Posted on October 31, 2015 by verajfrantzh
Γράφει η Βέρα Ι.Φραντζή
Ένα λεκτικό κλισέ την ονομάζει «πράσινο τέρας». Πόσες σελίδες περιοδικών έχουν ξοδευτεί για την ζήλεια που αισθάνεται κάποιος για το ταίρι του, το συνάδελφο, τον αδερφό του, το φίλο του, το γείτονα. Η ζήλεια αυτή, για την ομορφιά του άλλου, τα πτυχία του άλλου, το αυτοκίνητο του άλλου, την ακτινοβολία του άλλου, τα φυσικά σωματικά προσόντα του άλλου… ένας βαναυσουργός παντός καιρού.
Η ζήλεια είναι μίζερο συναίσθημα, μια αρχή σχιζοφρένειας, μια ταλαιπωρία που μπορεί να σου προκαλέσει αϋπνία, να σου απανθρακώσει οποιαδήποτε καλοπροαίρετη κριτική, να σε σύρει στην κακιοσύνη, να σου προκαλέσει ακμή και βαθουλώματα στο μυαλό, τη ψυχή και σε άλλες αφηρημένες προεκτάσεις της διάθεσης σου και της σκέψης σου.
Η ζήλεια συνδέεται και με τον ανταγωνισμό, που εδώ στην Ελλάδα τον γεννάνε οι γονείς μεταξύ των παιδιών τους, οι ρσενικοί στα κορίτσια τους και οι φιλενάδες μεταξύ τους και τούμπαλιν. Το ελληνικό ιδεώδες της ευγενούς άμιλλας έχει γίνει ένα παρωχημένος νταβάς, μια μάσκα κακοζωγραφισμένη για θεατρικό πρώτης δημοτικού που δε μπορεί να χαλιναγωγηθεί από τον δάσκαλο και καταρρέει μέσα σε φωνές και φάρσες παιδικές, οχλαγωγία και απειθαρχία και γίνεται ένα θέαμα συρφετός.
Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω αθλήτρια του βάδην. Ήμουν αδύνατο παιδί και ευκίνητο, μα προς μεγάλη απογοήτευση ακόμη και δική μου, καθόλου αθλητική. Μια φορά με έβαλαν να τρέξω ένα σπριντ διακοσίων μέτρων. Αυτό το σπριντ μέσα στο μυαλό μου έγινε το σλου μοτιον μιας σχεδόν παρθένας ενήλικης σκέψης και κατανόησης του εαυτού μου. Τι σημασία έχει να βγω πρώτη ή τελευταία; Άρχισα να κόβω ταχύτητα. (Η ταχύτητα με τρομάζει, των ίδιων μου των ποδιών, η ταχύτητα… την έχω συνδέσει με βιασύνη, προχειροδουλειά και τσαπατσουλιά, άγχος για καθυστέρηση.) Έφτασα, νομίζω, προτελευταία. Ένα κορίτσι αρκετά στρουμπουλό τερμάτισε πίσω από εμένα. Το πρόσωπό του είχε γίνει σαν ένα ώριμο ρόδι, έτοιμο να σπάσει, να ξεχυθούν τα σπόρια για την κακή μας την τύχη. Λοιπόν, σκεφτόμουν πως είμαι ένα συριανό πόνυ και με χτυπούν στα καπούλια, πως δεν έχει καμιά σημασία η κατάταξη, πως δεν είμαι ανταγωνιστική, πως βαριέμαι την πρωτιά, την αριστεία, τη πρόσκαιρη χαρά από τη διαφορά-διαχωρισμό από τους άλλους.
Η καλή μου φίλη τερμάτισε πρώτη. Είχε κοντά, δυνατά πόδια. Παρά τις προηγούμενες καθησυχαστικές σκέψεις, ζήλεψα που βγήκε πρώτη. Ζήλεψα την προσπαθειά της και τον ιδρώτα της. Σκέφτηκα… «κρίμα για την μοίρα του σώματος μου το γεγονός ότι θα βγαίνω πάντα τελευταία, επειδή στο μυαλό μου δεν υπάρχει κανένα νόημα σε όλα αυτά!».
Εκείνη η στιγμή, λοιπόν, ήταν μια καταπραϋντική χρονική σύμπτωση. Εγώ προτελευταία, εκείνη πρώτη, το χοντρό κορίτσι τελευταίο, οι σκέψεις, το Θεμιστόκλειο γήπεδο, το θρεπτικό πρωινό με το μέλι και το βούτυρο στις φρυγανιές, η ματαιοδοξία των γονιών για παιδιά-πολυμηχανήματα, ο αθλητισμός ως τρόπος διαχωρισμού των ανθρώπων σε γρήγορους και αργούς, δυνατούς και αδύναμους, σκεπτικούς και αγωνιστές… όλα βέβηλα, κράμα μικροαστικών συνηθειών και ένος νήματος που το κοβούν οι άνθρωποι βεβιασμένα.
Όμως, τη ζήλεια δεν πρέπει να τη δαιμονοποιούμε. Η ζήλεια μπορεί να γίνει υγιεινή, αν τη γυρίσουμε όχι σε πρωτεία και θέλω-να-γίνω-έτσι, μα χαλαρή προσπάθεια αυτοπραγμάτωσης. Όχι για να γίνει καλύτερος, μα για να γίνεις εσύ. Αυτόν, δηλαδή, τον καταρραμένο εαυτό μας, που τον ψάχνουμε σε ράφια με ενυδατικές κρέμες, σε λίστες με επιτυχόντες και σε πάγκους με ακριβοθώρητα μαντζούνια-λύσεις για τη ζωή, όπως υποστηρίζουν οι συγγράφεις τους και θα-σας-πω-εγώ-τι-είναι. Η μη-ζήλεια μου βγάζει κάτι αλαζονικά δήθεν. Τόσο απόκοσμο να μη ζηλεύεις ποτέ σαν επισκέφτης ακατάδεχτος να πιεί έστω το ποτήρι με το νέρο που το προσφέρεις. Νερό, είναι. Πιές!
Έχω γνωρίσει ανθρώπους που δε ζηλεύουν. Τους καταλαβαίνεις από το πεπρωμένο τους, μια φιλοδοξία για κανονική ζωή, εντελώς ακατάληπτη από πολλούς. Όμορφες λεπτομέρειες σε ανθρώπους… σαν παντρεμένοι θελκτικοί άνδρες, που ξέρεις πως δεν θα είναι ποτέ δικοί σου, μα τους θες όπως δεν θέλησες ποτέ ερωτικά κάποιον άλλον.
Related