sifiniera | 10.05.2016 | 14:26
Βέρα I. Φραντζή
Η πόλη έχει ανθοστολιστεί. Πονάει η γη κάτω από τα πεζοδρόμια από τους περιορισμούς της εκτόνωσης της γονιμότητάς της. Οι άνθρωποι δείχνουν το δέρμα τους στον κόσμο. Πεινάω σαν το αντικρίζω.
Μωβ λουλούδια με τέσσερα πέταλα μαλακά σαν σπλάχνα κορίτσιου που έχουν γινώσει από έρωτα πλατωνικό, πιτσιλάνε την άσφαλτο. Το μπετόν των φραχτών καμουφλάρεται πίσω από το φωτεινό του ανοιξιάτικου ήλιου. Τα παράθυρα προσμένουν την ομόνοια που ταξιδεύουν στα φτερά τους τα μικρά σπουργίτια με τα γεννητούρια τους και τα κελαηδίσματα τους και τις αναποφάσιστες διαδρομές τους.
Μέχρι και ο Κηφισός, μόνιμα κλινήρης στην εντατική της φύσης που του επέβαλλαν οι άνθρωποι της πόλης, αφουγκράζεται τα αρώματα και τη ζεστή ψωμένια γη. Υπάρχει κάπου λίγη διαρροή χρώματος και την έχει πάρει είδηση το αθηναϊκό ποτάμι. Έχει μαζέψει πράσινο του ελαιόδεντρου και λίγη χρυσογκρί ανταύγεια από τα μάγουλα των τσιγγανόπουλων που λιάζονται στο πάρκο του νοσοκομείου Παίδων, κίτρινα και ωχρά και βαθυστόχαστα από τη μεσογειακή αναιμία και την έλλειψη σιδερένιου αίματος.
Οι οδηγοί ανοίγουν τα παράθυρά των αυτοκινήτων τους. Βγάζουν το αριστερό χέρι στην ατμόσφαιρα ως μια δειλή δήλωση της επαφής με την άνοιξη. Αμέριμνοι ξεμπροστιάζονται μπροστά στην εγγύτητα προς τις καυτές ακτίνες του ήλιου, την οποία επιμεληθήκαμε με τόσο καταστροφική ιδεοληψία.
Από αμπέλια, έχουμε βάλει κάτι μικρές νερατζιές στα παρτέρια και το λέμε αισθητική και πράσινο που έχει ανάγκη να ανασαίνει ο πνεύμονας στα διαλείμματα μεταξύ αλλοτρίωσης και αποξένωσης. Έχει το γούστο του η διαφορά όρασης και αυτοαντίληψης με αυτήν την συνολική εικόνα. Μικρές συνθέσεις από χαμομηλάκια και αρρωστιάρες τουλίπες, κατακατουρημένες από σκυλίσιες αποβολές, ματώνουν το ξερό συμπαγές χώμα ανάμεσα στις πλάκες του πεζοδρομίου με τη σπιρτάδα του κόκκινου, του λευκού και της αποπλάνησης.
Παστρικά σύννεφα διαπερνούν τον αθηναϊκό θόλο. Σκέφτομαι πως έχει πολλή υγρασία. Παίρνω χούφτες φακές και τις φυτεύω στα κεφάλια των ανθρώπων, να φυτρώσει πρασινάδα πάνω τους, να μοσχοβολίσει κλωνάρι ο τόπος. Προς θεού, δεν θέλω να διακόψω κανέναν. Απλώς, μπολιάζω φυσιολατρεία, να θερίσω ανθρωπιά.