Μέσα στον ορυμαγδό των μνημονίων, αποτέλεσμα του οποίου είναι η περικοπή όλο και περισσότερων δικαιωμάτων και κοινωνικών παροχών, έχουμε σταματήσει κάθε συζήτηση για τις παραμελημένες ανθρώπινες ανάγκες, δηλαδή για εκείνες τις δραστηριότητες που, όπως λέει ο μακαρίτης Γαλλο-αυστριακός φιλόσοφος, Αντρέ Γκορζ, «δεν απορρέουν από οικονομικά κριτήρια και δεν μπορούν να αξιολογηθούν με οικονομικούς όρους».
Βέβαια ο κάθε τεχνοκράτης της εξουσίας μπορεί να αντιτείνει ότι σε καιρούς «δημοσιονομικής δυσπραγίας» δεν μπορεί να γίνεται κουβέντα για ανθρώπινες ανάγκες, αφού εκείνο που επείγει είναι η αντιμετώπιση της κρίσης σε καθεστώς έκτακτων συνθηκών.
Αυτή η αντιμετώπιση όμως γίνεται σήμερα με βάση τις ανάγκες διατήρησης και επέκτασης των προνομίων του χρηματοπιστωτικού τομέα και όχι της κοινωνίας και των ατόμων. Μάλιστα γίνεται με τεράστια σπατάλη πόρων: φυσικών και ανθρώπινων.
Θα μου πείτε, that’s capitalism! Ναι, βέβαια. Αλλά η υπέρβασή του προϋποθέτει την εμπέδωση στην κοινωνική συνείδηση του πόσο μεγάλη πολυτέλεια συνιστά η συνέχιση της σημερινής κατάστασης από άποψη καταστροφής του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος.
Σήμερα επιβάλλεται να «ζυμωθεί» η ιδέα μιας όχι μόνο σοσιαλιστικής, αλλά και οικολογικής, αλλαγής, με βασικό οικονομικό κριτήριο το «λιγότερα, αλλά καλύτερα», δηλαδή μια κοινωνία στην οποία οι άνθρωποι θα ζουν καλύτερα, εργαζόμενοι λιγότερο και καταναλώνοντας λιγότερο.
Η συγκεκριμένη λογική σημαίνει καλύτερη ικανοποίηση των υλικών αναγκών «με μια όσο το δυνατόν μικρότερη ποσότητα αγαθών υψηλής αξίας χρήσης και διάρκειας, συνεπώς με την ελάχιστη εργασία, με το ελάχιστο κεφάλαιο και τους ελάχιστους φυσικούς πόρους» (Γκορζ).
Αυτό που επείγει σ’ αυτή τη φάση, παρότι φαινομενικά δείχνει άκαιρο, είναι η συζήτηση γύρω από την ανάγκη να υποταχθεί η οικονομική λογική σε μια οικο-κοινωνική λογική, σ’ αντίθεση με το καπιταλιστικό υπόδειγμα της μεγιστοποίησης του κέρδους και της «αποδοτικότητας».
Το σημερινό μοντέλο παραγωγής καταναλωτών προϊόντων-ιδεών-φαντασιώσεων έχει χρεοκοπήσει, απειλώντας τις ίδιες τις ρίζες της ζωής. Αρα, όπως και σε πολλές άλλες περιόδους-τομές, απαιτείται αυτό που η επιστήμη ονομάζει paradigm shift, αλλαγή παραδείγματος.
Και το καθήκον της όποιας Αριστεράς είναι να υπερβεί αυτή τη δυαδική κοινωνία, αυτή την κοινωνία των δύο ταχυτήτων, και να ενοποιήσει το κοινωνικό σώμα αποκαθιστώντας έναν κοινωνικό ιστό διαλυμένο από τις επιθέσεις του νεοφιλελευθερισμού.
Ο φόβος για το μέλλον, η ιδιώτευση και η απελπισία δεν οφείλονται στην απειλή της κλιματικής αλλαγής ή ενός νέου καταστροφικού πολέμου, αλλά μάλλον στην απουσία προοπτικής και σχεδίου γι’ αυτήν την κοινωνία που συνεχίζει να παραμελεί και να βιάζει τις ανθρώπινες ανάγκες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: