Βασίλης Μαθιουδάκης
Μετά από δέκα μέρες στον αυτοσχέδιο προσφυγικό καταυλισμό της Ειδομένης, οι σκέψεις μου συνεχίζουν να σκοντάφτουν πάνω στις λέξεις.
Λέξεις βουλιαγμένες μέσα στις λάσπες και την αγωνία του κόσμου αν θα περάσει τα σύνορα για να ζήσει επιτέλους το «ευρωπαϊκό όνειρο».
Να ζήσει την ουτοπία του Γερμανού εργάτη και μιας σίγουρης ζωής μακριά από τον πόλεμο, τα ολοκληρωτικά συστήματα και τις κλειτοριδεκτομές γυναικών που λαμβάνουν χώρα σε πολλές αφρικανικές και ασιατικές χώρες.
Περπατώντας ατελείωτες ώρες στις ράγες των τρένων, στα λασποχώραφα του μακεδονικού τοπίου έως τα σύνορα όπου ο φράχτης υψώνει σαρκαστικά το ανάστημά του αποκλείοντάς σε από το όνειρο, το μάτι δεν μπορεί να ησυχάσει.
Παρατηρεί ανήσυχα και διαρκώς καταγράφει τις εκατοντάδες συγκινητικές ιστορίες που εκτυλίσσονται γύρω από το παρελθόν και το παρόν των προσφύγων και τις κουβαλάνε αποτυπωμένες για πάντα στα μάτια τους, στην έκφρασή τους.
Ο φωτογράφος λοιπόν, ψυχρός εκτελεστής της στιγμής, σε καθημερινή βάση ξεπερνά τα όρια του ανθρωπισμού στον βωμό της καταγραφής.
Τα όρια μπαίνουν όμως στη διαδικασία της προβολής και της παρουσίασης. Τι επιλέγεις να δείξεις από τον καθημερινό περίπατο στην περιοχή, ειδικά όταν αρχίζει να βρέχει.
Κάποιοι δεν έχουν καν σκηνή, αποθέτουν τα εξαντλημένα σώματά τους σ’ ένα νάιλον, δίπλα σε μια δειλή φωτιά, τα παιδιά παίζουν στις λάσπες με περισσή αθωότητα. Ενα βροχερό βράδυ συνάντησα τον Χαλίλ, κρατούσε στην αγκαλιά του τυλιγμένο σε μια ολόλευκη κουβέρτα ένα βρέφος, τον γιο του. Φαινόταν σχεδόν νεογέννητο και σκέφτηκα ότι θα γεννήθηκε στο νοσοκομείο στο Κιλκίς.
Τον ρώτησα πόσων ημερών είναι και μου απάντησε ότι γεννήθηκε πριν από 13 μέρες στην Τουρκία.
Αυτό το παιδί, στις πρώτες δεκατρείς μέρες της ζωής του, πέρασε το Αιγαίο και έφτασε σ’ αυτόν τον καταραμένο τόπο όπου συνωστίζονται οι ελπίδες.
Ξάφνου έρχεται ένα φορτηγό με προμήθειες, ο κόσμος ορμά όλος μαζί, ο καβγάς στήνεται σε δευτερόλεπτα για ένα μπουκάλι νερό, ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα φρούτο.
Κοιτάς στα δεξιά σου – άνθρωποι με ακρωτηριασμένα μέλη περιμένουν υπομονετικά στην ουρά των σάντουιτς ή στην ουρά για τον γιατρό ή στην ουρά για τσάι.
Κοιτάς από την άλλη, τα μωρά κλαίνε καθώς αντιλαμβάνονται την αγωνία της μάνας, μιας φιγούρας αρχέγονης, τραγικής, που με νύχια και με δόντια θα πολεμήσει για να προσφέρει το μέλλον στο παιδί της.
Φωτ: Βασίλης Μαθιουδάκης
Η μάνα αποτελεί για το βρέφος την αρχαϊκότερη μορφή ταύτισης.
Η φιγούρα της μάνας τιμήθηκε δεόντως στις παραδόσεις, στα ήθη και τα έθιμα όλων των λαών, αποτυπώθηκε στην Ιστορία της Τέχνης ως τροφός, ως η κινητήριος δύναμη της αρχής μιας νέας ζωής, υμνήθηκε από τη μυθολογία και την αρχαία τραγωδία, ενώ είναι αστείρευτη πηγή έρευνας για την ψυχανάλυση πάνω στην άρρηκτη δυαδική σχέση παιδιού – μάνας.
Αρχαϊκή μητέρα, Γαία, Γυναίκα Φαλλός, Μινωική θεά των όφεων, Μαντόνα, Αφροδίτη, Τροφός, λέξεις συνδεδεμένες με τον θρήνο, την τραγωδία, την αγωνία του θανάτου, που ταυτόχρονα έρχονται σε αντιπαράθεση με την ελπίδα και τη δύναμη της γέννησης.
Εννοιες που χειραγωγήθηκαν από τη θρησκεία, έννοιες που οδήγησαν στον θρησκευτικό φανατισμό, το μίσος, τον εμφύλιο, έννοιες που επιστρέφουν στην αρχή του κακού όπως οι θρησκευτικά τυφλοί και οι αιμοσταγείς θεωρούν τη γυναίκα, τη μάνα, το αρχετυπικό σύμβολο της ζωής.
Επέλεξα λοιπόν αυτές τις τρεις εικόνες γιατί η μάνα είναι η καθοριστική ύπαρξη για την ψυχοκινητική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.
Ο συνδυασμός των εξωτερικών ερεθισμάτων που δέχεται η μάνα αυτόματα αντανακλά στον εσωτερικό ψυχισμό του παιδιού.
Τι είδαν λοιπόν αυτά τα μάτια στη Συρία, στο ταξίδι με τα πόδια μέχρι τα παράλια της Τουρκίας, στη βάρκα για τη Μυτιλήνη, στις λάσπες της Ειδομένης;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: