Εισαγωγή στην ποίηση του Παλαμά
Επιλογή κριτικών κειμένων – Επιμέλεια: Ευρυπίδης Γαραντούδης
«Παιδί, το περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις,
όπως το βρεις κι όπως το δεις να μην το παρατήσεις.
Σκάψε το ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα
και πλούτισε τη χλώρη του και πλάτυνε τη γη του».
Κωστής Παλαμάς
Επιτέλους, ένα καθόλα αναγκαίο βιβλίο για τον ποιητή Παλαμά, το οποίο θέτει ευρύτερα ζητήματα για τον πολύπλευρο δημιουργό, ο οποίος κυριάρχησε στην πνευματική ζωή του τόπου για πενήντα χρόνια (1880-1930), με πολλαπλούς συγγραφικούς ρόλους.
Στην εκτεταμένη όσο και αναγκαία εισαγωγή του τόμου, ο Ευρυπίδης Γαραντούδης, με θέμα: «Ο Παλαμάς και η κριτική της ποίησής του», με μία συνθετική ματιά συμπυκνώνει εύστοχα τη διαδικασία κριτικής πρόσληψης της ποίησης του Παλαμά από την αρχική εμφάνισή της έως τις μέρες μας, με όλες τις διακυμάνσεις που υπήρξαν σε κάθε περίοδο.
Ταυτόχρονα παρουσιάζει συνοπτικά τις πνευματικές ροπές του, το βλέμμα του προς τα ευρωπαικά πολιτιστικά δρώμενα και την εισαγωγή τους στον ελληνικό χώρο, την υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας σε δύσκολες περιόδους, τον χειρισμό αντιθετικών ιδεών, τις πολεμικές που εκφράστηκαν εναντίον του κ.λπ.
Μάλιστα ο επιμελητής υποκινεί τον αναγνώστη να μελετήσει τον Παλαμά συνολικότερα ως πολλαπλό συγγραφέα, τονίζοντας χαρακτηριστικά:
«Δεν πρέπει, όμως, ο καλοπροαίρετος αναγνώστης (ας υποθέσω ότι υπάρχουν ακόμα αναγνώστες με τέτοιες ιδιότητες) να παραγνωρίσει ότι ο Παλαμάς είναι μια πολυσύνθετη συγγραφική προσωπικότητα και, κατά τη γνώμη μου, χάρη σε αυτήν, η πιο συναρπαστική μορφή λογοτέχνη της εποχής του (συναρπαστικότερη, πιστεύω, από εκείνη του Καβάφη). Η εντρύφηση, λοιπόν, σε αυτήν τη συναρπαστική μορφή προϋποθέτει την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη αφιέρωση του αναγνώστη στην έλξη που του ασκεί, αναπόδραστα από ένα σημείο και πέρα, η συγγραφική παραγωγή του Παλαμά: να περιπλανηθεί στο ανοικτό πέλαγός της».
Ως προς το καίριο θέμα που έχει τεθεί των πολλαπλών αντιθέσεων στο έργο του ποιητή, ο κ. Γαραντούδης πιστεύει πως ο Παλαμάς προσπάθησε να το «υπερβεί με την αναγωγή της ποιητικής έκφρασής του στη σύνθεση».
Ο τρόπος αυτός επιτυγχάνεται, «σύμφωνα με τους όρους που ο ίδιος ο Παλαμάς χρησιμοποίησε, σε τρία κεφάλαια της Ποιητικής του, γραμμένα το 1920, τον «λυρισμό του εγώ», τον «λυρισμό του εμείς» και τον «λυρισμό των όλων».
Μία από τις ενδιαφέρουσες παραμέτρους που θίγει ο επιμελητής της έκδοσης είναι ότι οι κύριες αιτίες που αδυνατεί να επηρεάσει η ποίηση του Παλαμά τους νεότερους ποιητές «βρίσκονται στο ίδιο το έργο του Παλαμά».
Ως τέτοιες αναγνωρίζονται «η πληθωρική ποιητική παραγωγή και επομένως η μεγάλη ποιοτική ανισότητά της, η λογοκρατική και ρητορική αντίληψη του ποιητικού λόγου, η πατριδολατρία ή η εξάρτηση της παλαμικής ποίησης από τη Μεγάλη Ιδέα».
Μάλιστα ο κ. Γαραντούδης θεωρεί πώς οι περισσότερες από τις αναφερθείσες αιτίες αποτελούν ήδη από την περίοδο του μεσοπολέμου «μεταπλασμένες εκδοχές» των μειονεκτημάτων της παλαμικής ποίησης.
Ταυτόχρονα διαπιστώνει πως οι θεμελιώδεις λόγοι που δημιούργησαν την απόσταση μεταξύ του Παλαμά, των ποιητών της μεταπολεμικής φάσης και της μεταπολίτευσης, «οφείλονται στους ίδιους τους ποιητές. Συγκεκριμένα, τα αίτια είναι η αδικαιολόγητη αδιαφορία τους για την παλαμική ποίηση ή και η αβελτηρία που τους προκαλεί ο μεγάλος και επομένως δυσπρόσιτος όγκος της».
Ο επιμελητής στις προαναφερόμενες διαπιστώσεις εκτιμά ότι τα «ουσιωδέστερα αίτια» που συνετέλεσαν στην αφάνεια της παλαμικής ποίησης σχετίζονται στην ποιητική θεωρία της μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής ποίησης, αλλά επιπρόσθετα στις συνθήκες και στις προϋποθέσεις που διαμόρφωσαν το παλαμικό έργο από τη μεταπολεμική περίοδο έως σήμερα.
Με βάση αυτές τις γενικές ορίζουσες καταλήγει σε έξι επισημάνσεις, οι οποίες επηρεάζουν δραστικά τους όρους πρόσληψης του παλαμικού έργου σε αυτά τα χρόνια.
Η πρώτη συνίσταται στο γεγονός ότι «η ριζική στερέωση της μεταπαλαμικής ποιητικής και ποίησης στις βάσεις του μοντερνισμού οδήγησε στην ιστορικοποίηση της παλαμικής ποίησης και επομένως στην απενεργοποίησή της ως πηγής δημιουργικού διαλόγου για τους νεότερους».
Αυτό το στοιχείο είχε ως συνέπεια, σύμφωνα με τον επιμελητή, οι μεταπολεμικές και μεταπολιτευτικές γενιές των ποιητών να δημιουργήσουν το έργο τους κάτω από την επίδραση των μοντέρνων Ελλήνων ποιητών του μεσοπολέμου, αλλά και των Καβάφη, Καρυωτάκη, θεωρώντας ότι υπάρχει απόσταση από τον Παλαμά, αλλά είναι κοντά στους προαναφερόμενους ποιητές.
Οι υπόλοιπες πέντε επισημάνσεις που λειτουργούν αλληλένδετα κατά τον κ. Γαραντούδη, είναι:
α) Πως ο Παλαμάς δεν διαβάζεται από τους ποιητές και το ποιητικό κοινό των αναγνωστών.
β) Ο Παλαμάς ως ποιητής δεν διαβάζεται διότι έχει χαρακτηριστεί εθνικός ποιητής, στοιχείο το οποίο απηχεί αρνητικά στη μεταπολεμική ποιητική κοινότητα.
γ) Η ποίησή του τη μεταπολεμική και μεταπολιτευτική περίοδο απασχολεί κυρίως τους φιλολόγους και ιδιαιτέρως τους πανεπιστημιακούς.
δ) «Ο Παλαμάς είναι ο ποιητής-είδωλο των κριτικών που κατέκριναν τους μεταπολεμικούς ποιητές».
ε) «Ο Παλαμάς είναι ένας ποιητής μείζονος τόνου σε μια εποχή ήσσονος τόνου». Δηλαδή, στη μεταπολεμική περίοδο που έχουν συντριβεί τα οράματα και οι ηθικοπνευματικές αξίες, για την πλειοψηφία των μεταπολεμικών ποιητών, η ιδεολογική φόρτιση της παλαμικής ποίησης και τα αισθητικά χαρακτηριστικά της δεν συγκινούσαν καθόλου.
Ένα από τα καίρια ζητήματα που θέτει ο κ. Γαραντούδης είναι η πρόσληψη της Ιδέας, «η οποία είναι η κορύφωση και η συμπύκνωση του Παλαμά», παραθέτοντας την άποψη του ποιητή στα κριτικά και ποιητικά κείμενά του ως «υψηλότερη κορφή», «φιλόσοφος», «πολίτης του Σύμπαντος», «Μεσσίας του τραγουδιού», «θεάνθρωπος», «Προφήτης», για να συμπυκνώσει ο επιμελητής, «κι όπως επισημάναμε παραπάνω η ποιητική καλλιέργεια των ιδεών οδηγεί στη φιλοσοφική ποίηση. Αυτή λοιπόν η φιλοσοφική ποίηση αποβλέπει στο μέλλον και το φωτίζει».
Εδώ νομίζω ανοίγει ένα καίριο ζήτημα, τι σχέση μπορούν να έχουν οι φιλοσοφικές ιδέες και οι Ιδέες γενικά με την ποίηση;
Ο Καντ στο έργο του «Κριτική της Κριτικής Δύναμης» έχει διερευνήσει το θέμα.
Συγκεκριμένα συγκρίνοντας αρχικά την ποίηση με τις άλλες καλές τέχνες, τονίζει:
«Ανάμεσα σε όλες τις καλές τέχνες καταλαμβάνει την ανώτατη θέση η ποίηση… Διευρύνει το πνεύμα με το να απελευθερώνει τη φαντασία και, εντός των φραγμών μιας δεδομένης έννοιας, από την απεριόριστη ποικιλία των δυνατών μορφών που εναρμονίζονται μαζί της, προσφέρει εκείνη, η οποία συνδέει την αναπαράσταση της έννοιας αυτής με μια πλησμονή σκέψεων, για την οποία καμιά γλωσσική έκφραση δεν είναι εντελώς κατάλληλη και έτσι υψώνεται αισθητικώς προς τις Ιδέες».
Εδώ ορίζει ο φιλόσοφος τον ρόλο του ποιητή σχετικά με τις Ιδέες: «Ο ποιητής τολμά να αισθητοποιεί Ιδέες του Λόγου περί αοράτων όντων, τη χώρα των μακάριων, το βασίλειο της κολάσεως, την αιωνιότητα, τη δημιουργία κ.ο.κ. ή ακόμη και εκείνα, για τα οποία υπάρχουν παραδείγματα στην εμπειρία -λ.χ. τον φθόνο και όλες τις κακίες, επίσης την αγάπη, τη δόξα κ.ο.κ.- τολμά, υπερβαίνοντας τους φραγμούς της εμπειρίας, να τον καθιστά αισθητά μέσω μιας φαντασίας, η οποία αμιλλάται τον Λόγο κατά την επιδίωξη ενός μεγίστου μεγέθους και σε μια πληρότητα, για την οποία δεν υφίσταται κανένα παράδειγμα στη φύση. Και η ποίηση είναι πράγματι η τέχνη στην οποία μπορεί να φανεί η ικανότητα αναπαραστάσεως αισθητικών Ιδεών σε όλο της το μέγεθος».
Ο Καντ επιπροσθέτως ξεκαθαρίζει τα όρια: «Μια αισθητική Ιδέα δεν μπορεί να γίνει γνώση, διότι είναι μια εποπτεία (της φαντασίας), για την οποία ουδέποτε μπορεί να βρεθεί μια κατάλληλη έννοια. Μια Ιδέα του Λόγου δεν μπορεί να γίνει ποτέ γνώση, επειδή περιέχει μια έννοια (του υπεραισθητού) για την οποία ουδέποτε μπορεί να δοθεί μια κατάλληλη εποπτεία».
Τα τριάντα ένα κείμενα που παρατίθενται στον τόμο – εκτός του πληροφοριακού γενικού οδηγού «Χρονολόγιο Κωστή Παλαμά (1859 -1943)» του Κ.Γ. Κασίνη-, από το 1910 έως το 2012, το παλαιότερο και το νεότερο των ανθολογημένων κριτικών-φιλολογικών κειμένων καλύπτουν ένα ευρύτατο πεδίο θεμάτων με επίκεντρο την ποίηση του Παλαμά και θίγουν καίρια ζητήματα σε πολλαπλά επίπεδα, εμπλουτίζοντας την οπτική του αναγνώστη που θα μελετήσει το σύνολο των σημαντικών αυτών κειμένων.
Τα εν λόγω κείμενα είναι: Κωνσταντίνου Χατζόπουλου «Μια απόκριση», Κωνσταντίνου Χατζόπουλου «Οι βωμοί», Γιάννη Μ. Αποστολάκη «Η ποίηση στη ζωή μας», Γιάννη Ψυχάρη «Κωστή Παλαμά», Αντρέα Καραντώνη «Εγκώμιο και κριτική», Νικόλας Κάλας «Κωστή Παλαμά δειλοί και σκληροί στίχοι», Τέλλος Άγρας «Ο λυρισμός του Κωστή Παλαμά και τα παθητικά κρυφομιλήματα», Άγγελου Σικελιανού «Ο Παλαμάς ασκητής και μύστης», Ιωάννη Συκουτρή «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου. Δύο διαλέξεις», Γιώργου Θεοτοκά «Τα επικά πεπρωμένα του Κωστή Παλαμά», Κωνσταντίνου Τσάτσου «Οι ώρες της συλλογής. Η “Φοινικιά”», Κ. Θ. Δημαρά «Μια ερμηνεία του δωδεκάλογου», Γιώργου Σεφέρη «Κωστής Παλαμάς», Νίκου Ζαχαριάδη «Ο αληθινός Παλαμάς», Αιμίλιου Χουρμούζιου «Οι καημοί της λιμνοθάλασσας», Γ. Θ. Βαφόπουλου «Ο Παλαμάς ανάμεσα σε δύο υπερβολές», Ξ.Α. Κοκόλη «Κωστής Παλαμάς», Κ. Γ. Κασίνη «(Η φλογέρα του βασιλιά) προλογικά», Βενετίας Αποστολίδου «Ο Παλαμάς ως κριτικός της ποίησής του», Ελένης Πολίτου-Μαρμαρινού «Ο Κ. Παλαμάς θεωρητικός της ποίησης», David Ricks «Παλαμάς», Νάσου Βαγενά «Το μυστήριο της “Φοινικιάς”», Διονύση Καψάλη «Ο “ελάσσων” Παλαμάς», Άννας Κατσιγιάννη «Ο Παλαμάς και η πεζόμορφη ποίηση», Ηλία Λάγιου «Ο Παλαμάς ως αίτημα», Αλεξάνδρας Σαμουήλ «Μεταμορφώσεις του Φωτόδεντρου», Παντελή Βουτουρή «( Παλαμάς –Νίτσε) αντί συμπερασμάτων», Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου «Το ψιθύρισμα της επιστήμης – ιατρικά θέματα στον Κωστή Παλαμά», Roderick Beaton «Το έπος των νεώτερων Ελλήνων και ο Παλαμάς», Ναταλίας Δεληγιαννάκη «Οι δεκαπεντασύλλαβοι της φλογέρας του βασιλιά», Ευρυπίδη Γαραντούδης «Κωστής Παλαμάς “Το πανηγύρι στα σπάρτα”. Μια φιλολογική ανάγνωση».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Η ανυπότακτη σκέψη του Καζαντζάκη, σήμαντρο ελευθερίας