Μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση φάνηκε αποφασισμένη να προχωρήσει χωρίς αμφιταλαντεύσεις.
Στο μέτωπο του μνημονίου επιλέχθηκε η τακτική της απρόσκοπτης και χωρίς κουτοπονηριές εφαρμογής των συμφωνηθέντων με τους δανειστές στο δε μέτωπο του ριζικού μετασχηματισμού του Κράτους και της αναδιανομής προκρίθηκε η αδιαπραγματεύτη μάχη με τη διαφθορά και η υιοθέτηση αντιμέτρων που θα εξουδετερώνουν τις κοινωνικές συνέπειες της μνημονικής πολιτικής. Στο μέτρο και τον βαθμό που όλα αυτά θα ισχύσουν, η χώρα δεν θα κινδυνεύσει να βρεθεί στο κενό, η Αριστερά θα παραμείνει Αριστερά και οι πολιτικοί θεσμοί δεν θα απωλέσουν την οποια αξιοπιστία διαθέτουν.
Ανησυχητικά φαινόμενα
Το σχέδιο είναι καλό και υπερψηφίστηκε στις εκλογές. Έχει όμως δύο προυποθέσεις. Πρώτον, να προχωρήσει τάχιστα η κυβέρνηση σε συγκρούσεις και ρήξεις με το «παλιό» σε όλες του τις εκδοχές. Δεύτερον, να δουλέψει η κυβερνητική μηχανή με συστηματικότητα, συνοχή, αποφασιστικότητα, εφευρετικότητα. Το ζήτημα είναι αν διαθέτει η «κυβερνώσα Αριστερά» αυτές τις ποιότητες για να ανταποκριθεί στη συγκυρία.
Ορισμένες ενδείξεις είναι ανησυχητικές. Μπορεί το νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ να πέρασε από τη Βουλή, αλλά η ατολμία της κυβέρνησης σε άλλους τομείς είναι φανερή. Φθαρμένες διοικήσεις ενός πλήθους οργανισμών παραμένουν στις θέσεις τους. Το «βαθύ ΠΑΣΟΚ» που φωλιάζει στη δημόσια διοίκηση συνεχίζει το υπονομευτικό του έργο χωρίς να συναντά αντίσταση. Λάθη και αστοχίες στο οργανωτική συγκρότηση του πρώτου κυβερνητικού σχήματος δεν διορθώθηκαν και μεταφέρθηκαν ατόφιες στο δεύτερο. Στο ασφαλιστικό οι μέχρι τώρα χειρισμοί δείχνουν αμηχανία και πάντως όχι την πολιτική οξυδέρκεια που χρειάζεται. Στα του ΕΣΠΑ διακρίνεται ένας «λόξυγγας» που προδίδει ελλειπή επαφή με τον κοινωνικό χώρο. Στο θέμα του ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση υπήρξαν μέχρι τώρα αρκετές παλινωδίες. Και στα «κόκκινα δάνεια» εκκρεμεί ακόμα μια (συμφέρουσα για την κοινωνία) λύση.
Με αυτά και με τ’ άλλα, εκτός από τα πρώτα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και τα προαπαιτούμενα του τρίτου μνημονίου, οι κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καταφέρει ακόμα να παρουσιάσουν αξιόλογο και ολοκληρωμένο νομοθετικό έργο, ενώ η μέθοδος του νομοθετείν δια τροπολογιών και αποσπασματικών μέτρων έχει εξαντλήσει τα όριά της. Ο κόσμος είναι δυσαρεστημένος. Βέβαια, αν ξεπεραστεί ο σκόπελος της πρώτης αξιολόγησης και επιτευχθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η απομείωση του χρέους, θα υπάρξει όντως κάποιο περιθώριο. Αν όμως βαλτώσει κι αυτό, η πολιτική σταθερότητα κινδυνεύει. Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να έπεσε «δια κρίσεως», υπάρχει όμως και η «δια λύσεως» πτώση, δηλαδή η σταδιακή φθορά, που οδηγεί στο ίδιο.
Ισοδύναμα και «παράλληλο πρόγραμμα»
Η νέα κυβέρνηση αντιμετωπίζει με τη δέουσα σοβαρότητα τη διαπραγμάτευση με τους «θεσμούς» και αυτό συνιστά, πράγματι, μια σημαντική αλλαγή. Άλλο όμως η συνεπής στάση απέναντι στα υπεσχημένα και άλλο μια εκ του περισσού «νομιμοφροσύνη» -διότι, όπως λένε και οι γραφές, το περισσόν εκ του πονηρού εστί. Η ευρωπαική γραφειοκρατία δεν είναι αήττητη, αρκεί να έχει κανείς την ευελιξία να αναπροσαρμόζει την τακτική του ανάλογα με τις συνθήκες έχοντας απαντήσει καθαρά σε μια σειρά ερωτήματα. Ένα από αυτά αφορά το «παράλληλο πρόγραμμα» που είχε συζητηθεί στις εκλογές.
Τα περιθώρια για ισοδύναμα μέτρα είναι ελάχιστα. Οι «θεσμοί», ασκώντας χωρίς αμφιταλαντεύσεις την επικυριαρχία και την ιδεολογική τους μεροληψία, ακυρώνουν στη γένεσή της κάθε εναλλακτική λύση (π.χ., την έκτακτη εισφορά στις πολύ κερδοφόρες επιχειρήσεις, την κλιμακωτή φορολόγηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης, κ.α.). Επιπλέον, τα τεχνικά κλιμάκια φαίνεται ότι επανέρχονται ξανά και ξανά στις ίδιες θέσεις, όπως για παράδειγμα την πλήρη –και προκαταβολική- συμμόρφωση στα εργαλεία του ΟΟΣΑ σε ό,τι αφορά την Παιδεία και άλλους τομείς. Άρα, τί απομένει; Προφανώς, μόνο προδραστικά (proactive) και αντίρροπα μέτρα, που, προκαταλαμβάνουν τις αντιδράσεις των δανειστών και παρακάμπτουν τις μεθοδεύσεις τους. Τέτοια μέτρα είναι –το λέω δίκην παραδείγματος- η μεγάλη μείωση των αμυντικών δαπανών, η απηνής φορολόγηση των μεγάλου κυβισμού αυτοκινήτων και των ειδών πολυτελείας, η αύξηση –αντί για μείωση- της δαπάνης για την Παιδεία, η εισαγωγή νέων χρηματοδοτικών εργαλείων για την ενίσχυση της Έρευνας και της Καινοτομίας, οι γενναίες παρεμβάσεις στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η θεσμική υποβοήθηση των δομών αλληλεγγύης και ο στρατηγικός σχεδιασμός ολοκληρωμένων δικτύων κοινωνικής υποστήριξης. Αυτά όμως συνεπάγονται συγκρούσεις και δεν μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς (νέες) συμμαχίες. Αυτό μπορεί να είναι εξαιρετικά δύσκολο, αλλά εκεί θα κριθεί αν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να συναρθρώσει την κυβερνητική γραμμή με τη λαική ενεργοποίηση και τα όποια διεθνή στηρίγματα διαθέτει για να αντιπαλέψει αποτελεσματικά τις μνημονιακές πολιτικές.
Με τους νέους και την κοινωνία
Το θέλουμε ή όχι, η διαπραγμάτευση δεν τελείωσε το καλοκαίρι. Συνεχίζεται από τότε χωρίς διακοπή και θα συνεχιστεί με αυξανόμενη ένταση τους επόμενους μήνες. Ήρθε λοιπόν η ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ να ζητήσει την έμπρακτη υποστήριξη εκείνων που εκπροσωπεί και να απευθυνθεί στην κοινωνία με τρόπους που αξιοποιούν στο έπακρο τα ταξικά, τα δημοκρατικά και τα ανθρωπιστικά της αντανακλαστικά.
Η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού δίνει ένα καλό παράδειγμα. Το άλλο μισό του δρόμου είναι να υπάρξει η βούληση και η αποφασιστικότητα από πλευράς πολιτικής ηγεσίας για να κινητοποιηθούν οι νέοι και οι μη έχοντες. Το εγχείρημα της απεμπλοκής χρειάζεται πλατύτερη βάση και νέα, κινηματική πνοή.
Η κυβέρνηση δεν μπορεί να συμπεριφέρεται επ’ άπειρον «διαχειριστικά», κι εκεί ακόμη με επιφυλακτικότητα και αμφιθυμία, σαν ένας άθεος που διερωτάται διαρκώς αν … υπάρχει Θεός. Γιατί, είτε υπάρχει είτε δεν υπάρχει, θα βγούμε χαμένοι.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ…