Στις δύο Γιαζίντι αγωνίστριες, Νάντια Μουράντ και Λαμίγια Μπασάρ απονεμήθηκε το βραβείο Ζαχάροφ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
03.11.2016, 18:00 | εφσυν
Απήχθησαν τον Αύγουστο του 2014 από το χωριό τους Κόσο του Β. Ιράκ και μεταφέρθηκαν στην κατακτημένη από το αυτοαποκαλούμενο «Ισλαμικό κράτος» Μοσούλη.
Πέρασαν μήνες στην κόλαση ζώντας έναν καθημερινό εφιάλτη. Βιάστηκαν, βασανίστηκαν και καταδικάστηκαν σε σεξουαλική δουλεία και σκλαβιά από τους μαχητές της τρομοκρατικής οργάνωσης, προτού καταφέρουν να δραπετεύσουν.
Βρήκαν το κουράγιο να μιλήσουν δημόσια για όσα πέρασαν και έγιναν το πρόσωπο του αγώνα του λαού τους, της θρησκευτικής μειονότητας των Γιαζίντι, που γνωρίζει πραγματική γενοκτονία, όπως τονίζουν τα Ηνωμένα Εθνη.
Για το ασίγαστο πνεύμα και την τεράστια μάχη που δίνουν η 23χρονη Νάντια Μουράντ και η 18χρονη Λαμίγια Ατζι Μπασάρ, την περασμένη εβδομάδα τιμήθηκαν με το βραβείο Ζαχάροφ για την Ελευθερία της Σκέψης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Την ανακοίνωση για το βραβείο, που θα απονεμηθεί σε επίσημη τελετή τον Δεκέμβριο, έκανε ο πρόεδρός του Μάρτιν Σουλτς τονίζοντας πως «είναι πολύ σημαντική και συμβολική απόφαση να στηρίξουμε αυτές τις δύο επιζώσες που ήρθαν στην Ευρώπη ως πρόσφυγες και βρήκαν καταφύγιο στην Ε.Ε.».
Τι πέρασαν
«Το πρώτο που έκαναν ήταν να με αναγκάσουν να ασπαστώ το Ισλάμ και να παντρευτώ έναν μαχητή της οργάνωσης», αφηγήθηκε στο France Press η Νάντια Μουράντ.
Η νεαρή γυναίκα, που ήταν υποψήφια για το φετινό Νόμπελ Ειρήνης και από τον Σεπτέμβριο έγινε πρέσβειρα των Ηνωμένων Εθνών για την αξιοπρέπεια των επιζώντων και επιζωσών της διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων, είδε να σκοτώνουν μπροστά της έξι αδέλφια της και τη μητέρα της, η οποία δολοφονήθηκε μαζί με άλλες 80 μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες που κρίθηκε ότι δεν είχαν σεξουαλική αξία.
«Δεν άντεχα πια βιασμούς και βασανιστήρια», λέει εξηγώντας γιατί αποτόλμησε να δραπετεύσει με κίνδυνο να τη σκοτώσουν. Κατάφερε να φτάσει σε καταυλισμό εκτοπισμένων στο Κουρδιστάν και από εκεί στη Γερμανία.
Από την πρώτη στιγμή που ξαναβρήκε την ελευθερία της, αφιέρωσε όλες τις δυνάμεις της για να κάνει γνωστή στον κόσμο την τραγωδία των διώξεων κατά των Γιαζίντι και να απαιτήσει να χαρακτηριστούν γενοκτονία τα εγκλήματα εναντίον τους.
Από το ίδιο χωριό του Σιντζάρ απήγαγαν και την Μπασάρ. Ηταν μόλις 16 ετών. «Είναι μια γυναίκα απίστευτα δυνατή, που έχει υποστεί και αντέξει πράγματα που δεν θα ευχόμουν σε κανέναν» είπε ο Γιαν Κιζιλχάν, ο Γερμανός ψυχίατρος που τη στηρίζει και που χάρη στην εκστρατεία που οργάνωσε πέτυχε να υποδεχτεί η Γερμανία 1.100 γυναίκες Γιαζίντι θύματα των φρικαλεοτήτων του «Ι.Κ.».
«Σκότωσαν μπροστά της πολλούς συγγενείς και τους πιο στενούς της φίλους και την απήγαγαν μαζί με τις έξι αδελφές της. Επί 20 μήνες έζησε σαν σκλάβα, τη βίαζαν συστηματικά, πουλήθηκε πέντε φορές σε μαχητές».
Επειτα από πολλές αποτυχημένες απόπειρες να δραπετεύσει, η Μπασάρ κατάφερε να φτάσει στα κουρδικά σύνορα, αλλά τραυματίστηκε από έκρηξη νάρκης: υπέστη σοβαρά εγκαύματα στο σώμα και το πρόσωπο και έχασε την όρασή της στο ένα μάτι.
Βρίσκεται πια στη Γερμανία. Βοηθά γυναίκες και παιδιά που έπεσαν θύματα δουλείας και θηριωδιών από το «Ι.Κ.». Και ονειρεύεται να γίνει δασκάλα.
«Με αυτό το βραβείο ολόκληρος ο ελεύθερος κόσμος καταδικάζει την εγκληματική απανθρωπιά του “Ι.Κ.” και τιμά τα θύματά του», δήλωσε η Νάντια Μουράντ με την ανακοίνωση της βράβευσής τους.
«Αυτή η αναγνώριση είναι ένα ισχυρό μήνυμα στον λαό μας και στις περισσότερες από 6.700 γυναίκες, κορίτσια και παιδιά που έγιναν θύματα της σκλαβιάς και της εμπορίας ανθρώπων του “Ι.Κ.” και λέει πως η γενοκτονία δεν θα επαναληφθεί».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: