Ελένη Καρασαββίδου
Η πείνα συγκατοικεί με το σκοτάδι, έγραψε ο Αισχύλος, σε μια από τις πιο πυκνές πολιτικοκοινωνικές φράσεις που γράφτηκαν ποτέ. Αποδείχθηκε από τότε χιλιάδες φορές στην Ιστορία. Ποδηγετήθηκε πολλές για να γεμίσει η ανθρωπότητα πραγματικούς και σημειολογικούς τάφους. Ξεπεράστηκε, με θυσίες φυσικά, αρκετές για να φυτρώσει στις γωνιές του πλανήτη η ελπίδα. Αναλύθηκε με μυριάδες τρόπους. Παρεξηγήθηκε με άλλους τόσους. Δεν επιλύθηκε ποτέ.
Τώρα ξαναεπιστρέφει στην απελπισμένη μορφή των προσφύγων που, συνηθισμένοι σε μια μεσοαστική ζωή οι περισσότεροι, πούλησαν τα πάντα ή τοποθέτησαν το καταπίστευμά τους σε μια προσπάθεια να τρέξουν μακριά από τον τρόμο και βρέθηκαν καθηλωμένοι στη μέση του πουθενά, στερημένοι πια από δυνατότητα για καθημερινή υγιεινή, καλή τροφή και υπηρεσίες υγείας και παιδείας.
Σύντομα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μιας Δύσης που ενεπλάκη στην ανατροπή καθεστώτων -μόνο για να εγκαθιδρύσει χειρότερα- και στο ξέσπασμα πολέμων -τους οποίους αρνείται να αναγνωρίσει ως αιτία προσφυγιάς μετά- θα μετατραπούν σε νησίδες παραγωγής και αναπαραγωγής ενός πολιτικού οικονομικού και πολιτιστικού μοντέλου όπου οι πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, αποκομμένες από τις συνθήκες διαβίωσης, θα επιστρατεύονται για να δικαιολογήσουν δείκτες αναλφαβητισμού και εγκληματικότητας, αφήνοντας αλώβητες τις δομές μιας κυνικής κοινωνικής συνθήκης όπου όλο και περισσότερο θα αποκόβεται ο άνθρωπος από το ανθρώπινο.
Σύντομα (γιατί τίποτε δεν πρέπει να μένει ανεκμετάλλευτο τελικά, ιδίως η απελπισία) η Ευρώπη ενδέχεται να μιμηθεί το σύστημα των ιδιωτικών φυλακών των ΗΠΑ, εμπνευσμένο από τα στρατόπεδα του νεοναζισμού, όπου οι «εκ φύσεως βάρβαροι» θα προσφέρουν τις κατάλληλες εργασίες ουσιαστικά δωρεάν προς ισοπέδωση της εργασιακής αγοράς και προς κερδοφόρα δόξα των ιδιωτικών επιχειρήσεων που θα έχουν υπογράψει τις συμβάσεις.
Ο παγκοσμιοποιημένος ανεξέλεγκτος καπιταλισμός έχει μια τέτοια «μηχανική» (στηριγμένη όχι απαραίτητα στο προσχεδιασμένο μα στην τυχαία ευκαιρία κάθε τραγωδίας σε έναν χαοτικό πλανήτη) που δεν μπορεί να λειτουργήσει έχοντας τον Κινέζο (χειρωνάκτη ή πνευματικό) εργάτη με μεροκάματο του ενός ευρώ και τον Ευρωπαίο με 20…
Στα ίδια αυτά στρατόπεδα γεννιούνται αυτήν την εποχή οι γενιές και γενιές Βάρβαρων και Φιλισταίων και Προλετάριων, που χρησιμοποίησε ο Μάθιου Αρνολντ για να περιγράψει την αποκτήνωση εκμεταλλευόμενων κι εκμεταλλευτών, μα και την απίστευτη δυστυχία των πρώτων, στις πρόχειρα φτιαγμένες γύρω από τα εργοστάσια παραγκουπόλεις της Ευρώπης, στις απαρχές της εκβιομηχάνισης.
Οι ηγεσίες της Δύσης (εκμεταλλευόμενες και τις προφανείς ευθύνες των αραβικών πολιτικών και θρησκευτικών ηγεσιών και την παθητικότητα των τοπικών και διεθνών «κοινωνιών») τυφλωμένες ή ανιστόρητες, δεν συνειδητοποιούν πως τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλόθρησκων πληθυσμών επικεντρώνονται κυρίως στην περιοχή των Βαλκανίων, χώρο όπου ιστορικά η θρησκευτική συνείδηση εθνικοποιήθηκε (Μπαλιμπάρ και Βάλερσταϊν, 1991), συμβάλλοντας στο παρελθόν ως «πυριτιδαποθήκη» στην ενδυνάμωση ακραίων φωνών και στο ξέσπασμα συγκρούσεων που πολύ γρήγορα αιματοκύλισαν όλη την ήπειρο…
Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ως φωτοτυπία… Αλλά κάθε εποχή αναπαράγει μερικές βασικές λειτουργίες ή «αλήθειες» με τον τρόπο της. Μια από αυτές τις αλήθειες που επαναλαμβάνεται σαν μια σκοτεινή προφητεία (στην πραγματικότητα ως παρατήρηση), στις λειτουργίες της κοινωνίας εξακολουθεί να είναι η εφιαλτική ρήση του Αισχύλου: Η πείνα όντως συγκατοικεί με το σκοτάδι. Αλλά παρ’ όλες τις βολικές ρητορικές των χορτάτων, που αποδέχονται άκριτα πολλοί που δεν ανήκουν στις τάξεις τους, δεν φταίνε πρώτιστα οι πεινασμένοι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: