Τις επόμενες ημέρες θα πρέπει να παρουσιάσει η Τράπεζα της Ελλάδος τις βελτιώσεις στον κώδικα δεοντολογίας των τραπεζών ώστε να προσδιοριστεί η χρήση συγκεκριμένων ρυθμίσεων – εργαλείων ανά κατηγορία δανειολήπτη για να διευκολυνθεί η επιλογή των τύπων ρυθμίσεων, που θα είναι κατάλληλες για τις αντίστοιχες κατηγορίες δανείων, δανειοληπτών και περιπτώσεων, ώστε οι λύσεις για τα «κόκκινα» δάνεια να είναι οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμες.
Παράλληλα, κάθε τράπεζα θα πρέπει να έχει έναν οδικό χάρτη με τους επιχειρησιακούς στόχους ανάταξης-ανάκτησης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (πρόκειται για δάνεια που βρίσκονται κοντά στη ζώνη του «κόκκινου») αλλά και για τη διαχείριση των «κόκκινων» σε βάθος τριετίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τράπεζες έχουν περιγράψει τους στόχους τους μόνο για το 2016.
Η ΤτΕ, που είναι αποδέκτης των σχεδίων αυτών, έχει ζητήσει να συμπληρωθούν και να περιγραφούν αναλυτικά οι στόχοι μέχρι το 2018 είτε αφορούν έσοδα λόγω ρυθμίσεων, εισπράξεων από ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων είτε τις διαγραφές.
Είναι σαφές ότι οι ποινικές διώξεις που ασκήθηκαν σε βάρος στελεχών της Alpha Bank για τα προσωπικά δάνεια προς τον Σταύρο Ψυχάρη έχει θορυβήσει την τραπεζική αγορά και πλέον οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν δώσει για εντολή κατά γράμμα εφαρμογή των κανόνων (by the book).
Τραπεζικοί κύκλοι πάντως υποστηρίζουν ότι απαιτείται νομοθετική παρέμβαση, με την οποία θα παρέχεται ασυλία σε όλους τους υπάλληλους, στελέχη και μέλη των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών για οποιαδήποτε πράξη διαχείρισης δανείων και κυρίως διαγραφών.
Χωρίς αυτή την ασυλία, υποστηρίζουν οι ίδιοι κύκλοι, είναι «δεμένα» τα χέρια των τραπεζικών υπαλλήλων και στελεχών, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος να βρεθούν αντιμέτωποι με ποινικές ευθύνες.
Για τον λόγο αυτό πριν από μερικούς μήνες, αναφέρουν οι πληροφορίες, οι Ελληνες τραπεζίτες παρέδωσαν στο υπουργείο Οικονομικών σχέδιο τροπολογίας για την ευθύνη των διοικήσεων σε περιπτώσεις αναδιαρθρώσεων, ρυθμίσεων δανείων κ.λπ.
Οπως υποστηρίζουν, σκοπός της προτεινόμενης διάταξης–τροπολογίας είναι να έχουν οι τράπεζες περισσότερες δυνατότητες να εισπράξουν το μεγαλύτερο δυνατό μέρος των απαιτήσεών τους, όταν η ανάκτηση του συνόλου των δανείων δεν είναι εφικτή.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τα επιχειρηματικά δάνεια η τυχόν διαγραφή θα μπορέσει να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα των εταιρειών ώστε να μπορούν να αποπληρώνουν τα χρέη που έχουν ρυθμιστεί.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι το σχέδιο τροπολογίας απορρίφθηκε για λόγους αντισυνταγματικότητας.
Δίχτυ προστασίας
Το ζήτημα νομοθετικής ρύθμισης που θα παρέχει ισχυρότερο δίχτυ προστασίας από νομικές ευθύνες των τραπεζικών στελεχών τέθηκε και από τους θεσμούς, ωστόσο καλά πληροφορημένες πηγές αναφέρουν ότι το τελικό κείμενο που συμφωνήθηκε δεν θα προσφέρει ασυλία αλλά σαφέστερη ερμηνεία των ισχυουσών διατάξεων.
Οικονομολόγοι και νομικοί κύκλοι–γνώστες της τραπεζικής αγοράς έχουν διαφορετική άποψη καθώς υποστηρίζουν ότι το υφιστάμενο νομικό–κανονιστικό πλαίσιο είναι επαρκές.
Επικαλούνται μάλιστα τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με τα οποία την τριετία 2013-2015 οι τράπεζες δρομολόγησαν διαγραφές δανείων ύψους 5 δισ. ευρώ και καλώς έκαναν, αν και θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε περισσότερα.
Αν σκεφτεί κανείς όμως ότι έχουν υπολογίσει προβλέψεις για ζημιές από «κόκκινα» δάνεια ύψους 58 δισ. ευρώ τότε είναι σαφές ότι μπορούσαν και… καλύτερα.
Αλλωστε, αυτές οι υπολογισθείσες ζημιές έχουν καλυφθεί από τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών.
Σημειώνεται εξάλλου ότι η αρχική πρόταση της κυβέρνησης –από την περίοδο που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση– για τη δημιουργία Ενδιάμεσου Φορέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, που θα έλυνε πολλά από τα ζητήματα που θέτουν οι Ελληνες τραπεζίτες και θα τους «έλυνε» τα χέρια δεν έτυχε της ανάλογης υποστήριξης από τους ίδιους.
Σε κάθε περίπτωση, οι αναδιαρθρώσεις δανείων υλοποιήθηκαν βάσει του ισχύοντος πλαισίου λειτουργίας τους, των εσωτερικών διαδικασιών και κανόνων, που περιλαμβάνουν πολλά επίπεδα λήψης αποφάσεων, εσωτερικών ελέγχων και ασφαλιστικών δικλίδων, ανάλογα με το ύψος του δανείου και το επίπεδο του αναλαμβανόμενου κινδύνου.
Και όλα αυτά ώστε να μην αναλαμβάνουν υπάλληλοι και στελέχη της τράπεζας αδικαιολόγητο βάρος ή ευθύνη που θα λειτουργεί αποτρεπτικά ώστε να αναλάβουν πρωτοβουλία διευθέτησης ή και διαγραφής δανείου.
Για τα μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται από απλούς τραπεζικούς υπαλλήλους αλλά από ανώτατα στελέχη, τα οποία είναι υψηλά αμειβόμενα ώστε να λαμβάνουν αποφάσεις υψηλού ρίσκου, ως οφείλουν άλλωστε.
Αλλωστε η βελτίωση του νόμου 4307/14 (γνωστός και ως νόμος Δένδια) επιτρέπει στις τράπεζες να βρουν βέλτιστες λύσεις για τα προβληματικά επιχειρηματικά δάνεια.
Να σημειωθεί ότι ακόμα και στις περιπτώσεις διαγραφών, με τον όρο ότι δεν έχει συμφωνηθεί με τον δανειολήπτη η πλήρης απαλλαγή του από το ποσόν της διαγραφής, τα ποσά αυτά μεταφέρονται στα εκτός ισολογισμού στοιχεία και η τράπεζα έχει κάθε δικαίωμα να συνεχίσει να απαιτεί την εξόφληση των οφειλών.
Τι σημαίνει αυτό; Οτι αν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι ιδιοκτήτες χρεοκοπημένων επιχειρήσεων είναι πλούσιοι επιχειρηματίες, η τράπεζα οφείλει να προχωρά στις απαιτούμενες διαδικασίες ανάκτησης των διαγραμμένων δανείων.
Σύγκρουση συμφερόντων
Για τη συγκεκριμένη κατηγορία, πάντως, οι παροικούντες την τραπεζική Ιερουσαλήμ θέτουν ένα ακόμα πρόβλημα, αυτό της «σύγκρουσης συμφερόντων», καθώς σε πολλές περιπτώσεις τα τραπεζικά στελέχη που καλούνται να διαχειριστούν τα μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια είναι τα ίδια που χορήγησαν αυτά τα δάνεια, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Ενα επιπλέον πρόβλημα και μάλιστα διαχρονικό είναι ότι το στελεχικό δυναμικό των ελληνικών τραπεζών δεν έχει την κουλτούρα της ενεργητικής διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων, ούτε καν των μικρών (καταναλωτικά, κάρτες κ.λπ.).
«Και γιατί να διαγράψουμε οφειλές πιστωτικής κάρτας σε κάποιον, αφού τα χρωστάει;» είναι μια πολύ συνηθισμένη ρητορική ερώτηση που ακούγεται συχνά από τραπεζικά στελέχη.
Η «ερώτηση» μπορεί να είχε μια βάση τις εποχές των παχιών αγελάδων αλλά όχι σήμερα έπειτα από οκτώ χρόνια ύφεσης και τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις.
Αλλωστε η λογική «ας πρόσεχε ο δανειολήπτης» είναι ισοπεδωτική, καθώς όπως έχει παραδεχτεί κατά το πρόσφατο παρελθόν ανώτατο τραπεζικό στέλεχος «είναι πολύ εύκολο για μια τράπεζα να διαπιστώσει αν μια πιστωτική κάρτα είναι «φορτωμένη» με αγορές ειδών πολυτελείας ή χρησιμοποιείται για τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ».
Συνεπώς, οι διοικήσεις των τραπεζών οφείλουν να καλλιεργήσουν μια εντελώς διαφορετική κουλτούρα, περισσότερο πελατοκεντρική στην κατεύθυνση της ενεργητικής διαχείρισης του προβληματικού δανειακού χαρτοφυλακίου τους.
Το γεγονός ότι δεν το έκαναν μέχρι σήμερα οδήγησε σε διόγκωση του προβλήματος και πλέον η Ελλάδα βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο και να πιέζεται ασφυκτικά από τους δανειστές για την πώληση του συνόλου των «κόκκινων» δανείων, χωρίς ουσιαστικό δίχτυ ασφαλείας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Αιχμηρό σημείο της διαπραγμάτευσης τα “κόκκινα” δάνεια»