Την ευχαριστούμε που υπάρχει. Την αγαπάμε. Τη σεβόμαστε. Πολιτικά, ηθικά, πολιτισμικά
28.12.2015, 22:48 | efsyn
Τη βλέπω κοντά τριάντα χρόνια τώρα. Πανέμορφη. Πάντα χαμογελαστή και ταυτόχρονα λίγο θλιμμένη. Τσιγγάνα. Πουλάει λουλούδια σε συνάξεις και πανηγυρικές ή πολιτιστικές εκδηλώσεις. Βλέμμα αγέρωχο, ήσυχο, καταφατικό (το μέγα «ναι» στη ζωή), παιγνιδιάρικο άλλοτε και άλλοτε ανησυχαστικό.
Συμμετέχει σε όλα· στο δήθεν των ορχηστών, στην ειλικρίνειά τους, στην άλλη όψη των πραγμάτων. Χαμόγελο πολύτιμο, όχι παίξε γέλασε. Νέοι και ηλικιωμένοι (ετοιμοθάνατοι σχεδόν οι τελευταίοι) ορχούνται· πάλλονται σε λαϊκά ακούσματα, σε υστερικά στεντόρειες φωνές· ναι, αλλά αυτή είναι η λαϊκότητα, η λυσσασμένη ηπιότης…
Ιδού, στον χώρο σώματα νεανικά υμνούν την κίνηση, τον ρυθμό, την έκσταση, τον διονυσιασμό (πρέπει να θυμόμαστε, καλέ, τον θεό Διόνυσο), τη μεταρσίωση, την εξουσία της ύλης, το πνεύμα της εξουσίας.
Αγάλλονται οι ψυχές, ακόμα και αυτή του δημάρχου, που στέκεται σαν αγγούρι, μόνος, σε μια γωνιά και προσπαθεί να καταλάβει πώς νιώθουν οι δημότες του, πώς εκδηλώνουν την οργή τους, τη χαρά τους, τη θλίψη τους, την παρουσία τους σ’ αυτήν τη γ… ζωή που τους προσφέρουν τα κομματικά αρχηγικά σχήματα.
Βλέπω, απέναντι, το Τσιγγανόπουλο· θα ’ναι πάνω από σαράντα χρονώ πλέον. Δακρυσμένη, γλυκιά, ήσυχη, προετοιμασμένη για τον χορό των μπαλαμών, γνωρίζουσα τα ντέρτια τους, τον καημό τους, την ολιγοσύνη τους και τη μεγαλοσύνη τους συνάμα. Ναι. Ολα είναι ένας κύκλος, θαρρώ ότι λέει. Μικρός, αλλά ευγενικός και συγκατανευστικός. Φιλικός στα συναισθήματα των λαϊκών ανθρώπων· ομόρρυθμος και ομόκεντρος.
Και να, ο δήμαρχος θέλει να συμμετάσχει στην κύκλια ισχύ. Δεν είναι, όμως, τόσο εύκολο. Απαιτείται το ενστικτικό λαϊκό έρεισμα, η συμμετοχική αύρα. Πού, όμως, να βρεθεί η συμμετοχή;
Η Τσιγγάνα δεν παρεμβαίνει, ούτε επεμβαίνει. Στέκεται σιωπηλή, όχι όμως ανέκφραστη. Ξέρει. Βλέπει τα πρόσωπα και τον ιδρώτα τους, τη θέλησή τους και τη συγκατάνευση στο ξεπέρασμα της καθημερινότητας. Δεν εκβιάζει την πώληση των ανθέων. Και οι ορχηστές το αντιλαμβάνονται. Μπορεί η κρίση να τους εγκλωβίζει σε περιορισμένα έξοδα, αλλά όταν βλέπουν την παλιά μικρή Τσιγγάνα τρέχουν να τη βοηθήσουν.
Στην ουσία συντρέχουν το διαφορετικό, το αιρετικό, το πλάνο και το παρεκκλίνον· το αλάτι της ζωής. Τι να βλέπουν στο πρόσωπό της; Μα, όλους τους μετανάστες, όλους τους πρόσφυγες, τους φτωχούς και τους καταφρονεμένους. Κι ενώ οι περισσότεροι νιώθουν μιαν ασφάλεια αφού μπορούν και διασκεδάζουν, εντούτοις αντιλαμβάνονται ότι είναι οιονεί ένοχοι και συνυπεύθυνοι για την κατάντια του ανθρώπινου είδους.
Παραγγέλνουν λουλούδια, κόντρα στη φτώχεια και στο δήθεν της σαπουνόφουσκης διασκέδασης. Η Τσιγγάνα αμίλητη. Δικός μας άνθρωπος, ψιθυρίζω στην ομήγυρη -και όλοι συμφωνούν. Πάνε κατά διαόλου οι πολιτικές αναλύσεις. Η ηθική προηγείται όλων των κοινωνικών συμβάσεων. Ακόμη και οι έμποροι-καταστηματάρχες υποκλίνονται στη δύναμη της Τσιγγανοπούλας, της Τσιγγάνας -αφού πέρασαν τριάντα τόσα χρόνια.
Την ευχαριστούμε που υπάρχει. Την αγαπάμε. Τη σεβόμαστε. Πολιτικά, ηθικά, πολιτισμικά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: