Ελένη Καρασαββίδου
«Η δημιουργικότητα, σε αντίθεση με όσα πιστεύουμε, δεν προέρχεται από το κενό αλλά από το χάος» Μ. Σέλλευ
Ίσως δεν είναι όσο πρέπει γνωστό πως ο αληθινός τίτλος που η Μαίρη Σέλλευ επέλεξε να δώσει στο μυθιστόρημα που θα θυμίζει για πάντα πως η Δημιουργικότητα δεν δημιουργείται από το κενό, αλλά από το χάος, το «Φρανκενστάιν», ήταν το «ο Σύγχρονος Προμηθέας».
Χάος γιατί το χάος περιέχει. Νερό, Φωτιά, Απελπισία, Ελπίδα. Πάντως Φωτιά. Που πρέπει πάντα να την κλέβουμε. Είτε για να ζεσταθούμε ώστε να επιβιώσουμε, είτε για να κάψουμε τα πάντα, κι εμάς μαζί. Πολύ κοντά άλλωστε και τα δυο. Στην εποχή μιας ακόμη μετάβασης, μιας ακόμη διαμάχης, η λογοτεχνία έστειλε ένα ακόμη ανεπίδοτο γράμμα στο μέλλον (σε μας) δημιουργώντας έναν νάρκισσο – τέρας, ένα πλάσμα που πηγαίνει στην άκρη του ποταμού, και συνειδητοποιεί αυτό που είναι καθώς κοιτά αυτό που ο άνθρωπος κι η κοινωνία του είχαν φτιάξει. Μαζί.
Σήμερα δεν βαδίζουμε ακόμη προς το ποτάμι. Το έργο δεν έχει ολοκληρωθεί. Ο Φρανκενστάιν δεν έχει συνείδηση της μορφής του κι ελπίζει πως ο «πατέρας» του θα τον αγαπήσει, ξεχνώντας πως κι ο ίδιος «ο θεός της αγάπης», ήταν κυνικός αρκετά ώστε να μην θυσιάσει τον εαυτό του αλλά τον γιο του. Ή αλλιώς το κακό μες στο καλό και τ’ ανάπαλιν.
Είναι στην πραγματικότητα η παλιά διαμάχη του Διαφωτισμού ενάντια στην αντίληψη του εκ Θεού Ηγεμόνα… Κι όπως ο ίδιος ο Διαφωτισμός έβαλε ως πρωτεύον το τόσο πολύτιμο στο πλαίσιο του στοίχημα να απελευθερώσει την ανθρώπινη συνείδηση από τους Δυνάστες της, δίχως να διαστείλει αυτήν την απόπειρα πέρα από την ελίτ της κεντρικής Ευρώπης, (όπως αποδεικνύει η αποικιοκρατία που άνθιζε παράλληλα με το «φως» αλέθοντας λαούς και πολιτισμούς «άλλων») έτσι κι η τωρινή προοδευτικότητα δρα διασταλτικά (και πολύτιμα πάλι) όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα των επί μέρους μειονοτήτων, δίχως να θέτει το γενικότερο πρόβλημα μιας όλο και πιο αυθαίρετης εξουσίας, στην πραγματικότητα μετέχοντας σε αυτήν. Συμβάλλοντας, με τον τρόπο αυτόν, στο να γενικευτεί το σκοτάδι της ανθρώπινης απελπισίας και για τις μειονότητες που δήθεν υποστηρίζει.
Mια προοδευτικότητα χωρίς ταξικό πρόσημο, γιατί περί αυτού πρόκειται, που υποβιβάζει την εμπειρία των απελπισμένων, δηλαδή την πείνα τους, σχετικοποιεί αυτόματα την συντήρηση. Η ρητορική περί δικαιωμάτων υποβιβάζεται στην πραγματικότητα σε ένα ακόμη προς εύπεπτη κατανάλωση αξεσουάρ ικανό να πριμοδοτήσει τον ναρκισσισμό των ενταγμένων, δίχως να απαιτεί από αυτούς καμιά μεταβολή που να σχετίζεται με την υλική βάση της κοινωνίας και με την καθημερινή τους συμπεριφορά. Οι «απόκληροι» οι μη μετέχοντες του κλήρου, νιώθουν αόρατοι, αφού ούτε καν σημειολογικά, σαν αναπαράσταση, δεν μετέχουν στο κοινό σώμα παρά τις ανθρωπιστικές ρητορικές του. Ο Αντόρνο το ‘χει γράψει εμβληματικά. Μονάχα οι βρισιές αφήνονται στους πεινασμένους για να γεμίζουν τα στόματα τους. Κι όταν κάποιος αναλάβει αυτές τις βρισιές εργολαβικά, είναι έτοιμοι να του εκχωρήσουν γη και ύδωρ μην καταλαβαίνοντας (ή μην θέλοντας να καταλάβουν) την προστυχιά και αυτού του παιχνιδιού.
Η ρητορική του Μακελειού και του Τραμπ είναι γεμάτη από εύκολα μπινελίκια, προωθώντας μια αταβίστικη εκδικητικότητα. Αλλά είναι η «προοδευτικότητα» που δεν θα σεβαστεί την ανάγκη για ψωμί η οποία θα πριμοδοτήσει την ανάγκη για εκδίκηση. Κι αν στο πρώτο, στο ψωμί, οι ανάγκες είναι βαθιά ανθρώπινες, στο δεύτερο οι επιλογές είναι βαθιά στρεβλωμένες. Και δεν υπάρχει καμιά επαρκής δικαιολογία ούτε για το πρώτο (να μην παρέχεται επαρκές επίπεδο ζωής και άρα πολιτιστικό κεφάλαιο στους «απέξω») ούτε και για το «δεύτερο»: Να επιλέγεις ως ο απέξω μονίμως το χειρότερο, κι ας σε υποτιμά ακόμη περισσότερο.
Ας ρίξουμε μια ματιά στο τελευταίο παράδειγμα μιας επιλογής βασισμένης στην απελπισία: Ο άνθρωπος που εκμεταλλεύτηκε τους νόμους του κατεστημένου και πραγματοποίησε 4 συνολικά εταιρικές χρεοκοπίες, φεσώνοντας τους εργαζόμενους του, φορτώνοντας τις ζημιές στους φορολογούμενους και στο ‘κακό κράτος’, και αποδρώντας κάθε φορά με τα κέρδη, μιλά εναντίον του κατεστημένου!
Ο Τραμπ. Ο άνθρωπος που χρησιμοποίησε σωρηδόν, με ευγενική χορηγία σωματείων της μαφίας, παράνομους μετανάστες για να χτίσει τα ξενοδοχεία του, μιλά εναντίον των μεταναστών. Ο άνθρωπος που έκρυψε την γερμανική του καταγωγή παρουσιάζοντας εαυτόν ως Σουηδό μιλά για την τιμή του λευκού κόσμου. Ο άνθρωπος που χρησιμοποιεί σε θέσεις κλειδιά διευθυντικά στελέχη της JPMorgan μιλά εναντίον της παγκοσμιοποίησης… Ο άνθρωπος που δικάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 70 γιατί χειριζόταν τα ακίνητα του με διαχωρισμούς κατά φυλή και χρώμα έγινε πλανητάρχης! Ο άνθρωπος που δεν υπηρέτησε ποτέ στον πόλεμο του Βιετνάμ σε αντίθεση με τόσους συνομήλικους του με ένα εξαγορασμένο γιατρόχαρτο, κι αλώνιζε με την …’ «κακή υγεία του» την Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ χτίζοντας εκείνα τα χρόνια την επιχείρησή του, μιλά για πατριωτισμό.
Το τραγικό είναι πως βρίσκει κοινό κι ας χρησιμοποιεί την «πατρίδα» και την «αντιδιαπλοκή» με όμοιο τρόπο που κάτι χορτασμένοι φαφλατάδες μες στην αριστερά μιλούν στους πεινασμένους για ταξική ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη! Τα πολιτικά μαγαζιά πωλούν ληγμένα προϊόντα σε καταναλωτές που παίρνουν ληγμένα ναρκωτικά. Αλλά το πιο εύπεπτο κι άρα προσοδοφόρο προϊόν από όλα (ακριβώς γιατί στηρίζεται στην πηγαία και τόσο σεβαστή αγάπη των ανθρώπων για την γη τους μα και στην βόλεψη του όμοιου, δίχως να ζητά άβολες ανθρωπιστικές υπερβάσεις από ένα υπερεκτιμημένο πλάσμα όπως ο άνθρωπος) παραμένει ο πατριωτισμός.
Κι έτσι (σε αντίθεση με την γνωστή ηλίθια απλούστευση της άκρας αριστεράς) οι πατριώτες δεν είναι καθάρματα. Αλλά ο πατριωτισμός (όπως και η θρησκεία) παραμένει το καταφύγιο των καθαρμάτων.
Διαβάστε αύριο: Η «Δημοκρατία» ως «Μέγας Χορηγός» του «Φασισμού»
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ…
Το στοίχημα είχε χαθεί με τον Σάντερς. Η συνέχεια άγνωστη…