Posted by sarant στο 9 Μαΐου, 2016
Σήμερα συνεδριάζουν εκτάκτως στις Βρυξέλλες οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, ύστερα από αίτημα της ελληνικής πλευράς, μια συνεδρίαση που μπορεί να είναι κρίσιμη για την πορεία της αξιολόγησης και την απαίτηση μερίδας των δανειστών να θεσπιστεί μηχανισμός αυτόματης διόρθωσης των αποκλίσεων.
Δεν ξέρω αν η συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ μάς επιφυλάσσει συγκινήσεις ή εκπλήξεις, εδώ θα είμαστε και θα τις συζητήσουμε στα σχόλια. Το άρθρο δεν θα προσπαθήσει να μαντέψει τις εξελίξεις όμως -θα λεξιλογήσουμε για το Γιούρογκρουπ λοιπόν.
Καταρχάς, να πούμε για την ίδια τη λέξη, αλλά και για το ίδιο το πράγμα. Το Γιούρογκρουπ ή Eurogroup είναι άτυπο όργανο, που γεννήθηκε μετά τη δημιουργία του ευρώ και της ευρωζώνης, αφού το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών της ΕΕ, το λεγόμενο Εκοφίν, περιλάμβανε όλα τα κράτη μέλη, τόσο εκείνα που είχαν υιοθετήσει το κοινό νόμισμα όσο και τα άλλα. Η άτυπη αυτή συνεδρίαση για αρκετά χρόνια λειτουργούσε χωρίς νομική βάση. Αναγνωρίστηκε εκ των υστέρων με το Πρωτόκολλο αριθ. 14 στη Συνθήκη της Λισαβόνας, στο ελληνικό κείμενο του οποίου υπάρχει η απόδοση «Ευρωομάδα», ένας όρος ο οποίος δεν χρησιμοποιείται και πολύ από τα μέσα ενημέρωσης.
Παρόλο που έχει αναγνωριστεί εκ των υστέρων, η Ευρωομάδα δεν είναι θεσμικό όργανο της Ένωσης και όμως συζητάει καίρια θέματα και παίρνει δεσμευτικές αποφάσεις, όπως έγινε με την Κύπρο και με την Ελλάδα. Το παράδοξο είναι ότι το άτυπο αυτό όργανο λειτουργεί σε καθεστώς απόλυτης αδιαφάνειας και πλήρους έλλειψης λογοδοσίας, αφού δεν είναι υπόλογο ούτε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ούτε στα εθνικά. Διαιωνίζεται έτσι και μεγεθύνεται η θεσμική ανωμαλία που προκλήθηκε με την υιοθέτηση κοινού νομίσματος από ορισμένα μόνο κράτη μέλη της Ένωσης και όχι από το σύνολό της.
Αλλά εμείς εδώ λεξιλογούμε. Γιούρογκρουπ λοιπόν, όπου το πρώτο σκέλος αναφέρεται στο ευρώ και όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή την Ευρώπη, ενώ το δεύτερο συνθετικό είναι εκείνο που περισσότερο θα μας απασχολήσει. Ένας λόγος που ο αμιγώς ελληνικός όρος (Ευρωομάδα) δεν έχει τόσο πολύ επικρατήσει, είναι και ότι στα ελληνικά μάς είναι ήδη οικεία η λέξη γκρουπ.
Πρόκειται βέβαια για δάνειο, μάλλον από το γαλλικό groupe παρά από το αγγλικό group. Η γαλλική λέξη, που χρησιμοποιήθηκε τον 17ο αιώνα σε κείμενα τεχνοκριτικά για να περιγράψει μια ομάδα από πρόσωπα ή μορφές σε ένα έργο τέχνης, προέρχεται από το ιταλικό gruppo, που έχει τη σημασία «κόμπος, δεμένο σκοινί, συσσωμάτωμα» και που ανάγεται σε παλαιογερμανική ρίζα.
Στα ελληνικά, η λέξη «γκρουπ» πρέπει να μπήκε στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, με τη σημασία της μικρής ομάδας προσώπων, αλλά δεν χρησιμοποιήθηκε για όλες τις ομάδες παρά μόνο για λίγο-πολύ συγκεκριμένες χρήσεις, για ομάδες που έχουν συγκροτηθεί για ορισμένους συγκεκριμένους σκοπούς.
Έτσι, γκρουπ ονομάστηκαν, καταρχάς, οι ομάδες τουριστών που συμμετέχουν σε οργανωμένο ταξίδι ή επίσκεψη, συχνά με δικό τους ναυλωμένο μεταφορικό μέσο. Έπειτα, έχουμε τα μουσικά συγκροτήματα, που ονομάστηκαν και στα ελληνικά γκρουπ, επί το οικειότερο γκρουπάκια, ενώ δεν ξέρω αν πολυχρησιμοποιείται στα ελληνικά ο όρος «γκρούπη» για τις νεαρές θαυμάστριες των μουσικών. Έχουμε επίσης τα μαθητικά γκρουπ, τις ολιγομελείς ομάδες μαθητών σε τάξεις φροντιστηρίων -που κι αυτά λέγονται γκρουπάκια όταν ο σχολάρχης θέλει να τονίσει τον μικρό αριθμό των μελών τους.
Πέρα από τον τουριστικό, τον μουσικό και τον εκπαιδευτικό τομέα, έχουμε δει τη λέξη να χρησιμοποιείται και στην πολιτική, όπου όμως συνήθως είναι εξελληνισμένη και σε θηλυκό γένος, η γκρούπα, για να δηλώσει μια ολιγομελή συνήθως συσπείρωση ατόμων της ίδιας πολιτικής κατεύθυνσης. Αλλά πολύ πιο κοινό από τη γκρούπα είναι το υποκοριστικό της, το οποίο όμως στον χώρο της πολιτικής δεν λέγεται γκρουπάκι, αλλά είναι ατόφιο δάνειο: το γκρουπούσκουλο, κατά λέξη «η ομαδούλα», υποτιμητικός χαρακτηρισμός για ολιγομελή πολιτική οργάνωση. Ο Μπαμπινιώτης στο Ετυμολογικό λεξικό του τη δίνει δάνειο από το ιταλ. gruppuscolo. Επειδή όμως ο δανεισμός έγινε τα μεταπολεμικά χρόνια, είναι πιθανότερο να πρόκειται για δάνειο από το γαλλ. groupuscule. Κάποιοι βέβαια θεωρώντας ότι η λέξη είναι ευθέως υβριστική τη μεταπλάθουν σε… γκρουπόσκυλα.
Ωστόσο, πολλά χρόνια πριν μπει στην ελληνική γλώσσα ατελώνιστο το γκρουπ (ατελώνιστο, επειδή δεν συμμορφώθηκε με το ελληνικό τυπικό -αν και η γκρούπα πλήρωσε γλωσσικό δασμό), είχε εισαχθεί ένας πρόγονός της, που σήμερα κοντεύει να ξεχαστεί και δεν περιλαμβάνεται στα σύγχρονα μεγάλα λεξικά μας. Διότι εκτός από το ουδέτερο γκρουπ και τη θηλυκή γκρούπα, υπάρχει και ο μεγαλοθείος τους, ο γρούπος.
Γρούπος λοιπόν, δάνειο από το ιταλικό gruppo, είναι αφενός ομάδα ανθρώπων και αφετέρου το χρηματόδεμα. Σπανιότερα τη βρίσκουμε και με τη σημασία του σωρού πραγμάτων.
Με τη σημασία της ομάδας ανθρώπων, βρίσκουμε τη λέξη στην κυρα-Κώσταινα του Μιχ. Μητσάκη: «ήρχισε κόσμος να συνάζεται, ν’ ακούει, να περιβάλλει τον μικρόν γρούπον των απαγωγέων και της νέας» ή στο Νούμερο 31328 του Βενέζη: «πώς του ήρθε του Γιωργή να ξεκόψει απ’ το γρούπο μας για να μαζέψει αποτσίγαρα».
Με τη σημασία του χρηματοδέματος, ήδη στον Μακρυγιάννη: «Ένας έκλεψε έναν γρούπον με χρήματα κι εκείνος οπού τα είχε χάσει ήρθε και μου είπε τον κλέφτη», και συχνά στον Σουρή: «κι εντός του γρούπου Περικλή ευρίσκω άλλον γρούπον, κι ακούω φράγκων αργυρών και πεντολίρων γδούπον».
Ο γρούπος δεν ήταν λέξη μόνο λαϊκή αλλά και της επίσημης ορολογίας. Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος διαβάζουμε διάταγμα του 1836 «Περί παραδόσεως γρούπων εις τα ταχυδρομεία Αθηνών και Πειραιώς» το οποίο ορίζει ότι: «Το παραλαμβάνον ταχυδρομείον τον τοιούτον γρούπον χρεωστεί να επιθέτει, επί παρουσία του παραδίδοντος, την σφραγίδα της υπηρεσίας εις εν μέρος του γρούπου…»
Αλήθεια, θα έρθει κανένας γεμάτος γρούπος από το αποψινό Γιούρογκρουπ ή θα ακουστεί γδούπος;