Οι Ινδοί μέλη του πληρώματος, του «τελευταίου τροχού της αμάξης», οδηγούνται στον ανακριτή
16.01.2016, 20:28 | efsyn
Κώστας Ζαφειρόπουλος, Αντα Ψαρρά
Είναι έξι εκ των βασικών Ελλήνων κατηγορουμένων για τους 2,1 τόνους ηρωίνης. Αντιμετωπίζουν όλοι τις ίδιες βαρύτατες κατηγορίες: διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, διακίνηση ναρκωτικών με προσδοκώμενο όφελος, που σύμφωνα με το κατηγορητήριο ανέρχεται σε τουλάχιστον 400 εκατομμύρια ευρώ.
«Ολοι μιλούσαν με όλους», κατέθεσε στη δίκη ο επικεφαλής των ερευνών, αντιπλοίαρχος του Λιμενικού Γιώργος Κατσούλης. Τους υπερασπίζονται γνωστά ονόματα ποινικολόγων της χώρας. Τους συνδέει και κάτι ακόμα: όλοι αρνούνται (μέχρι σήμερα) τις κατηγορίες.
Μάκης Γιαννουσάκης
42 χρόνων, εφοπλιστής. Στη βίλα του στη Φιλοθέη βρέθηκαν 557 κιλά ηρωίνης. Γιος του Μιχάλη Γιαννουσάκη που το 2009 δολοφονήθηκε στο δικό του μπαρ, το «Mike’s Irish Bar». Ιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων στην Κηφισιά και από το 2012 της ναυτιλιακής εταιρείας G-Tankers Petroleum με έδρα την πόλη Σάρτζα των Εμιράτων. Διατηρούσε βενζινάδικο στη Λιοσίων, ενώ είχε αγοράσει και το πλοίο Aristo από εταιρεία συμφερόντων Μελισσανίδη. Μεταξύ άλλων επιχειρηματιών και εκδοτών, συνδεόταν τα τελευταία χρόνια με φιλία με τον πρόσφατα αποθανόντα Μάκη Ψωμιάδη που τον βοήθησε όταν απειλήθηκε στη φυλακή.
Αρχικά δήλωσε άγνοια για τα ναρκωτικά, όμως στην απολογία του δέχτηκε ότι γνώριζε. Αποδέχεται τη συνεκμετάλλευση του πλοίου, χαρακτηρίζει τον Κοτσώνη «φίλο του» και υποδεικνύει τον Γιώργο Μπουρδούβαλη ως τον άνθρωπο που του πρότεινε τη μεταφορά την οποία όμως αρνήθηκε.
«Μου είπε ότι το είχε ξανακάνει χωρίς πρόβλημα κι ότι τα χρήματα για τη δουλειά θα μεταφέρονταν σε μια νέα εταιρεία στη Σάρτζα όπου ήταν και η δική μου. Τόσο μεγάλα ποσά δεν μπορούν να μεταφερθούν αλλιώς. Γι’ αυτό συστήθηκε η Arab Waves. Ετσι, αποκρύπτονται τα φυσικά πρόσωπα με αυτές τις εταιρείες μιας χρήσης και δεν παρουσιάζονται ούτε διαχειριστές ούτε ιδιοκτήτες» (απόσπασμα κατάθεσης). Φέρεται να χρωστά σε συγκατηγορούμενούς του αρκετά χρήματα ενώ συνεργάτες του έχουν εμπλακεί στην υπόθεση εκφόρτωσης, μεταφοράς και αποθήκευσης της ηρωίνης.
Γιώργος Μπουρδούβαλης
59 χρόνων, συνταξιούχος ναυτικός, καπετάνιος από το 1987 ώς το 1999. Γνωστός στη δικογραφία ως Captain George. Κατέβηκε πρώτη φορά στην περιοχή του αφορολόγητου πετρελαϊκού παραδείσου Ντουμπάι το 1986 ως υποπλοίαχος και αργότερα πλοίαρχος στην εταιρεία της οικογένειας Βαρδινογιάννη.
Εκτελεί εδώ και 15 χρόνια καθήκοντα διευθυντή, υπεύθυνου ναυλώσεων και συγκρότησης πληρωμάτων στην εταιρεία «Horizon» (πρώην ΦΑΛ). Θεωρείται ο ο άνθρωπος που έπρεπε να συμβουλευτεί όποιος πήγαινε να κάνει δουλειά στο Ντουμπάι («Δεν υπήρχε καμία δουλειά που να έπαιρνε η “Ηοrizon” και να μην παίρνει προμήθεια ο Μπουρδούβαλης», λέει γι’ αυτόν ο Γιαννουσάκης).
Η εταιρεία «Horizon» αγόραζε πετρέλαιο από τον Μάκη Γιαννουσάκη, τον οποίο είχε γνωρίσει ο Γ. Μπουρδούβαλης στο Ντουμπάι. Οπως λέει ο ίδιος, του τηλεφώνησε από την Ελλάδα ο γνωστός του, Αιμίλιος Κοτσώνης, με τον Παντελή Καλαφάτη (ιδιοκτήτης του πλοίου) και του ζήτησε να βοηθήσει να βρεθούν ναύλα για το «Noor One».
Αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε σχέση με τα ναρκωτικά και ισχυρίζεται ότι δεν έχει δει ποτέ το ίδιο το πλοίο. Ισχυρίζεται ότι επικοινωνούσε με τον Γιαννουσάκη διότι του χρωστούσε χρήματα, ενώ με τον Κοτσώνη είχε συνεργαστεί σε περίπου 24 δουλειές με πετρέλαια. «Αν έβρισκε φορτίο, το κανόνιζε με τον Νιχάντ [επίσης συνεργάτης της “Horizon”] κι εγώ κανόνιζα να σταλεί το πλοίο και να παραλάβει το φορτίο και ρυθμίζαμε τους επιθεωρητές που θα μέτραγαν τη μετάγγιση» (από κατάθεσή του).
Παντελής Καλαφάτης
68 χρόνων, εργάστηκε ως καπετάνιος επί 12 χρόνια στη Σαουδική Αραβία. Σύζυγος της τελευταίας ιδιοκτήτριας του «Noor One», Κ. Αλεξανδρή. Το ζεύγος Καλαφάτη – Αλεξανδρή γνωρίζονται με τον Αιμίλιο Κοτσώνη μέσω των παιδιών τους. Με τη διαμεσολάβηση του Κοτσώνη, ο Καλαφάτης αγόρασε το πλοίο από τον Φάρο.
Σύμφωνα με όσα δηλώνει ο ίδιος, όταν διαπίστωσε πως ο Γιαννουσάκης χρωστούσε χρήματα και στον Φάρο, ενώ είχε ήδη «φάει» μέρος των χρημάτων που του είχε δώσει (300.000 δολάρια), τηλεφώνησε στον Κοτσώνη: «Εσύ με έμπλεξες σε τέτοια ιστορία» για να λάβει την απάντηση: «Πάρε τα υπόλοιπα χρήματά σου γιατί προφανώς θα τα χάσεις όλα. Ανοιξε μια εταιρεία στο Ντουμπάι και βάλε τα σε μια τράπεζα».
Ετσι και έγινε. Τα Χριστούγεννα του 2013 συναντά στην Ελλάδα τον Κοτσώνη, του δηλώνει ότι έχει προβλήματα με τη ναύλωση του «Noor One» και τον ρωτάει αν μπορεί να του συστήσει κάποια πλοιοκτήτρια εταιρεία. Κάπως έτσι προκύπτει η γνωριμία Καλαφάτη με τον Γιώργο Μπουρδούβαλη της «Horizon».
Σύμφωνα με κατάθεση του λιμενικού στη δίκη, όσο το «Noor One» ήταν στην Ελευσίνα, ο Καλαφάτης ανέβηκε στο πλοίο, όπως και οι συγκατηγορούμενοί του Γιαννουσάκης, Φάρος, Λάγιος και Καρτσώνης. Αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε σχέση με τα ναρκωτικά.
Αιμίλιος Κοτσώνης
54 χρόνων. Ιδιοκτήτης εταιρείας πολυτελών οχημάτων στον Αλιμο, η οποία τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Τον κέρδισε η ναυτιλία και ο Ολυμπιακός, στη σύνθεση του οποίου μπήκε τον Σεπτέμβριο του 2010 με αρμοδιότητα «υπευθύνου στο τμήμα προμηθειών».
Λίγους μήνες νωρίτερα απέτυχε να εκλεγεί στον Δήμο Γλυφάδας με την παράταξη του τότε υποψηφίου δημάρχου και μετέπειτα υπουργού Ναυτιλίας Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη. Από το 2012 ασχολείται με μεσιτείες πετρελαιοειδών στο Ντουμπάι. Στις 23 Δεκεμβρίου του 2013 δέχτηκε δολοφονική επίθεση από αγνώστους και ανταπέδωσε τα πυρά.
Σύμφωνα με την κατάθεσή του, ήταν ο άνθρωπος του Μαρινάκη στο Ντουμπάι και αναλάμβανε όλες τις εκεί επιχειρηματικές δραστηριότητές του με συχνότατες επισκέψεις και ακριβές διαμονές.
Ο Κοτσώνης γνώριζε καλά τους Ελληνες κατηγορούμενους και θεωρείται ο άνθρωπος που «έκανε την κουμπαριά» για το «Noor One». Γνώρισε τον Γιαννουσάκη το 2012 μέσω του κουμπάρου του τελευταίου Στέλιου Διονυσίου, καθώς όλοι μαζί έπαιζαν… μπιρίμπα.
Από τις συνομιλίες του κοριού της ΕΥΠ (2012) φέρεται να λέει ο ίδιος σε συνομιλητή του «Αν μου βάλει τον Ελληνα, αυτόν τον βουλευτή της Χρυσής Αυγής για πλοίαρχο, μου το πάει στο Πορτ Σάιντ, καβαλάει ο άλλος και συνεχίζει…».
Ισως αυτή η εμπιστοσύνη εξηγεί την επιλογή του να έχει δικηγόρους που υπερασπίζονται την ηγεσία της Χρυσής Αυγής στη δίκη. Στη Σάρτζα (Εμιράτα) δημιούργησε την Arab Waves που τελικά δεν λειτούργησε ποτέ.
Ηταν παρών, σύμφωνα με τις περισσότερες, καταθέσεις, στις κουμπαριές για την αγοραπωλησία και τη διαχείριση του πλοίου. Η ιδιοκτήτρια του πλοίου αναφέρει συγκεκριμένα ότι για κάθε κίνηση του πλοίου ακόμα και το πότε θα έφτανε στην Ελλάδα ενημερωνόταν αυτή και ο σύζυγός της Π. Καλαφάτης από τον Αιμ. Κοτσώνη. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Εθνους»: «Το όνομα του Αιμ. Κοτσώνη φέρεται να εμπλέκεται όπως αποκάλυψε ο κοριός της ΕΥΠ και σε παράνομο εμπόριο τσιγάρων πάλι μέσω ναυτιλιακών εταιρειών σε άλλη υπόθεση με 29 κατηγορούμενους».
Στις απολογίες του στην ανακρίτρια αρνείται κατηγορηματικά κάθε κατηγορία, ισχυρίζεται ότι δεν είχε καμία σχέση με το πλοίο και κατηγορεί για ψευδείς ισχυρισμούς τους Μάκη Γιαννουσάκη, Παντελή Καλαφάτη και Κωνσταντίνα Αλεξανδρή.
Παναγιώτης Φάρος
56 χρόνων, πλοίαρχος από το 1981 με μεταπτυχιακά στο μάνατζμεντ επιχειρήσεων. Από το 1989 εργάζεται ως μεσίτης-πωλητής πετρελαιοειδών και καυσίμων. Η εταιρεία του απέκτησε από τη χρεοκοπημένη εταιρεία «Τέρπανδρος» το «Noor One» όταν ακόμα λεγόταν «Κύθνος». Γι’ αυτό τον σκοπό ιδρύεται η εταιρεία «Axia Shipmanagement».
Μέσω του Κοτσώνη γνωρίζει αρχικά τον Γιαννουσάκη και στη συνέχεια τον Καλαφάτη. Τον Μπουρδούβαλη τον γνωρίζει από το 2012, καθώς είχαν «κάνει 2-3 δουλειές μαζί».
Σύμφωνα με όσα λέει ο ίδιος, θεωρούσε ότι το πλοίο θα πέρναγε από Λιβύη για να φορτώσει πετρέλαιο. Κατά το κατηγορητήριο, ο Φάρος εξακολουθούσε να ασκεί τον πλήρη έλεγχο του πλοίου (ακόμα και μετά την πώληση του στον Καλαφάτη), επιδιώκοντας μέσω τρίτων τη ναύλωση στον στενό συνεργάτη του Βασίλειο Κουρούβανη, αποσκοπώντας στην από κοινού εκμετάλλευση του πλοίου.
Ο ίδιος αρνείται οποιαδήποτε σχέση με το φορτίο της ηρωίνης και θεωρεί τις κατηγορίες εξωφρενικές.
Βασίλης Κουρούβανης
53 χρόνων. Ναύλωσε το «Noor One» και ήταν πρόεδρος πετρελαϊκής εταιρείας με εγκαταστάσεις στην Αχαΐα. Φέρεται να είχε προπληρώσει 100.000 δολάρια προκειμένου το πλοίο να φτάσει στο Ρίο, όπου ο ίδιος είχε δεξαμενές καυσίμων.
Στόχος του, το δεξαμενόπλοιο να χρησιμοποιηθεί για μεταφορά καυσίμων από Λιβύη προς Ελλάδα με την οικονομική ενίσχυση δύο επιχειρηματιών, ένας από τους οποίους έχει σχέσεις με μικρή ΠΑΕ, σύμφωνα με «Το Βήμα».
Φέρεται να επιχειρούσε να αποκτήσει επαφή με Ιρανούς επιχειρηματίες με τη βοήθεια γνωστού Ελληνα εμπόρου χρυσού (που έχει βρεθεί στο στόχαστρο του ΣΔΟΕ).
Σύμφωνα με όσα λέει ο ίδιος, όσο το πλοίο ήταν εν πλω, η συμπεριφορά των Γιαννουσάκη – Μπουρδούβαλη του φαινόταν περίεργη και δεν καταλάβαινε τι συνέβαινε. Ενημερώθηκε από τον καπετάνιο ότι το πλοίο θα πήγαινε στην Ελευσίνα για επισκευές. «Δεν κατάλαβα οτιδήποτε για την ηρωίνη μέχρι τη στιγμή που άρχισαν οι συλλήψεις.
Εγώ ασχολιόμουν μόνο με το πώς θα περιορίσω την ζημιά» κατέθεσε. Αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε εμπλοκή με τα ναρκωτικά.
Η χειραγώγηση των ΜΜΕ
Από την αρχή αυτής της υπόθεσης του πλοίου με τους 2,1 τόνους ηρωίνης φάνηκε η αντικειμενική δημοσιογραφία! Τις πρώτες ημέρες οι ειδήσεις για το «Noor One» απασχολούσαν τις εφημερίδες (κυρίως) με μεγάλα ρεπορτάζ, ενώ παράλληλα τα διάφορα ιστολόγια άρχισαν κυριολεκτικά να «ξεσαλώνουν» για το ποιοι (κατά τη γνώμη τους) οργάνωσαν την εγκληματική «ναυτιλιακή» επιχείρηση, υποδεικνύοντας μάλιστα τους ενόχους. Αστυνομικοί συντάκτες έδιναν «μάχες» για να πάρουν πληροφορίες, ενώ, ως συνήθως, άλλοι τις είχαν έτοιμες στο πιάτο.
Ο πρώτος κύκλος ανακρίσεων έκλεισε, αποδόθηκαν οι κατηγορίες και το θέμα πέρασε στα ψιλά. Οταν η δικογραφία για τα «στημένα» αλλά και το βρόμικο χρήμα αποκάλυψε μέσω του κοριού της ΕΥΠ τις τηλεφωνικές συνομιλίες (του 2012) που αφορούσαν και την υπόθεση του πλοίου, το θέμα «ξαναζεστάθηκε».
Οι δικογραφίες συγχωνεύονται με απόφαση της Δικαιοσύνης και συλλαμβάνεται τότε το πρώην στέλεχος του Ολυμπιακού ως κατηγορούμενος πλέον. Στο μεταξύ άρχιζαν να διαφαίνονται κι άλλοι αθλητικοί παράγοντες που με τις αλληλοκαταγγελίες και τις νυχτερινές «αποκαλύψεις» τους έμπαιναν στο κάδρο αυτών των εγκληματικών υποθέσεων.
Τα δελτία ειδήσεων σταμάτησαν κάθε αναφορά, ενώ παρέμενε «στις επάλξεις» της ενημέρωσης όποιο μέσο είχε μεγάλη επιχειρηματική ή οπαδική αντιπαλότητα με τον Ολυμπιακό, λες και το ζήτημα των ναρκωτικών αφορούσε την ομάδα ή τον κάθε παράγοντα.
Η ροή πληροφοριών από τα αθλητικά ΜΜΕ και τα υπονοούμενα εμπλοκής του προέδρου της ΠΑΕ περίπου ως Εσκομπάρ διέτρεχε (κυρίως) τις ανώνυμες αναρτήσεις του κάθε φιλοπαναθηναϊκού ή φιλοενωσιακού μέσου. Ανάλογες υπαινικτικές δηλώσεις έγιναν ακόμα και από ποδοσφαιρικούς προέδρους.
Ο ίδιος ο Β. Μαρινάκης δεν μπήκε βέβαια ποτέ στον κόπο να τραβήξει με δηλώσεις του μια καθαρή γραμμή απέναντι σε όσους υποτιθέμενους ή μη εφοπλιστές και πρώην συνεργάτες του βρέθηκαν κατηγορούμενοι στην υπόθεση. Αντίθετα απλά «έκοψε» τις ειδήσεις ή –ακόμα χειρότερα– έσπευσαν να τις κόψουν με δική τους πρωτοβουλία τα φιλοολυμπιακά ΜΜΕ.
Λίγο πριν από τη διεξαγωγή της δίκης, σε κοινή γραμμή τα περισσότερα ΜΜΕ αλλά και όλα τα κανάλια, πλην ΣΚΑΪ, περιόρισαν τις ειδήσεις γύρω από τις παραιτήσεις δικαστών της δίκης, επιλήψιμες σχέσεις δικαστών με υπόπτους στις εγκληματικές αυτές υποθέσεις, την προσπάθεια μεταθέσεων των λιμενικών και τελικά ακόμα και την κάλυψή της. Για λόγους ακατανόητους, ακόμα και το «Εθνος» που ξόδεψε σελίδες επί σελίδων αποκαλύπτοντας πτυχές της υπόθεσης έπαψε να ενδιαφέρεται για τη δίκη. Απέμεναν να καλύπτουν τη δικαστική διαδικασία τα ΜΜΕ συμφερόντων Αλαφούζου και η εφημερίδα «Espresso».
Κι έτσι κάποιοι απομένουν στη μοναξιά τους να καλύπτουν τη δίκη για την ηρωίνη, κάποιοι άλλοι καταγράφουν και μεταδίδουν απευθείας όλους τους διαλόγους με στόχο απλά να πλήξουν αντίπαλα ποδοσφαιρικά (και επιχειρηματικά) στρατόπεδα και κάποιοι τρίτοι που πάντα είναι καλά πληροφορημένοι από «πηγές» γράφουν άρθρα σε διαφορετική γραμμή από όσα έγραφαν το 2014, υποδεικνύοντας ως εγκεφάλους τους Τούρκους (ασύλληπτους και μη) κατηγορούμενους, πριν αποφανθεί η δικαιοσύνη.
Με δυο λόγια, έγινε ξανά φανερό ότι μόλις ξεσπάει ένα πόλεμος ή μια επιχειρηματική συνεργασία ανάμεσα σε μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που κατέχουν τα ΜΜΕ τότε αναλόγως θυμούνται ή ξεχνάνε τις μεγάλες εγκληματικές υποθέσεις. Στο τέλος, βέβαια, κάθε πολίτης αντιλαμβάνεται και το πώς τελικά καθορίζονται τα περιεχόμενα των ρεπορτάζ.
Αποτέλεσμα: η δίκη διεξάγεται σχεδόν στο σκοτάδι και μέσα σε έναν διάχυτο φόβο, οι δομές της καταπολέμησης των ναρκωτικών παραμένουν ανήμπορες με εξαθλιωμένα οικονομικά, οι χρήστες γεμίζουν τους δρόμους, οι πολίτες συνεχίζουν να υποστηρίζουν φανατικά τις αθλητικές τους ηγεσίες στον μεταξύ τους υποτιθέμενο εμφύλιο, ενώ το επόμενο φορτίο μπορεί ήδη να περνάει ανενόχλητα τον κόλπο του Σουέζ.
Διότι το θέμα δεν είναι φυσικά το πόσο και ποιοι θα καταδικαστούν από τη Δικαιοσύνη, αλλά το πώς θα έπρεπε να αναδειχτεί στην ελληνική κοινή γνώμη η ευκολία παρόμοιων μεταφορών, να βρεθούν τρόποι καταπολέμησης και κυρίως να δημιουργηθεί ένα ισχυρό ρεύμα κοινωνικής απαξίας για παρόμοιες εγκληματικές κερδοφόρες επιχειρήσεις είτε με ναρκωτικά είτε με «στημένα» είτε με βρόμικο χρήμα. Αυτό όμως δεν γίνεται ούτε με ομερτά και σιωπή ούτε με φόβο.
Στο μεταξύ, όλα τα ελληνικά ΜΜΕ συνεχίζουν να κουνάνε το δάχτυλο στα τουρκικά καμιόνια που μεταφέρουν λαθραίο πετρέλαιο από τον ISIS. Δεν υπάρχει, βλέπετε, στα καμιόνια η δυνατότητα σημαίας Τόγκο!
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: