Sraosha | 19.09.2016 | 19:50
Είναι ο φασισμός μέρος κάποιου διπόλου;
Το κεφάλαιο “Καρλ Μαρξ” στην Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας του Ράσελ είναι ίσως από τα ωραιότερα του βιβλίου. Το ίδιο το κεφάλαιο δεν πρόκειται να ευχαριστήσει ούτε τους ορθόδοξους μαρξιστές ούτε τους αντιμαρξιστές, όμως στο τελευταίο μέρος του προχωρεί με επιχειρήματα από την ιστορία της Φιλοσοφίας στη συστηματική αναίρεση και κατεδάφιση της λεγόμενης “θεωρίας” των δύο “άκρων”.
Ο Ράσελ θεωρεί τον κλασικό φιλελευθερισμό παιδί του Λοκ και τον (σταλινικό!) σοσιαλισμό παιδί του Μαρξ. Αναγνωρίζει τις ορθολογικές καταβολές και των δύο κοσμοθεωριών όπως και τον εμπειρικό και επιστημονικό χαρακτήρα τους, παρότι διαφέρουν ριζικά σε επίπεδο πολιτικής πράξης. Σημειωτέον ότι αυτές τις δύο κοσμοθεωρίες τις αντιπαραθέτει ρητά με τον φασισμό και τον ναζισμό, τους οποίους χαρακτηρίζει αντιορθολογικούς και αντεπιστημονικούς: παιδιά του Ρουσσώ, του Φίχτε και του Νίτσε.
Αν και το κεφάλαιο για τον Μαρξ είναι γραμμένο το 1943, ωστόσο μέσα σε αυτό ο Ράσελ εξηγεί γιατί δεν παίζει ρόλο στην κατάταξη των συστημάτων το ότι ο κλασικός φιλελευθερισμός και ο σοσιαλισμός είναι τα πολιτικά συστήματα των τότε Συμμάχων — όπως θα περίμενε κανείς από ένα τίμιο στοχαστή.
Ωστόσο υπάρχει ένα στοιχείο γνησιότητας στη λεγόμενη θεωρία των άκρων, που τοποθετεί τον φασισμό και τον ναζισμό κατέναντι του σταλινισμού ή και της αριστεράς εν γένει: ο φασισμός και ο ναζισμός αποτελούν αντιφάρμακα στα λαϊκά κινήματα.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο φασισμός και ο ναζισμός εμφανίζονται ως κατασταλτικά της επαναστατικής διάθεσης ή και αποφασιστικότητας που κατέλαβε τους μη προνομιούχους μετά τα μέσα του 19ου αιώνα. Δεν θα πω ότι το αντιφάρμακο το χορηγεί η αστική τάξη ή οι κεφαλαιοκράτες στο σύνολό τους, ενδεχομενως γιατί υπάρχουν αστοί που δεν ασπάζονται τον ολοκληρωτισμό ακόμα κι όταν σκουραίνουνε γι’ αυτούς τα πράγματα.
Ο φασισμός είναι για την επανάσταση ό,τι ο Αντίχριστος για τον Χριστό στη χριστιανική εσχατολογία: μοιάζει με Χριστό, κάνει σαν Χριστός αλλά δεν είναι παρά η σκοτεινή και ατελής σκιά Του, η λατρεία του θανάτου.
Ακόμα και αν κάποιος θεωρεί άκομψους τέτοιους παραλληλισμούς, θα παραδεχτεί ότι ο φασισμός και του 20ου και του 21ου αιώνα έχουν αναγνωριστεί ως χρήσιμοι αντιπερισπασμοί ή και αντίπαλα δέη, πάλιν και πολλάκις. Επίσης έχουν αναγνωριστεί ως ο θάνατος της κοινωνίας και ως αφανισμός ανθρώπων. Με άλλα λόγια, όσοι δεν τον πολεμάνε τον φασισμό κι όσοι θέλουνε να ανοίξουνε διάλογο μαζί του προφανώς δεν αναγνωρίζουν τη χρήση του (να καθυποτάξει και να αφανίσει) και τις πασίγνωστες μεθόδους του. Οξυδερκείς αναλύσεις υπάρχουνε βεβαίως, το ζήτημα είναι κατά πόσον θέλουμε να τις αγνοούμε.
Τέλος, κανονικοποίηση του φασισμού, ισαπεχισμοί και συμμετρίες ακόμα και ο βαθιά υβριστικός για τη δεξιά ευφημισμός “άκρα δεξιά”, παραγνωρίζουν το ότι δεν μπορεί να δίνεται βήμα στους φασίστες και, εν γένει, στους εχθρούς της ελευθερίας (του λόγου).
Ο φασισμός στην Ελλάδα
Πρώτον: ένα μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων είναι φασίστες κανονικότατοι, οι οποίοι κρύβονταν μέχρι πρόσφατα στο εκάστοτε δεξιό κόμμα (αλλά και στο ΠΑΣΟΚ). Η ιστορική συγκυρία που εδραίωσε τον φασισμό στην Ελλάδα ήταν η δεκαετία του ’40: υπήρξαν άνθρωποι που ως δοσίλογοι-συνεργάτες πέρασαν κατά τον Εμφύλιο στη λεγόμενη εθνική παράταξη φυσικά και αβίαστα, μέσα από μια διαδικασία που εδραίωσε τη θέση και την ευμάρειά τους με τα λεφτά του σχεδίου Μάρσαλ, των καταληστευμένων Εβραίων της Σαλονίκης κτλ. Άλλωστε, αποναζιστικοποίηση δεν υπήρξε ποτέ. Ο φασισμός δεν ηττήθηκε ποτέ στην Ελλάδα και γιατί εφαρμόζει σχεδόν στεγανά πάνω στην ιδρυτική εθνική ιδεολογία του ελληνικού κράτους, ιδεολογία ιδιαιτερότητας κι ανωτερότητας.
Κι έτσι, ο φασισμός το ’46 δικαιώθηκε και μετά κυβέρνησε με προσχηματικό κοινοβουλευτισμό, ενώ το ’67 εγκατέλειψε τα προσχήματα. Την Επταετία — μόλις 15-20 χρόνια μετά τον Εμφύλιο — αναπαρθενεύθηκε η ηγεμονία του. Ταυτόχρονα, το σχολείο ύφαινε τον γνωστό πέπλο με το ελληνοχριστιανικό (αργότερα ‘ελληνορθόδοξο’) στημόνι και το πολιτικοκοινωνικά συντηρητικό υφάδι. Τον πέπλο που μας κουκούλωσε.
Ο φασισμος λούφαξε το ’74 μέχρι να φορέσει την προβιά της “ελληνορθοδοξίας”, της “ιδιοσυστασίας” και άλλων cozy ιδεολογημάτων που τον έκαναν εύπεπτο στην αμερικάνικη εποχή μας, ενώ πάντα στα πράγματα βρίσκονταν πολλοί δοσίλογοι κι η παρέα τους, δίπλα-δίπλα με κάποιους αριστερούς του ΠΑΣΟΚ μετά το ’81.
Δεύτερον: ο φασισμός ως ιδεολογία, και οι νοοτροπίες και πρακτικές που εκπορεύονται από αυτόν, είναι νομιμοποιημένος στην ελληνική κοινωνία. Ο φασισμός είναι ανεκτός ακόμα και από όσους δεν τον ασπάζονται. Θυμηθείτε λ.χ. τη συμπαράσταση απέναντι στον Μελίστα (φονιά του Μ. Καλτέζα), τις αντιδράσεις στις καταλήψεις του ’91 (και τη χαρακτηριστική μακροθυμία απέναντι στους δολοφόνους του Τεμπονέρα, που ήτανε “κομματόσκυλο που φυτίλιαζε τα παιδιά”), τη θηριώδη στάση απέναντι στους Αλβανούς μετανάστες, τη χαρακτηριστική ευκολία με την οποία το “μακεδονικό” εξελίχθηκε από τίποτα στο “κατ’ εξοχήν εθνικό μας θέμα”, την παραδοσιακή εχθρότητα απέναντι στις μειονότητες και στη διαφορά, τον εναγκαλισμό με τον αυταρχισμό και την καταστολή ακόμα και εκ μέρους αντικρατιστών νεοφιλελεύθερων.
Ο αυταρχισμός, το ιδανικό της κλειστής κοινωνίας, η πατριαρχία, ο τοπικισμός και ο απομονωτισμός, η κοινωνική ανθρωποφαγία είχανε πάντοτε έρεισμα ακλόνητο στην Ελλάδα. Κατά συνέπεια, η επιθετική, απάνθρωπη και τοξική έκφραση που τους δίνει ο φασισμός, έχουν ένα κοινό εκεί μεταξύ 10 και 20%, καθώς και την ανοχή πολλών περισσότερων. Θυμηθείτε για παράδειγμα τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, με αποκορύφωμα τα συλλαλητήρια για τις ταυτότητες.
Όπως λέει και ο Θεοδωρίδης, όποιος μιλάει για (οποιαδήποτε) ηγεμονία της Αριστεράς στην ελληνική κοινωνία, επειδή το ’81-’85 έκανε τρέντι την εικονογραφία της το ΠΑΣΟΚ, μάλλον βλέπει πολύ επιλεκτικά τον κόσμο γύρω του. Άλλωστε, ο κόσμος που στήριξε και στηρίζει τον φασισμό και τις εκάστοτε παραφυάδες του δεν έχει απαραιτήτως οικονομικά οφέλη: αν τάισε κάποιος μαζικά την Ελλάδα, και δη την επαρχία, αυτός ήταν ο Παπανδρέου μεταξύ ’81 και ’89.
Συνοψίζοντας, το ήθος της ελληνικής κοινωνίας είναι πλειοψηφικά φασιστικό όταν
- εναγκαλίζεται τον (όποιο) Ηγέτη και
- προσκυνάει την Φυλή και το Πεπρωμένο — οπως και να τα ονομάζει, π.χ. Γένος κι Έθνος ή Ιστορία και Παράδοση και
- έχει φετίχ με την ετεροκανονικότητα και την πατριαρχία και
- πιστεύει στην οικογένεια ως θεσμό και στον Στρατό και την Ορθοδοξία ως αφηρημένες έννοιες σχεδόν και
- παθιάζεται με το (αφηρημένα) εθνικό ενώ περιφρονεί το συλλογικό και μισεί κάθε αντικουλτούρα, στην ελληνική περίπτωση οποιοδήποτε ήθος που δεν διαμορφώνει εθνικά υποκείμενα και που δεν δικαιώνει το “αυτός ο κόσμος δεν αλλάζει με τίποτα”.
Ο φασισμός δεν είναι πολιτικό σύστημα, είναι ιδεολογία που θα βρεί τον τρόπο της να εκφραστεί. Δεν ταυτίζεται γενικά κι αόριστα με τον αυταρχισμό και τον ολοκληρωτισμό, αλλά ούτε και περιορίζεται στα χιτλερικά δόγματα τραμπούκων εγκληματιών.
Εκατοντάδες χιλιάδες φασίστες;
Προκύπτει λοιπόν ότι στον φασισμό και στον νεοναζισμό εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες ψηφοφόροι αναγνωρίζουν κάτι οικείο, κάτι που δούλεψε στο παρελθόν: μια πιο αγέρωχη εκδοχή της εθνικής μας ιδεολογίας και της μυθολογίας που θεμελιώνει το ελληνικό κράτος και το ελληνικό έθνος. Αναγνωρίζουν το παραμύθι της συνέχειας, της επιμονής, της καθαρότητας (κουτσά στραβά) και της πεφωτισμένης καθοδήγησης εκ μέρους Μεγάλων Ιδεών, Θεσμών και Ηγετών. Ενδεχομένως αυτό το αίσθημα οικειότητας είναι στρεβλό, αλλά η Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξε ένα κράτος “θεμελιωμένο στην εργασία”, όπως η ούνα-φάτσα-ούνα-ράτσα γείτονες.
Δεν ισχυρίζομαι ότι ο ενστερνισμός του φασισμού, του εμέσματος και της διάρροιας του ευρωπαϊκού πνεύματος, δεν σε καθιστά σκουλήκι αυτομάτως. Λέω ότι οι χρυσαυγίτες, για να μείνουμε στους ες το φανερόν λεγομένους φασίστες, από τους ηγέτες τους μέχρι κάτι πιτσιρίκες που ζωγραφίζουνε σβάστικες με μολύβι ματιών πάνω στις πλατφόρμες τους, είναι παιδιά της εποχής μας: απολίτικοι ακτιβιστές. Το κυριότερο: δεν είναι ακραίοι, ρε αδερφέ: μια χαρά ευθυγραμμίζονται με τις ελίτ και τα διευθυντήρια όταν η περίσταση το απαιτεί. Κανονικοί άνθρωποι σαν κι εμάς είναι, γαλουχημένοι με εθνική ιδεολογία μέσα σε ένα σχολείο εθνικό, τέκνα ή εγγόνια ενός αιώνα στον οποίο οι Έλληνες φασίστες δεν κακόπεσαν ακριβώς. Οι μαχητικοί από αυτούς είναι οι γνωστοί στρατόκαυλοι, μαχαιροβγάλτες, τραμπούκοι, νταβατζήδες και φονιάδες.
Δεν λέω ότι όλοι οι απολίτικοι ακτιβιστές είναι φασίστες, όσο επιβλαβής και αποπροσανατολιστικός κι αν είναι ο ρόλος τους. Λέω ότι οι ναζί μας μπορεί μεν να είναι βδελλυροί κι ηθικοί αυτουργοί σε εγκλήματα — υπενθυμίζω ότι η ιδεολογία του φασισμού είναι το μίσος και ότι οι δράσεις του η δικαίωση της ψυχοπάθειας, αλλά είναι τελικώς απολίτικοι. Όπως οι δοσίλογοι προπάτορές τους, όπως οι χουντικοί γονείς τους: τελικά ενδιαφέρονται για την τάξη, την κυριλέ καλοπέραση και την καθαριότητα, όχι για τα μεγαλεία της φυλής που πρεσβεύουν· κόπτονται για την ασφάλεια του μικρόκοσμού τους, όχι για το σάπιο πολιτικό σύστημα κτλ. Όσοι δεν ελπίσαν απλώς να τη βολέψουν, δηλαδή.
[Περιλαμβάνει αποσπάσματα από εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ.]
1 σχόλιο
Καμιά φορά και ο άμβωνας της ανυπόφορα οργισμένης πολιτικο-ιδεολογικής ηθικολογίας-βρίθει από αυτήν το ιερεμίστικο “άρθρο” σας-είναι μια ντροπαλά ύπουλη εκδοχή έρποντος, ανομολόγητου, μπορεί ίσως και ασυνειδητοποίητου αλλά αλίμονο εξίσου απειλητικού φασισμού. Γενικώς αποπνέεται μια κακομοιριά κλαψιάρη και μεμψίμοιρου βιβλικού προφήτη από κάθε τέτοιου είδους άρθρο σας κυρ-Σραόσα μας.
Υ.Γ. Αυτή η γενίκευση περί πλειοψηφικού ρεύματος του φασισμού στην ελληνική κοινωνία είναι ήδη από μόνη της ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΟΣ ΦΑΣΙΣΜΟΣ. Όταν το θολωμένο από αντιφασιστική-(αντιφασιστική; λέμε τώρα!)- αυταρέσκεια μυαλό σας το καταλάβει-το θεωρώ απίθανο: είστε από την ύλη που φτιάχνονται τα δόγματα-τα ξαναλέμε. Είστε απελπιστικά όμοιος με αυτούς που διατείνεστε ότι πολεμάτε. Κρύβετε πίσω από τις φαινομενικές διαφορές σας μια πλήρως σχηματισμένη σκληροπυρηνική ομοιότητα.
Δειτε επίσης: