Οκτώ μήνες μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών και την εγκαθίδρυση της χούντας στην Ελλάδα, η Ελληνίδα εκπρόσωπος στον ΟΗΕ με την τοποθέτησή της σε ειδική επιτροπή του σώματος αμνήστευε και νομιμοποιούσε τους εγκληματίες πολέμου, αποκαλύπτοντας τους γονιδιακούς δεσμούς της χούντας με τους εκπροσώπους του δωσιλογισμού στην Ελλάδα.
Ωστόσο, φαίνεται ότι υπήρξε και συνέχεια μετά την πτώση της δικτατορίας, καθώς η ίδια εκπρόσωπος όχι μόνο αποκαταστάθηκε για τις θέσεις της αλλά επιβραβεύτηκε κιόλας καθώς βρέθηκε στα έδρανα του Κοινοβουλίου καταλαμβάνοντας θέση βουλευτού επικρατείας της Ν.Δ.
Οπως αποκαλύπτει σήμερα η «Εφ.Συν.», κατά τη συνεδρίαση της Τετάρτης 15 Νοεμβρίου 1967, και ενώπιον της Τρίτης (Νομικής) Επιτροπής τού ΟΗΕ, με θέμα ημερήσιας διάταξης «το ζήτημα της τιμωρίας των εγκληματιών πολέμου και των προσώπων που διέπραξαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» («Question of the punishment of war criminals and of persons who have committed crimes against humanity [βλ. UN Doc. A/C.3/SR/1515, paras 12-19 (November 15, 1967, «Greece, Statement before the Third Committee of the UN General Assembly»), η αντιπρόσωπος της Ελλάδας, Αλεξάνδρα Μαντζουλίνου (Ελληνίδα νομικός και, κατόπιν, βουλευτίνα Επικρατείας της Ν.Δ. στις εκλογές του 1977) στην τοποθέτησή της είπε ότι:
«Η μη εφαρμογή του θεσμού της παραγραφής [επί των εγκλημάτων πολέμου και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας] υποστηρίζεται ότι συνιστά αρχή του Διεθνούς Δικαίου την οποίαν [το υπό διαβούλευση Σχέδιο Διεθνούς Σύμβασης] απλά επιβεβαιώνει.
»Γι’ αυτόν τον λόγο το Αρθρο 1 του Σχεδίου Σύμβασης [τιτλοφορείται] ‘‘Επιβεβαίωση της αρχής της μη εφαρμογής του θεσμού της παραγραφής επί των εγκλημάτων πολέμου και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας’’. Κατά την κρίση, όμως, της [ελληνικής] αντιπροσωπείας [το εν λόγω άρθρο] εισάγει μια νέα νομική έννοια […].
»Η Σύμβαση που εκκρεμεί ενώπιον της Επιτροπής δεν ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες: η κοινωνία δεν αισθάνεται πλέον τον ίδιο αποτροπιασμό για εγκλήματα που τελέστηκαν πριν από είκοσι ή τριάντα έτη, ενώ οι εγκληματίες που τέλεσαν τις εν λόγω πράξεις δεν είναι πλέον οι ίδιοι άνθρωποι.
»Επομένως, είναι προτιμότερο να επωφεληθούν του θεσμού της παραγραφής, ιδίως ενόψει του γεγονότος ότι η παραγραφή ισχύει ακόμη και για τα πλέον ειδεχθή εγκλήματα που τελέσθηκαν εν καιρώ ειρήνης. […]. Κατά συνέπεια δεν ενδείκνυται να εξαιρεθούν τα εγκλήματα πολέμου [από την εφαρμογή του θεσμού] της παραγραφής».
Νέα εποχή είχε «ξημερώσει» και η Ελληνίδα εκπρόσωπος, διερμηνεύοντας το πνεύμα της εποχής, διαπίστωνε πως ο αποτροπιασμός για τα εγκλήματα είχε «ξεθυμάνει», οπότε δεν υπήρχε λόγος να τιμωρηθούν οι άνθρωποι που τα διέπραξαν και οι οποίοι εξάλλου βρίσκονταν ήδη μεταξύ αυτών που κανόνιζαν και όριζαν με την πειθώ των ερπυστριών τις αρχές διαπαιδαγώγησης και φρονηματισμού των «απείθαρχων».
«Η χούντα ως γνήσιος απόγονος του δωσιλογισμού είχε κάθε συμφέρον να αμνηστεύσειτα εγκλήματα αυτών των ανθρώπων, νομιμοποιώντας και αποκαθαίροντας τις αιματηρές τους πράξεις», δηλώνει στην εφημερίδα μας ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρόεδρος της Διακομματικής Επιτροπής για τις οφειλές της Γερμανίας στην Ελλάδα, Τριαντάφυλλος Μηταφίδης.
Κομμάτι του αντιδικτατορικού αγώνα, καταδικασμένος σε ισόβια, ο κ. Μηταφίδης τονίζει ότι «έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι το 1975 η κυβέρνηση Καραμανλή κατέστρεψε τα αρχεία για τους εγκληματίες πολέμου και δεν υιοθέτησε ως όφειλε στην ελληνική νομοθεσία τα ψηφίσματα του ΟΗΕ σύμφωνα με τα οποία τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται».
Η υπόθεση δεν είναι απλώς ένας νομικός «λεκές», μια λεπτομέρεια χωρίς συνέπειες στο σήμερα. Ο υποψήφιος δρ Διεθνούς Δικαίου ΑΠΘ, δικηγόρος Δημήτρης Κούρτης, ο οποίος πρώτος εντόπισε και επισήμανε στο πλαίσιο της διδακτορικής του έρευνας, έπειτα από σχεδόν μισό αιώνα, την τοποθέτηση της Ελληνίδας εκπροσώπου, σημειώνει ότι «μια τέτοια δήλωση σε συνδυασμό με την απόφαση ορισμένων Εισαγγελέων Πλημμελειοδικών (για παράδειγμα αυτό συνέβη στην Εισαγγελία της Λάρισας την πρώτη δεκαετία του 2000) να θέσουν στο αρχείο εγκλήσεις/μηνυτήριες αναφορές εναντίον εγκληματιών πολέμου κατ’ επίκληση του εξαλειπτικού του αξιοποίνου λόγου της παραγραφής, αποδίδουν τον ουσιώδη τόνο τής μέχρι σήμερα ελληνικής πρακτικής, ο οποίος δεν αναιρείται με απλές πολιτικού χαρακτήρα δηλώσεις περί απαραγράπτου».
Σύμφωνα με τον κ. Κούρτη, «η νομοθετική πρωτοβουλία συνιστά μονόδρομο καθώς στο πεδίο της εσωτερικής πρακτικής, η στάση ορισμένων εκπροσώπων της εισαγγελικής αρχής φαίνεται να εξομοιώνει τα ειδεχθέστερα των διεθνών εγκλημάτων με τα εγκλήματα (κακουργήματα) του κοινού ποινικού δικαίου στα οποία και εφαρμόζεται το Αρθρ. 111 ΠΚ και άρα το αξιόποινο (και, συνεπώς, η ποινική αξίωση της Πολιτείας) εξαλείφεται λόγω παραγραφής μόλις παρέλθει εικοσαετία από την τέλεση του αδικήματος».
Θυμίζει ακόμη ότι «στο Πόρισμα/Εκθεση της Διακομματικής Επιτροπής για τις οφειλές της Γερμανίας στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων, προτείνεται και η εκ μέρους της Βουλής υποβολή αιτήματος ενώπιον της Ελληνικής Κυβέρνησης με σκοπό την επικύρωση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τη Μη Εφαρμογή του Θεσμού της Παραγραφής επί Εγκλημάτων Πολέμου και Εγκλημάτων κατά της Ανθρωπότητας της 26ης Νοεμβρίου 1968 [Ψήφισμα Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών S/RES/2391(XXIII)] που έχει τεθεί σε ισχύ την 11η Νοεμβρίου 1970».
Το θέμα έχει αποτελέσει και θέμα παρατηρήσεων διεθνών οργανισμών, καθώς το 2005 η Διεθνής Επιτροπή Ερυθρού Σταυρού (ICRC/International Committee of Red Cross), ερευνώντας την κρατική πρακτική σχετικά με τους εθιμικούς κανόνες του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου, καταγράφει την ελληνική στάση με αφορμή την τοποθέτηση του 1967, όποιος δηλαδή παγκοσμίως συμβουλευτεί τον οδηγό της Δ.Ε. του Ε.Σ. βρίσκει μόνο τη δήλωση της Ελληνίδας εκπροσώπου στα Η.Ε. και τίποτα άλλο.
Νομικός κίνδυνος
«Αν η Ελληνική Πολιτεία», σημειώνει ο κ. Κούρτης, «δεν υιοθετήσει με τρόπο πανηγυρικό, και προς αποφυγή κάθε παρερμηνείας, θετική νομική ρύθμιση η οποία θα καθιστά τόσο τις ποινικές όσο και τις αστικές αξιώσεις που πηγάζουν από πράξεις γενοκτονίας, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας απαράγραπτες στο διηνεκές, υπάρχει ο κίνδυνος αφενός μεν σε ένα διεθνές δικαιοδοτικό forum να βρεθεί έκθετη ως μη αποδεχόμενη το απαράγραπτο των διεθνών ποινικών αδικημάτων, στα εσωτερικά δε δικαστήρια (ποινικά και αστικά) τα θύματα των θηριωδιών των Δυνάμεων του Αξονα, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι ξεπεράσουν άλλες νομικές και πραγματικές δυσκολίες, να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της ποινικής ατιμωρησίας των υπαιτίων και της απόρριψης των αστικών αγωγών λόγω παραγραφής(!)».