μέσα στους βαλκανικούς πολέμους, αντί να υμνεί τη δόξα του στρατού θρηνεί τις μανάδες των νεκρών στρατιωτών, η Εσπερινή θεώρησε καλό να το παρωδήσει δημοσιεύοντας έναν «Ανεμωνοπεντοζάλη».
Και μπορεί να μην άντεξε η αμαρτωλή Ανεμώνη, αλλά οι Μπερντέδες συνέχισαν να σκανδαλίζουν. Θυμάται ο Κλέων Παράσχος το 1944: Και το άλλο εκείνο, τόσο τολμηρό, το ξέσκεπο, το θρυλικό, που το λέγαμε και το ξαναλέγαμε δίχως να το χορταίνουμε, και που μας μετάδινε όλο το λάγγεμά του.
Και επειδή το αμαρτωλό τεύχος της Ανεμώνης είχε γίνει άφαντο (σε πόσα αντίτυπα να έβγαινε πια;), το ποίημα του Λαπαθιώτη κυκλοφορούσε χέρι με χέρι. Θυμάται το 1964 ο Δημήτρης Πλαγιάννης: …αφού κανένα άλλο περιοδικό δεν το αναδημοσίευσε, κυκλοφορούσε από στόμα σε στόμα και χειρόγραφα … Ο καθένας το έγραφε και το έδινε στον άλλο, όπως το θυμότανε. Έχω και εγώ στα χαρτιά μου το ποίημα, γραμμένο τον Σεπτέμβρη του 1938, σε ένα στρατσόχαρτο, από τον ιδιόρρυθμο Λευκαδίτη γιατρό και ποιητή Δημ. Γολέμη…
Νομίζω οτι και σήμερα το ποίημα διατηρεί τον αισθησιασμό και το λάγγεμά του, παρόλο που σήμερα η λέξη «μπερντέδες» δεν χρησιμοποιείται πια στην κυριολεξία της, δηλαδή για τις κουρτίνες, παρά μόνο στον μπερντέ του Καραγκιόζη και νομίζω στην αργκό όπου σημαίνει λεφτά.
Άλλωστε, οι αμαρτωλοί μπερντέδες απέκτησαν φρέσκο χρώμα και νέα ζωή στον αιώνα μας, αφού μελοποιήθηκαν, κι όχι μόνο μια φορά.
Πρώτα από τον Χρήστο Θεοδώρου, σε ερμηνεία της Βικτωρίας Ταγκούλη:
Έπειτα, φέτος, από τον Δημήτρη Μαραμή σε ερμηνεία του Θοδωρή Βουτσικάκη:
Αλλά υπάρχει και άλλη μελοποίηση από τον dcyanoura:
Είναι ύπουλο πράγμα η Ιστορία, εκδικείται άσπλαχνα. Ο Μελάς, ο Τσοκόπουλος και ο Δημητρακόπουλος νόμισαν πως είχαν ξεσκίσει τους αμαρτωλούς μπερντέδες του Λαπαθιώτη το 1910. Την εποχή εκείνη, και επί δεκαετίες, εκείνοι έλυναν κι έδεναν στην πνευματική ζωή της χώρας, ο Μελάς κατάντησε ακόμα και ακαδημαϊκός.
Κι όμως σήμερα, εκατόν πέντε χρόνια μετά, κι οι τρεις τους έχουν ξεχαστεί κι ελάχιστα διαβάζονται -και την ίδια στιγμή, οι κόκκινοι μπερντέδες του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη εξακολουθούν πάντοτε να ανεμίζουν ηδονικά, πάντοτε πορφυροί, φλογάτοι, άλικοι, πάντοτε αμαρτωλοί! Ναι, εκδικείται η Ιστορία…
Και για το τέλος, η προσφορά που σας έλεγα. Ολόκληρο το αμαρτωλό τεύχος της Ανεμώνης από το αρχείο μου, σε πεντέφι διά χειρός Στάζιμπου. Μπορείτε να το διαβάσετε ονλάιν.
Παλιότερα άρθρα για τα γενέθλια του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη:
- Τα ολόλευκα γενέθλια (2009)
- Δυο «στρατευμένα» ποιήματα (2010)
- Ένας άγνωστος Ύμνος (2011)
- Όλα περνάν και παμε (2012)
- Ο Όψιμος Κρίνος (2013)
- Μια διαμαρτυρία και ένα ποίημα (2014)
Σχετικά
Μια άλλη κραυγή -εις μνήμην Ναπολέοντα Λαπαθιώτη