thegreekcloud | 14.11.2016 | 18:17
Βέρα I. Φραντζή
Την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου στη γειτονιά υπήρχαν δύο μαυροφορεμένες γιαγιάδες έξω από την πόρτα του χαμόσπιτου. Μάζευαν ξερά φύλλα που είχαν μαζευτεί πίσω από την τζαμένια πόρτα. Με τα χέρια τους τα έπιαναν προσεχτικά και χούφτες-χούφτες τα άφηναν δίπλα στους σκουπιδοντενεκέδες στη γωνία του δρόμου, ενώ μερικά βογκητά ξέφευγαν σε κάθε ανασήκωμα της κυρτής ράχης τους.
Η αυλή του σπιτιού, στο κέντρο του, και γύρω-γύρω τα δωμάτια είναι της Εστίας το κατάλοιπο, της θεάς της οικογένειας. Η γονιμότητα της φιλοξενίας δεν θέλει κολαούζο. Εκεί στο κέντρο, να κάνουμε παρέα. Γείτονες, επαρχιώτες συγγενείς που ψάχνουν την στροφή, μακελειό στο μωσαϊκό από ρωγμές σεισμών και της βαρύτητας τον όγκο που νοσηλεύει κάθε γυαλικό που τσακίζει το έδαφος σε τσακωμό της και φωτιάς. Τσακ/ μπαμ, εμείς οι ίδιοι ή θα γίνουμε αυτοί που με τακούνια ρίχνουν ποδοβολητά να φτάσουν τη ξενιτιά.
Λοιπόν, σε αυτή τη γειτονιά έφερα κομμάτια ελπίδας και το μανιφέστο της ενηλικίωσής μου. Δεν θα το κρύψω. Δεν δικαιώθηκα από την πρώτη στιγμή. Δεν υπάρχει έρωτας σε αυτή τη γειτονιά. Μονάχα παίζουν μπάλα τα γατιά με τα κόκαλα από τις μπριζόλες και ακούγονται μέσα στη ψυχή μου τα κρέατα να παλεύουν.
Μαλθακοί μετέωροι ήχοι
Πόδια κατεβασμένα έως τα μάγουλα
Ένας ρυτιδιασμένος κόσμος από τα δέκα του χρόνια που δεν μπορεί να μάθει ιστορία, να φτιάχνει καλούπια από πηλό, να προσεύχεται μήπως φτιάξουν τα ασήμαντα.
Οι γύφτισσες ξεχτενίζουν τους κόμπους από τα μαλλιά τους. Έξω στο δρόμο, οκλαδόν, και έχουν αυτή τη διάθεση με το πρωθύστερο κάτω χείλος να βρίζουν τα πιτσιρίκια που τρέχουν ολόγυμνα στο δρόμο με σκατωμένους κώλους και μαύρους αγκώνες.
Έχει να συμβεί κάτι στη γειτονιά χρόνια ολόκληρα. Από τότε που πέρασε η άσφαλτος μαύρη και καθηλωτική σαν γλώσσα ελέφαντα ανάμεσα στις εγκλωβισμένες νεραντζιές, η εικόνα αυτού του τοπίου δεν φτιάχνει ούτε μια καλή εισαγωγή σε νεκρόσιμο ακολουθία… τεντώνω τα βράδυ τα αυτιά μου να ακούσω τις σάλπιγγες του πολέμου από τα διπλανά ξέστρωτα κρεβάτια, καμιά κατσαρόλα να χλιμιντρίζει με το νερό της να βράζει.
Τίποτα.
Τα αμάξια δεν κορνάρουν.
Οι διαβάτες μεταφέρουν μαϊντανούς σε σιδερωμένους φακέλους.
Μια άχνα σχηματίζεται πάνω στο σώμα μου… πεθαίνει η υγρασία πάνω μου. Περιμένω να ξεκινήσει η καταστροφή της σοδειάς του πολιτισμού από αυτό εδώ το σημείο.
Δειτε επίσης: