Φυσικά, το θέμα δεν είναι αν πρόκειται για “γενοκτονία” ή “εθνοκάθαρση”. Το θέμα είναι -όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις- η αμφισβήτηση του πατριωτισμού του αντιπάλου.
Για τον προσδιορισμό των μαζικών σφαγών έχουν γίνει -σε διεθνές επίπεδο- ενδιαφέρουσες και έντονες συζητήσεις μεταξύ ιστορικών, πολιτικών, διανοουμένων, συγγενών θυμάτων. Κάποιες φορές υπάρχει ιδεολογική φόρτιση στην άποψη που υιοθετεί κανείς, άλλες επικρατεί μια θυμική προσέγγιση, συχνά γίνεται με ψυχρό ορθολογισμό η περιγραφή των γεγονότων.
Στη δική μας περίπτωση, ο κανόνας είναι ότι η ιστορική αλήθεια κακοποιείται και ό,τι απομένει χρησιμοποιείται ως υλικό διχασμού και προπαγάνδας. Ο σχετικός “διάλογος” γίνεται με όρους χουλιγγανισμού, οπαδισμού, τυφλού φανατισμού. Είναι τέτοιο το μίσος ώστε και στην άλλη πλευρά, των αντι-εθνικιστών, αναπτύσσονται -όχι σπάνια- μανιέρες και εκκεντρισμοί, με αποτέλεσμα να επιλέγεται η πρόκληση για την πρόκληση, να επιδιώκεται η φασαρία και η σύρραξη.
Στο σχολείο μαθαίνουμε τις αρετές του έθνους, εκπαιδευόμαστε στον αυτοθαυμασμό και στην πεποίθηση ότι εδώ κατοικεί ένας περιούσιος λαός, ότι περικυκλωνόμαστε από εχθρούς και κακούς, ότι στο τέλος νικάμε γιατί έχουμε δίκιο. Ακόμη και αν τελειώσει κανείς το πανεπιστήμιο, εφόσον δεν έχει άλλα διαβάσματα και δεν ανατρέξει σε άλλες πηγές, δεν θα ξέρει και πολλά για τον εμφύλιο, για όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν, για τη στάση της πλειοψηφίας στη διάρκεια της χούντας, αλλά και πιο πίσω για τη δίκη του Κολοκοτρώνη και άλλες ζοφερές στιγμές του ελληνικού έπους.
Ακόμη και σήμερα, με την προσφυγική κρίση να δοκιμάζει την ίδια την υπόσταση της ΕΕ, το ζήτημα της ονομασίας της FYROM θεωρείται μείζον εθνικό θέμα. Και παρά τη χρεοκοπία μας που θα επέτρεπε στην Τουρκία να μας φυσήξει και να πέσουμε, αν δεν την πείραζε μια ρήξη με την ΕΕ, εξεγειρόμαστε όταν ακούμε για κοινές περιπολίες στο Αιγαίο και δεν εγκαλούμε τον Ερντογάν για τον αυταρχισμό του αλλά για τη στάση του στο κυπριακό (χωρίς κιόλας να ξέρουμε καλά-καλά ποια είναι).
Ο πατριωτισμός μας είναι θορυβώδης και ρηχός. Φωνάζουμε, δακρύζουμε, κορδωνόμαστε, βερμπαλίζουμε και στο μεταξύ καταστρέφουμε την πατρίδα που υποτίθεται ότι λατρεύουμε σε όλα τα επίπεδα (περιβαλλοντικό, πολιτισμικό, οικονομικό).
Μας αρέσουν οι παρελάσεις και τα άρματα, οι λόγοι των “επισήμων” για το ένδοξο παρελθόν, ο,τιδήποτε φανταχτερό θυμίζει από πού ερχόμαστε και κρύβει το ποιοι είμαστε και προς τα πού πηγαίνουμε.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ…
One Comment
aris
Με την ευκαιρία της διένεξης πάνω στην γενοκτονία, ή όχι ακριβώς των Ποντίων και άλλα τέτοιου είδους θέματα που κυκλοφορούν καλό θα είναι να προσέχουμε μια και οι καιροί επιτάσσουν πρώτα να κοιτάμε πώς να σταθούμε στα πόδια μας σαν κράτος, καθώς εθνικές διεκδικήσεις χωρίς κρατική ισχύ είναι για παραμυθιασμένους.
Οι λαοί σε δύσκολες στιγμές πρέπει να χρησιμοποιούν την εξυπνάδα τους και όχι μόνο τον αυθορμητισμό τους.
Όταν σε σπρώχνουν στο γκρεμό δεν προχωράς να πέσεις περήφανα σε αυτόν, αλλά κοιτάς να βρεις ρίζα να πιαστείς, να γυρίσεις πίσω και να παλέψεις με αυτόν που σε σπρώχνει.
Μια και πρόσφατα γιορτάσαμε την 28η Οκτωβρίου θυμάμαι μια παλιά φράση του Σεραφείμ Φυντανίδη που περιγράφει τις συμπεριφορές όταν ο Β΄ Παγκόσμιος ήταν προ των πυλών: «Τάβλι ο Τσώρτσιλ, σκάκι ο Μεταξάς».
Αυτό το συνεχόμενο κους – κους για τα οικονομικά της ιδιωτικής εκπαίδευσης τη μία και για τον χαρακτηρισμό της συμφοράς των αδελφών Ποντίων από την άλλη (που μάλλον και η τότε Ελληνική Κυβέρνηση έχει κάποιες ευθύνες), είναι αποπροσανατολιστικές, ή το λιγότερο όχι για τη συγκεκριμένη στιγμή.
Και με δυο λόγια πιο «πιασάρικα» και Θιακοκεφαλλονίτικα:
Η «στραβωμάρα» μας που έλεε κι ο νόνος μου είναι άλλη αυτή τη στιγμή και πολύ πιο σοβαρή εθνικά εκτός αν κάποιοι κάνουν ότι δε βλέπουν…
Κάποιοι άλλοι όμως θέλουν να βλέπουν!
Χουά χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα